Καλό είναι να ρίξουμε τους τόνους και να βάλουμε την ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία για την ΑΟΖ στην πραγματική της διάσταση, χωρίς θριαμβολογίες.
Είναι αναμφισβήτητο πως η συμφωνία αυτή είναι μια θετική εξέλιξη. Η Ελλάδα συμπεριφερόμενη ως ένα πολιτισμένο μέλος της διεθνούς κοινότητας, μετά από διαπραγματεύσεις, κατέληξε σε συμφωνία με την Αίγυπτο.
Με αυτήν την συμφωνία, κατακτήσαμε πιο προωθημένες και ισχυρές θέσεις στο γεωπολιτικό παιχνίδι της ΝΑ. Μεσογείου.
Όμως το τουρκολιβυκό σύμφωνο ούτε ακυρώθηκε ούτε καταργήθηκε, καθώς δεν υπάρχει αυτόματη νομική διαδικασία ακύρωσης του. Για να ξέρουμε τι λέμε αυτήν την στιγμή συνυπάρχουν και τα δύο σύμφωνα.
Το τι θα γίνει, είναι σε τελική ανάλυση θέμα πολιτικής ισχύος, στην οποία βεβαίως συμπεριλαμβάνεται και η στρατιωτική ισχύς.
Η Τουρκία έχει μπροστά της δύο επιλογές.
Επιλογή πρώτη: να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να εκμεταλλευθεί προς όφελος της την μειωμένη επήρεια των Ελληνικών νησιών που αναγνωρίζει η ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να εγκαταλείψει την μαξιμαλιστική θέση ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και να ικανοποιηθεί με την μειωμένη επήρεια τους.
Συγχρόνως, θα πρέπει να αποβάλει την νοοτροπία της ηγεμονικής δύναμης -ή του διεθνούς τραμπούκου- και να αποδεχθεί τους όρους με τους οποίους λειτουργούν οι πολιτισμένες χώρες.
Επιλογή δεύτερη: να αγνοήσει την ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία και να επιχειρήσει να την ακυρώσει στην πράξη. Μέχρι στιγμής φαίνεται πως προκρίνει αυτήν την επιλογή, καθώς απορρέει από το νέο—οθωμανικό όραμα της. Ας ελπίσουμε πως θα επικρατήσουν τις προσεχείς ημέρες δεύτερες, πιο ψύχραιμες σκέψεις στην Τουρκική ελίτ.
Πάντως αυτήν την στιγμή, με βάση τις επιθετικές δηλώσεις του Τ. Ερντογάν, φαίνεται πως βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο που βρεθήκαμε, όταν οι στόλοι των δύο κρατών ήρθαν αντιμέτωποι πριν από λίγες ημέρες.
Μάλλον ο επικείμενος Ελληνοτουρκικός διάλογος έχει ναυαγήσει, όπως δήλωσε ο Τούρκος Πρόεδρος. Το ζητούμενο είναι αν η Ελληνική κυβέρνηση έχει προετοιμασθεί για το επόμενο βήμα. Αν έχει συνειδητοποιήσει πως η υπογραφή της ελληνο-αιγυπτιακής συμφωνίας δημιουργεί μια κατάσταση που αποκλείει το status quo ante.
Και αν όντως το έχει αντιληφθεί θα πρέπει να προετοιμασθεί για το επόμενο βήμα που είναι η αντιμετώπιση της απόπειρας της Τουρκίας να ακυρώσει στην πράξη την συγκεκριμένη συμφωνία. Με τόσα ανοικτά μέτωπα ο T. Ερντογάν δεν μπορεί να αποδεχθεί αυτή την ήττα.
Η Ελληνική κυβέρνηση την «τεχνογνωσία» στην αντιμετώπιση κρίσεων την διαθέτει και αποδείχθηκε δύο φορές επιτυχημένη. Πλήρης διπλωματική και στρατιωτική κινητοποίηση για την υποστήριξη των Ελληνικών θέσεων.
Είναι παρήγορο πως ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του έχουν απομακρυνθεί από δύο χρόνιες, νοσηρές πολιτικές απέναντι στην Τουρκία.
Της ακινησίας και του κατευνασμού.
Με την ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία αποδείξαμε πως ο διάλογος με την Τουρκία δεν μπορεί να γίνει με τους όρους που θέτει ο γείτονας. Η Ελλάδα ασκεί την εξωτερική πολιτική της με βάση το δικό της συμφέρον και όχι με βάση το τι επιθυμεί ή δεν επιθυμεί η Τουρκία.
Άλλωστε αυτός είναι και ο στρατηγικός στόχος των γειτόνων μας. Να καταστεί η Ελλάδα κράτος περιορισμένης κυριαρχίας.
Ο δρόμος στην συνέχεια είναι τραχύς. Ας ελπίσουμε πως αυτό που κατοχυρώσαμε στα χαρτιά θα το υπερασπιστούμε και στην πράξη.
Σάκης Μουμτζής