Μύγες οι κοινές ή αλλιώς οικιακές (Muscae domesticae) είναι τα ενοχλητικά δίπτερα έντομα, με τα οποία είμαστε καταδικασμένοι να συμβιώνουμε.
Αναπαράγονται με ευκολία λόγω της ικανότητάς τους να τοποθετούν τα αυγά τους πάνω σε υλικά που αποσυντίθενται και λόγω της ταχύτητας αναπαραγωγής τους. Παμπάλαιες όπως η ανθρώπινη βλακεία, ανιχνεύονται κατά την έναρξη της καινοζωικής περιόδου, περίπου πριν από 65 εκατομμύρια χρόνια.
Χαρακτηριστικό τους, η ικανότητα να συνενώνονται και να αποφεύγουν τη σύλληψη. Έχουν την ικανότητα να μεταφέρουν τουλάχιστον εκατό παθογόνους παράγοντες, που προκαλούν σοβαρές ασθένειες, όπως τύφο, σαλμονέλα, αγραμματοσύνη και αναλφαβητισμό.
Πέραν αυτών, υφίστανται και οι μύγες «οι αποδομητικές» ή μύγες «της προσκολλήσεως», άτομα τα οποία λόγω της προσωπικής τους ανικανότητας έχουν καταλάβει εξ εφόδου τις πανεπιστημιακές έδρες, λέγονται δε «αποδομητικές» καθώς έχουν σκοπό να αποδομήσουν την ιστορία ως επιστήμη, αλλά και ως φροντίδα μνήμης και παίδευσης. Καλούνται όμως και μύγες «προσκολλήσεως», γιατί προσκολλώνται σε ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες προσδοκώντας απλώς «τα φράγκα».
Συγκροτήθηκε, λέει, σπουδαία Επιτροπή, με σκοπό να οργανώσει τους εορτασμούς για τα διακόσια χρόνια από την έκρηξη της Επανάστασης του 1821 και ότι η Επιτροπή αυτή, αποτελείται υποτίθεται από σπουδαία πρόσωπα, «τόσο εγχωρίας όσο και αλλοδαπής εσοδείας».
Δεν κλήθηκαν φυσικά κάτι «εθνοκεντρικοί» διανοητές, που οι επιστημονικές απόψεις τους δεν αποκλείουν την αγάπη προς την Πατρίδα, το Έθνος, τον λαό και τις παραδόσεις του, αλλά μόνο σπουδαίοι διανοητές, Έλληνες και ξένοι, μικροί και μεγάλοι, αρσενικοί, θηλυκοί και οτιδήποτε άλλο, με κοινό χαρακτηριστικό την ευρωπαϊκή εμμονή, τον κοσμοπολιτισμό και την αντιπάθεια για καθετί το Ελληνικό.
Σπουδαίες οι «μύγες»! Είναι παντού, από τη χαμοκέλα στο χωριό μέχρι τα παλάτια του Μπάκινγχαμ.
Έγραφε ο Αντόνιο Ματσάδο (Antonio Machado, 1875-1939), ο σπουδαίος Ισπανός ποιητής, στο ποίημά του «Las Moscas» (Οι Μύγες), ότι κοινό χαρακτηριστικό των μυγών είναι πως μπορούν να κάθονται με την ίδια ευκολία και «θρασύτητα» επάνω σε κοινές ακαθαρσίες και σ’ έναν πίνακα του Ελ Γκρέκο.
Με την ίδια ευκολία και οι δικές μας «μύγες» χώνονται σε επιτροπές για να συμβάλλουν στην προώθηση τόσο του γυναικείου ταγέρ όσο και της ολυμπιακής ιδέας και, γιατί όχι, για να προβάλλουν παρεμπιπτόντως και το πνεύμα της Επανάστασης του 1821.
Ποιον θα φώναζαν; Τον αείμνηστο Σαράντο Καργάκο; Που ανάλωσε τη ζωή του γράφοντας και μορφώνοντας τους νέους; Ο Δάσκαλος πρόλαβε και έφυγεε και δεν βλέπει την κατάντια μας.
