Τον Απρίλιο, όταν ξεκίνησαν οι συγκρούσεις για την κατάληψη της Τρίπολης μεταξύ του στρατηγού Καλίφα Χάφταρ, ηγέτη του Λιβυκού Εθνικού Στρατού, και της αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας του Φαγέζ αλ Σαράζ, η κατάσταση στη Λιβύη ήδη θύμιζε Συρία: έναν πόλεμο «μπερδεμένο», με περίπλοκες συμμαχίες μικρών και μεγάλων δυνάμεων οι οποίες δεν αποτυπώνονταν με εντελώς ξεκάθαρο τρόπο.
Στο πλευρό του Χάφταρ από το 2015 βρίσκονταν οι Γάλλοι, οι οποίοι προσέφεραν υποστήριξη μέσω συμβούλων που χάραζαν στρατηγική αλλά και ειδικών δυνάμεων που μετείχαν σε επιχειρήσεις του Λιβυκού Εθνικού Στρατού σε νότιες και ανατολικές περιοχές της χώρας. Επίσης, σε κινήσεις υποστήριξής του είχαν προβεί η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία – η τελευταία προσφέροντάς του εκατομμύρια δολάρια προς ενίσχυση λίγο πριν από την έναρξη των συγκρούσεων τον Απρίλιο.
Οι χώρες της Μέσης Ανατολής – συμπεριλαμβανομένης της Αιγύπτου – έβλεπαν τον Χάφταρ ως ένα προπύργιο κατά ισλαμιστικών ομάδων, οι οποίες φαίνεται ότι είχαν λάβει το μέρος της κυβέρνησης Σαράζ, που ήδη δεχόταν τη στήριξη της Ιταλίας και του Κατάρ.
Πολύ λίγο αφού ξεκίνησαν οι συγκρούσεις του Απριλίου άρχισε να διαφαίνεται ότι οι σχέσεις μεταξύ της πολιτοφυλακής του Σαράζ στην Τρίπολη και ακραίων ισλαμιστών, όπως η τρομοκρατική ομάδα Ανσάρ αλ Σαρία, η Αλ Κάιντα και o ISIS, είχαν αρχίσει να γίνονται ιδιαίτερα στενές. Την ίδια περίοδο υπήρξαν αναφορές για μετάβαση ισλαμιστών μαχητών από τη Συρία στην Τρίπολη, ώστε να ενώσουν τις δυνάμεις τους με αυτές του Σαράζ, με την Τουρκία να φέρεται να έχει βασικό ρόλο σε αυτή την ενέργεια.
Στα τέλη Απριλίου, και ενώ οι μάχες κλιμακώνονταν, ο Ερντογάν εξέφρασε ανοικτά την υποστήριξή του προς την Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας του Αλ Σαράζ δηλώνοντας ότι η Τουρκία θα καταβάλει «κάθε προσπάθεια για να αντιμετωπίσει τη συνωμοσία εναντίον του λαού της Λιβύης». Λίγες ημέρες μετά ο Λιβυκός Εθνικός Στρατός κατέρριψε τουρκικό drone – απόδειξη ότι η Τουρκία ήδη έχει εμπλακεί έμπρακτα στη διαμάχη εξοπλίζοντας τον Αλ Σαράζ. Ακολούθησε στις 18 Μαΐου η παράδοση τουρκικών τεθωρακισμένων τύπου Kirpi στο λιμάνι της Τρίπολης, τα οποία είχαν μεταφερθεί εκεί με φορτηγό πλοίο Amazon που ανήκει σε τουρκική εταιρεία. Προτού φτάσει στη Λιβύη ο τελευταίος σταθμός του Amazon ήταν το λιμάνι της Σμύρνης, όπου βρίσκεται η έδρα της κατασκευάστριας εταιρείας των τεθωρακισμένων.
Εως τον Απρίλιο που ξεκίνησαν οι συγκρούσεις στην Τρίπολη οι αναφορές για εμπλοκή των ΗΠΑ στο θέμα της Λιβύης δεν ήταν ιδιαίτερα συχνές. Μέχρι που στις 15 Απριλίου ο Ντόναλντ Τραμπ συνομίλησε τηλεφωνικά με τον Καλίφα Χάφταρ, εκφράζοντας την υποστήριξή του και επαινώντας τον για τις προσπάθειές του να πατάξει την τρομοκρατία των ισλαμιστικών ομάδων. Ο Χάφταρ, ενθουσιασμένος από το τηλεφώνημα μίσθωσε λομπίστες στην Ουάσιγκτον – έναντι 2 εκατομμυρίων δολαρίων – για να του κανονίσουν συνάντηση με τον αμερικανό πρόεδρο, χωρίς όμως αποτελέσματα.
Τον Ιούνιο ένα νέο αμερικανικό μήνυμα πάγωσε τις φιλοδοξίες του Χάφταρ, καθώς η επικοινωνία του Απριλίου χαρακτηρίστηκε ως μια προσωπική χάρη που έκανε ο Τραμπ στον φίλο του αιγύπτιο πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, ενώ κατέστη σαφές ότι οι ΗΠΑ στηρίζουν την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας.
