
Ο Ντόναλντ Τραμπ με την απόφαση του να αποσυρθεί από την διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν και να επαναφέρει τις κυρώσεις σε βάρος της Τεχεράνης καταφέρει ένα χτύπημα στις αεροπορικές εταιρείες, την Boeing και την Airbus, αφού είχαν υπογράψει συμφωνία με το Ιράν για την πώληση 200 αεροσκαφών και η οποία πλέον δεν ισχύει.
Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Στίβεν Μνούτσιν δήλωσε ότι δεν αναμένει μεγάλες αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου στις αγορές μόλις επιβληθούν οι αμερικανικές κυρώσεις στο Ιράν και πλήξουν το ιρανικό αργό, καθώς ορισμένες χώρες εμφανίζονται διατεθειμένες να αυξήσουν τη δική τους παραγωγή για να αντισταθμιστούν οι απώλειες στην προσφορά.
Απευθυνόμενος σε δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε, ο Μνούτσιν απέφυγε να αναφερθεί ονομαστικά στις χώρες που περιμένει να αυξήσουν την παραγωγή τους, περιοριζόμενος να δηλώσει πως έχουν γίνει συζητήσεις με «διάφορα μέρη που θα ήταν διατεθειμένα να αυξήσουν την προσφορά πετρελαίου για να αντισταθμιστεί αυτό. Έτσι, η προσδοκία μου δεν είναι ότι οι τιμές του πετρελαίου θα πάνε πιο ψηλά».
Ακόμη ο Μνούτσιν διεμήνυσε ότι θα ανακληθούν οι άδειες που είχαν δοθεί στις αεροπορικές βιομηχανίες Boeing και Airbus να πουλήσουν επιβατικά αεροσκάφη και ανταλλακτικά στο Ιράν, συνεπεία της εκ νέου επιβολής των αμερικανικών κυρώσεων στην Τεχεράνη. «Οι υπάρχουσες άδειες θα ανακληθούν», ξεκαθάρισε ο Μνούτσιν.
Η ανάκλησή τους θα τεθεί σε ισχύ έπειτα από μια περίοδο 90 ημερών. Αυτό σημαίνει πάντως πώς οι μετοχή των δύο εταιριών θα πέσει και οι απώλειες θα είναι πολύ μεγάλες.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Τρίτη ότι αποσύρει τη χώρα του από το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΟΣΔ) και ότι οι αμερικανικές κυρώσεις που είχαν αρθεί στο πλαίσιο της διεθνούς αυτής συμφωνίας του 2015 θα επιβληθούν ξανά.
Η συμφωνία, την οποία είχαν διαπραγματευθεί οι ΗΠΑ, άλλες πέντε μεγάλες δυνάμεις και το Ιράν, προέβλεπε τη σταδιακή άρση των κυρώσεων σε βάρος της Τεχεράνης με αντάλλαγμα την επιβολή περιορισμών στο ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Σκοπός της ήταν να αποτραπεί το ενδεχόμενο το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα.
Η εταιρεία IranAir είχε παραγγείλει 200 επιβατικά αεροσκάφη: 100 από την Airbus, 80 από την Boeing, 20 από τη γαλλοϊταλική βιομηχανία ATR. Και οι τρεις συμφωνίες αυτές προϋπέθεταν άδειες εξαγωγής της αμερικανικής κυβέρνησης, λόγω του ότι πολλά από τα τμήματα των αεροσκαφών τους κατασκευάζονται στις ΗΠΑ.
Η Boeing είχε κλείσει τον Δεκέμβριο του 2016 συμφωνία πώλησης 80 αεροσκαφών 777-300 ER αξίας 17 δισεκατομμυρίων ευρώ στην IranAir. Η συμφωνία είχε τυπικά διάρκεια μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2020.
Η Airbus ανακοίνωσε πριν από τη συνέντευξη Τύπου του Μνούτσιν ότι θα μελετήσει την απόφαση του Τραμπ και πρόσθεσε ότι αυτό θα πάρει κάποιο χρόνο.