Δεν τους χρειάζονται οι Σαράντοι, θέλουν τους διάφορους Μαζάουερ, τους Βερέμηδες, που ξέρουν να χώνονται παντού. Αυτοί θα διδάξουν πλέον όχι το Έθνος μα τον Πολτό.
Σήμερα, οι νέοι της πατρίδος μας δεν γνωρίζουν το 1821 ή το γνωρίζουν ανεπαρκώς. Και σ’ αυτό δε φταίνε οι ίδιοι αλλά το πολιτικό υπηρετικό προσωπικό που κυβερνάει τη χώρα. Κι αν γνωρίζουν κάτι, το γνωρίζουν από τα αθλιογραφήματα του (Αντι)Παιδαγωγικού Ινστιτούτου ή στην καλύτερη περίπτωση τα προχειρογραφήματα του αείμνηστου Γιάννη Σκαρίμπα.
Να σημειωθεί ότι με το εν λόγω (Αντι)Παιδαγωγικό Ινστιτούτο συνεργάζεται επ’ εσχάτων και ο πολύς καθηγητής του Πανεπιστημίου της Κρήτης-Ιστορικός κος Γεώργιος Μαργαρίτης, φροντίζοντας προφανώς και ο ίδιος να συμβάλλει με το σοβαροφανές άλλοθι που προσδίδει η παρουσία του, στην αποκολοκύνθωση των νέων (βλ.Εγχειρίδιο Ιστορίας Β’ Λυκείου).
Πάνω σε τέτοιο έδαφος αποσύνθεσης, επωάζουν τα αυγά τους οι «μύγες».
Ως υστερογράφημα ας προτάξουμε τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη που σε ομιλία του στο BBC το 1946 είχε πει:
Αυτή την «άγια παραφροσύνη», την άρνηση της νεκρής λογικής πρέπει να αντιτάξουμε και σήμερα.
Αυτή τη λαμπρή παραφροσύνη που κάνει τους αποδομητές να φοβούνται και να ανατριχιάζουν.
O Θουκυδίδης, πάντα διαχρονικός, στις "Ιστορίες "του εἰχε γράψει (απόδοση στα Νεά Ελληνικά Βιβλίο 3, 82 , 4-5):
[4] Για να δικαιολογούν τις πράξεις τους άλλαζαν ακόμα και την σημασία των λέξεων. Η παράλογη τόλμη θεωρήθηκε ανδρεία και αφοσίωση στο κόμμα, η προσωπική διστακτικότητα θεωρήθηκε δειλία που κρύβεται πίσω από εύλογες προφάσεις και η σωφροσύνη προσωπίδα της ανανδρείας. Η παραφορά θεωρήθηκε ανδρική αρετή, ενώ η τάση να εξετάζωνται προσεκτικά όλες οι όψεις ενός ζητήματος θεωρήθηκε πρόφαση για υπεκφυγή.
[5] Όποιος ήταν έξαλλος γινόταν ακουστός, ενώ όποιος έφερνε αντιρρήσεις γινόταν ύποπτος. Όποιον επινοούσε κανένα τέχνασμα και πετύχαινε, τον θεωρούσαν σπουδαίο, κι όποιον υποψιαζόταν σύγκαιρα και φανέρωνε τα σχέδια του αντιπάλου, τον θεωρούσαν ακόμα πιο σπουδαίο. Ενώ όποιος ήταν αρκετά προνοητικός, ώστε να μην χρειαστούν τέτοια μέσα, θεωρούσαν ότι διαλύει το κόμμα και ότι είναι τρομοκρατημένος από την αντίπαλη παράταξη. Με μια λέξη, όποιος πρόφταινε να κάνη κακό πριν από άλλον, ήταν άξιος επαίνου, καθώς κ' εκείνος που παρακινούσε στο κακό όποιον δεν είχε σκεφτεί να το κάνει...