Τον ίδιο μήνα αποκαλύφθηκαν από διαρροή εγγράφων που δημοσίευσε ο «Guardian» οι δραστηριότητες μιας ρωσικής παραστρατιωτικής οργάνωσης, του Wagner Group, σε αφρικανικά κράτη – ανάμεσά τους και στη Λιβύη. Σε συγκεκριμένο έγγραφο της διαρροής με ημερομηνία Δεκεμβρίου 2018 αναφερόταν ότι οι ρώσοι μισθοφόροι είχαν βάλει στόχο τη συνεργασία με τις δυνάμεις του Καλίφα Χάφταρ. Το Wagner Group εκτιμάται ότι διαθέτει από 3.500 έως 5.000 μαχητές, κυρίως Ρώσους, καθώς και Κοζάκους και Ουκρανούς, και είχε εμπλακεί σε μάχες στη Συρία όπου δυνάμεις των ΗΠΑ είχαν σκοτώσει περίπου 200 μέλη του. Η οργάνωση συνδέεται με τον ολιγάρχη Γεβγκένι Πριγκόζιν, γνωστό και ως «σεφ του Πούτιν», καθώς έχτισε την αυτοκρατορία του μέσω κρατικών αναθέσεων catering.
Ο Πριγκόζιν έχει συνδεθεί και με το «εργοστάσιο των τρολ» στην Αγία Πετρούπολη, από όπου πραγματοποιήθηκαν οι προσπάθειες χειραγώγησης αμερικανών ψηφοφόρων στο πλαίσιο της επιχείρησης παρέμβασης στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016 – για αυτό και του ασκήθηκε δίωξη το 2018 από τον ειδικό εισαγγελέα Ρόμπερτ Μόλερ. Επιπλέον, όπως έγινε γνωστό, ο Πριγκόζιν μετείχε σε συνάντηση του Χάφταρ με αξιωματούχους του ρωσικού υπουργείου Αμυνας στα τέλη του 2018. Τα σενάρια συνεργασίας του Wagner Group με τον Χάφταρ επανήλθαν τον Σεπτέμβριο, όταν το Bloomberg ανέφερε ότι περίπου 100 μισθοφόροι κατέφθασαν στη Λιβύη, ενώ το Al Jazzera, επικαλούμενο κυβερνητικές πηγές, έκανε λόγο για οκτώ νεκρά μέλη της παραστρατιωτικής οργάνωσης.
Λίγες ημέρες μετά, στα τέλη Σεπτεμβρίου, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν την ένταξη περιουσιακών στοιχείων του Πριγκόζιν σε λίστα κυρώσεων – ακόμη και των τζετ που χρησιμοποιούσε για τις επισκέψεις του στη Λιβύη και άλλες χώρες, αφρικανικές και ευρωπαϊκές, ανάμεσά τους και η Ελλάδα. Οι αντιδράσεις έγιναν ακόμη πιο έντονες στα μέσα Νοεμβρίου, όταν οι ΗΠΑ κάλεσαν τον Χάφταρ να παύσει τις επιθέσεις προς την Τρίπολη, ενώ ταυτόχρονα προειδοποιούσαν για παρέμβαση της Ρωσίας στην περιοχή. Από την πλευρά του, ο Χάφταρ αρνείται ότι δέχεται βοήθεια από ξένες δυνάμεις.
Το πλέον πρόσφατο επεισόδιο στην κόντρα ΗΠΑ – Ρωσίας στο εμπόλεμο πεδίο ξεκίνησε να παίζεται εντός του Δεκεμβρίου, ενώ προετοιμαζόταν το μνημόνιο μεταξύ Λιβύης και Τουρκίας για την ΑΟΖ. Οι δυνάμεις του Σαράζ, υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ, ανέφεραν ότι έχουν ξεκινήσει τη συλλογή στοιχείων για την παρουσία 600-800 ρώσων μισθοφόρων και ότι θα επισκεφθούν τη Μόσχα ώστε να ζητήσουν εξηγήσεις μόλις ολοκληρώσουν τις έρευνές τους. Σημείωσαν δε ότι διαθέτουν ήδη στοιχεία για τη μεταφορά κάποιων από τη Συρία στην Αίγυπτο, από εκεί στην Ιορδανία και στη συνέχεια στη Βεγγάζη, όπου βρίσκεται το αρχηγείο του Χάφταρ. Παρά τις πιέσεις των ΗΠΑ ο Χάφταρ ανακοίνωσε στις 12 Δεκεμβρίου την «τελική σύγκρουση» για την κατάληψη της Τρίπολης.
Σε αυτό το εκρηκτικό μείγμα έρχονται να προστεθούν οι πρόσφατες πληροφορίες ότι η πλευρά της Αιγύπτου προτίθεται να στηρίξει με τεθωρακισμένα τον Λιβυκό Εθνικό Στρατό, ότι ο Σαράζ είπε «ναι» στην προσφορά της Τουρκίας για αποστολή στρατιωτικής βοήθειας και ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ άμεσα αντέδρασε στέλνοντας μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση να παύσει η τροφοδοσία της σύγκρουσης στη Λιβύη.
Την Παρασκευή ο Ερντογάν αντέδρασε έντονα για την παρουσία των μισθοφόρων του Wagner Group, ενώ η Ρωσία εξέφρασε «μεγάλη ανησυχία» για την αποστολή τουρκικών στρατευμάτων στη Λιβύη. Μένει να δει κανείς ποιες θα είναι οι – πιθανώς μη ελεγχόμενες, όπως και στην περίπτωση του τηλεφωνήματος τον Απρίλιο – αντιδράσεις του ίδιου του Τραμπ, υπό την πίεση της παραπομπής που του ασκείται στο εσωτερικό…
Καρανίκας Χάρης