Πολλά ακούγονται και γράφονται ήδη μετά την επιβολή μέτρου απαγόρευσης «της τέλεσης κάθε είδους λειτουργιών και ιεροπραξιών στους θρησκευτικούς χώρους λατρείας για το χρονικό διάστημα από 16.3.2020 έως 30.3.2020», όπως ακριβώς είναι ο τίτλος της απόφασης των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων, και Υγείας.
Μερίδα του πολιτικού κόσμου και του τύπου έσπευσαν να επικροτήσουν θερμά την απόφαση της Κυβέρνησης, γιατί έτσι «έβαλε την Εκκλησία στη θέση της».
Μερίδα της ιεραρχίας έσπευσε να δηλώσει κατανόηση και υποταγή στην απόφαση της Πολιτείας.
Μάλιστα κάποιοι ιεράρχες έλεγαν ότι οι όποιες αντιδράσεις υπάρχουν θα εξανεμιστούν, μπροστά στην αποκορύφωση των κρουσμάτων.
Άλλοι πάλι ιεράρχες αντέδρασαν ήδη σθεναρά και έντονα.
Προσωπικά πιστεύω ότι το θέμα είναι απλό.Η Πολιτεία μπορεί, στο πλαίσιο της ευθύνης της για την υγεία του συνόλου της κοινωνίας, να απαγορεύει συναθροίσεις μέχρι ένα ορισμένο αριθμό ανθρώπων, όπως έχει κάνει για τα σούπερ-μάρκετ, τα εστιατόρια, τις καφετέριες κλπ. Όμως δεν μπορεί να απαγορεύει την πράξη.Ας πάρουμε ένα απλό παράδειγμα.
Μπορεί κάποιος να μου πει: εδώ η Πολιτεία έκλεισε τα εστιατόρια και τις καφετέριες, δεν θα κλείσει τους ναούς;
Η απάντηση είναι ότι στα εστιατόρια και στις καφετέριες δεν απαγόρευσε την πώληση φαγητού ή καφέ. Η πώληση επιτρέπεται εάν είναι πακέτο (delivery, take away).
Απαγόρευσε τον συγχρωτισμό ανθρώπων, που είναι και ο πραγματικός κίνδυνος για την υγεία. Ο,τι δεν θέτει σε κίνδυνο την δημόσια υγεία, δεν το απαγόρευσε.
Στις εκκλησίες όμως η Πολιτεία προβαίνει σε μία πράξη πρωτοφανή: απαγορεύει την ίδια την εκκλησιαστική πράξη!
Δηλαδή είναι σαν να λέει: δεν με νοιάζει εάν κινδυνεύει η υγεία των πιστών από την εκκλησιαστική πράξη ή δεν κινδυνεύει, εγώ σου απαγορεύω την θρησκευτική πράξη σου εν γένει, όχι αυτό που αποτελεί τον δημόσιο κίνδυνο.
Για παράδειγμα, μπορεί να πάει κάποιος πιστός στον ναό να εξομολογηθεί;
Η εξομολόγηση είναι ιεροπραξία. Άρα, με το γράμμα του νόμου απαγορεύεται, έστω και εάν δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος, αφού ο πιστός μπορεί να εξομολογηθεί σε απόσταση 2 μέτρων από τον παπά και ο παπάς μπορεί να του διαβάσει συγχωρητική ευχή από την απόσταση αυτήν.
Απαγορεύει ακόμη έναν εσπερινό ή έναν όρθρο ή χαιρετισμούς, ακόμη και εάν στον ναό μέσα είναι πέντε άνθρωποι σε μεγάλες αποστάσεις μεταξύ τους.
Στις ακολουθίες αυτές δεν προβλέπεται από το τυπικό καμία επαφή των πιστών με τον παπά ή μεταξύ τους.
Για αυτό η απόφαση αυτή της Πολιτείας στην πραγματικότητα δεν στοχεύει την προστασία από την εξάπλωση της νόσου, αλλά την ίδια την θρησκευτική πράξη και την δημόσια εκδήλωση της.
Η απόφαση αυτή ευθυγραμμίζεται στην από αρκετά χρόνια παλιότερα εκδηλωμένη πρόθεση της Πολιτείας να καταστήσει την θρησκευτική πράξη μία καθαρά ατομική εκδήλωση και υπόθεση, και να απαγορεύσει την δημόσια εκδήλωση της.
Για αυτό είναι στην πραγματικότητα ο πρόδρομος φοβερών διωγμών εναντίον της εκδήλωσης των ατομικών θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Δεν μπορεί να είναι νόμιμη, αφού, χωρίς να περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στην αποτροπή κινδύνων για την δημόσια υγεία, αλλά επεκτεινόμενη σε όλες σχεδόν τις θρησκευτικές ιεροπραξίες (πλην των κηδειών), όχι απλά περιορίζει και φαλκιδεύει, αλλά ουσιαστικά ακυρώνει το δικαίωμα του ανθρώπου να εκδηλώνει έμπρακτα τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.
Με άλλα λόγια το μέτρο δεν είναι μέτρο υγειονομικό, αλλά αντιθρησκευτικό.