Ο Αλέξης Τσίπρας έχει μπροστά του 60 ημέρες για να καταφέρει να κλείσει την δεύτερη αξιολόγηση και να μπει η Ελλάδα στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης που θα δώσει ανάσα στην ελληνική οικονομικά και στην κυβέρνηση το περιθώριο διαχείρισης της κρίσης που έχει προκύψει από τα μέτρα του 3ου μνημονίου που υπέγραψε. Αν δεν τα καταφέρει τότε οι πιθανότητες εκλογών ή και δημοψηφίσματος αυξάνονται σημαντικά.
Τις τελευταίες ημέρες οι συσκέψεις στο Μέγαρο Μαξίμου μεταξύ του οικονομικού επιτελείου και του πρωθυπουργού έχουν πυκνώσει σε μία προσπάθεια να χαραχθεί η στρατηγική που θα οδηγήσει στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης χωρίς ωστόσο νέα μέτρα. Κι αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση.
Ορισμένοι εκτιμούν ότι η αξιολόγηση θα κλείσει με όρους και προϋποθέσεις σε βάρος της Ελλάδας. Ήδη, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να παραταθεί ο «κόφτης» των δημοσίων δαπανών, ο οποίος περιλαμβάνει και περικοπές σε μισθούς και συντάξεις και πέραν του 2018. Η προσπάθεια του ιδίου και της κυβέρνησης να τα μαζέψουν έχουν πέσει στο κενό.
Η κυβέρνηση θέλει πάση θυσία να κλείσει την δεύτερη αξιολόγηση μέσα στον Ιανουάριο. Επισήμως, οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές ξεκινούν στις 12 του μήνα και από το Μέγαρο Μαξίμου ευελπιστούν πώς μέχρι το κρίσιμο Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου θα έχουν κλείσει όλα τα ανοιχτά μέτωπα προκειμένου να λάβει το «πράσινο φως» για την ποσοτική χαλάρωση.
Αν η προθεσμία αυτή παρέλθει τότε η κυβέρνηση χάνει το… τρένο. Πρέπει να κλείσει το συντομότερο δυνατόν η αξιολόγηση για να μπορέσει η Ελλάδα μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Αν δεν συμβεί αυτό τότε η κυβέρνηση θα βρεθεί σε νέα κρίση, πολιτική και οικονομική.
Και τούτο καταρχήν, γιατί ο πρώτος σταθμός του οδικού χάρτη που ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας έχει θέσει είναι η ένταξη στο QE τον Μάρτιο. Από εκεί και μετά χάνεται όχι μόνο ο οδικός χάρτης αλλά… τα αυγά και τα πασχάλια. Γιατί; Γιατί απλά έρχονται εκλογές σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως στη Γαλλία και στην Ολλανδία και αμέσως μετά στη Γερμανία.
Ο Φρανσουά Ολάντ που έχει στηρίξει την Ελλάδα (σ.σ. για δικούς του λόγους και όχι γιατί αγαπάει τη χώρα μας) καταρρέει πολιτικά και δεν θα θέσει ξανά υποψηφιότητα για την Γαλλική Προεδρία, ενώ η Α. Μέρκελ και ο Β. Σόιμπλε στη Γερμανία φαίνεται πώς παραμένουν ισχυροί και θα κερδίσουν ακόμη μία θητεία. Αυτό σημαίνει πώς οι «σκληροί» θα συνεχίσουν και οι «σύμμαχοι» θα βγουν εκτός παιχνιδιού.
Η επικοινωνιακή «γραμμή» στην οποία επιμένει το Μέγαρο Μαξίμου είναι πως τεχνικά η διαπραγμάτευση είναι απολύτως εφικτό να κλείσει τις επόμενες εβδομάδες αρκεί να επιδείξουν πνεύμα «συμβιβαστικό» όλες οι πλευρές. Από ο Βερολίνο και το ΔΝΤ μέχρι την ίδια φυσικά. Το πνεύμα «συμβιβασμού» όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνει. Νέα μέτρα σε βάρος των κοινωνικά αδύναμων.
Και είναι διατεθειμένοι στην κυβέρνηση και κάνουν τα πάντα για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση γιατί αν πιάσει άνοιξη τότε κάηκαν στο Μέγαρο Μαξίμου όπως έλεγε παλιότερα και ο κ. Τσακαλώτος. Αυτό που θα συμβεί είναι η επανάληψη του 2015, όπου οι δανειστές έσερναν την κυβέρνηση μέχρι την υπογραφή του μνημονίου. Έτσι και τώρα οι διαπραγματεύσεις μπορούν να συρθούν μέχρι τον Ιούνιο και τον Ιούλιο όταν η Ελλάδα θα πρέπει και πάλι να πληρώσει χωρίς να έχει.
Εκεί λοιπόν ή θα αναγκαστεί να υπογράψει ένα νέο μνημόνιο ή να προσφύγει σε εκλογές με το αποτέλεσμα προδιαγεγραμμένο. Ήδη, το προβάδισμα της ΝΔ είναι αρκετά μεγάλο και αν η κυβέρνηση συνεχίσει με νέα μέτρα ή με την αξιολόγηση να μην κλείσει γιατί οι δανειστές θα της έχουν τραβήξει το χαλί, τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ θα υποχωρούν ολοένα και περισσότερο.