Ο μέσος Έλληνας, δασκαλεμένος από τους πολιτικούς και τα ΜΜΕ, είναι πεπεισμένος πως ο Ερντογάν στο προεδρικό του μέγαρο διαθέτει μία τεράστια στρόφιγγα και ανάλογα με τα κέφια του την ανοίγει ή την κλείνει. Όταν την ανοίγει από ένα αόρατο τούνελ εμφανίζονται κύματα προσφύγων και μεταναστών, που πειθαρχημένα σαν στρατιωτάκια επιβιβάζονται σε φουσκωτές λέμβους μίας χρήσης για να περάσουν στη Λέσβο. Όλα αυτά αυτοματοποιημένα και μεθοδευμένα. Ο μέσος Έλληνας δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να διαγνώσει ιδίοις όμμασι τι ακριβώς συμβαίνει στα στρατόπεδα προσφύγων στη νότια και νοτιοανατολική Τουρκία. Ούτε βεβαίως θα επισκεφθεί ποτέ τη συνοριακή γραμμή με τη Συρία. Ούτε θα συζητήσει ποτέ με στελέχη της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες. Ούτε που φαντάζεται πώς λειτουργούν τα διεθνή κυκλώματα διακίνησης ανθρώπων. Κυρίως δεν αντιλαμβάνεται πρακτικά ο μέσος Έλληνας, διότι κανείς δεν ασχολήθηκε με την ενδελεχή ενημέρωσή του, για τον πλούτο που παράγεται σε καθημερινή βάση από τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών.
Πριν από περίπου ένα χρόνο διοργανώθηκε στη Νικομήδεια, πάνω στο βουνό, ένα συνέδριο για τους πρόσφυγες. Σχεδόν «κλειστό» με επιλεγμένους προσκεκλημένους, το συνέδριο διεξήχθη υπό την αιγίδα του τοπικού πανεπιστημίου. Εκεί συγκεντρώθηκαν διοικητικά στελέχη, ανώτερα στελέχη του ΟΗΕ, κυβερνητικοί παράγοντες, εκπαιδευτικοί, πανεπιστημιακοί που διαχειρίζονται προγράμματα για τους πρόσφυγες και μετανάστες. Συμμετείχαν και ειδικοί επί θεμάτων ασφαλείας, πολιτικοί αναλυτές, υπουργοί, διπλωμάτες και κάποιοι δημοσιογράφοι. Από την Ελλάδα συμμετείχαν ο τότε Υπουργός Μετανάστευσης Δημήτρης Βίτσας και ο προκάτοχός του Γιάννης Μουζάλας. Μαζί τους κάποιοι παρατρεχάμενοι.
Τον Οκτώβριο του 2018 τα πρώτα σημάδια της ύφεσης είχαν αρχίσει να είναι ορατά στην Τουρκία. Δεν είχε ακόμη ξεσπάσει η έκρηξη της κατάρρευσης της τουρκικής λίρας ούτε και ήταν εμφανή τα αποτελέσματα της εμπλοκής στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις με τους S 400 και τα F 35. Όλοι, ωστόσο, επιχειρηματίες και πολιτικοί, εκείνη την περίοδο ήταν απολύτως πεπεισμένοι πως η οικονομική κατάσταση στην Τουρκία είχε πια πάρει την κάτω βόλτα. Όχι διότι τα «κακά αμερικανάκια» τιμωρούσαν τον τουρκικό λαό και άλλα ευτράπελα. Αυτά είναι για την τηλεόραση του Ερντογάν. Απλά διότι η «Φούσκα» είχε πια σκάσει για τα καλά και διότι ο πόλεμος στη Συρία και η κατάσταση στις κουρδικές περιοχές στοίχιζαν επιπλέον έναν σκασμό λεφτά.
Ένας καλόπιστος παρατηρητής θα αντιλαμβανόταν ευθύς αμέσως πως πέρα από τα πολιτικά παιγνίδια που παίζονται με τις μεταναστευτικές ροές, τον τρόπο που οι τοπικές κυβερνήσεις στην Εγγύς Ανατολή χρησιμοποιούν ως φόβητρο και απειλή το φαινόμενο για να αποκομίσουν εξωτερική βοήθεια αλλά και για να εφαρμόσουν πολιτικές αυξάνοντας την επιρροή τους, υφίσταται ένα υπαρκτό πρόβλημα. Οι ροές από το Αφγανιστάν, τη Συρία, την Υεμένη και τη Σομαλία, αλλά και από την Αφρική και τις χώρες του Μαχρέμπ, έβαιναν και βαίνουν αυξανόμενες και μάλιστα κατά περιόδους με γεωμετρική πρόοδο. Στιγμιαία δε εμφανίζεται και εκθετική αύξηση των ροών όταν βρίσκονται σε εξέλιξη μείζονος εμβέλειας πολεμικές επιχειρήσεις (όπως την περασμένη εβδομάδα στο Ιντλίμπ της Βορείου Συρίας) που με τη σειρά τους προκαλούν πανικό στους άμαχους που σπεύδουν να εγκαταλείψουν τις περιοχές τους.
Τον Οκτώβριο του 2018 στην Τουρκία είχαν καταμετρηθεί 4,5 εκατομμύρια μετανάστες και πρόσφυγες. Με αγωνία ανέμενε ο ΟΗΕ και οι ΜΚΟ το τι θα συνέβαινε την άνοιξη του 2019, όταν θα έλιωναν τα χιόνια στα ορεινά περάσματα μεταξύ Τουρκίας και Ιράν. Οι πληροφορίες για μετακινήσεις μεγάλου όγκου μεταναστών από το Αφγανιστάν δυστυχώς επαληθεύτηκαν.
Τον Σεπτέμβριο του 2019 πια, η κατάσταση είχε επιδεινωθεί. Σε αυτό συνέβαλαν δύο παράγοντες. Η τουρκική διοίκηση κλήθηκε να διαχειριστεί την όλο και επιδεινούμενη κατάσταση στην Κωνσταντινούπολη όπου η τοπική κοινωνία άρχισε να αντιδρά λόγω της διογκούμενης παρουσίας μεταναστών στις συνοικίες της Πόλης. Η απομάκρυνση μεγάλων αριθμών μεταναστών από το μητροπολιτικό κέντρο είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση τις πίεσης των ροών προς τα παράλια. Οι διακινητές στα καφενεία του Φατίχ έπιασαν δουλειά.
Σχεδόν παράλληλα μερικές εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών στη Βόρειο Συρία, μεταξύ της Ανατολικής και της Δυτικής όχθης του Ευφράτη, μετακινήθηκαν προς τα σύνορα με την Τουρκία λόγω των εχθροπραξιών. Μεταξύ τους και χιλιάδες Τζιχαντιστές από τη Συρία και το Ιράκ οι οποίοι είχαν βρει καταφύγιο στον θύλακα του Ιντλίμπ, που είναι και το τελευταίο τους προπύργιο.
Συμπέρασμα: Μείζον διεθνές πρόβλημα διαχείρισης των ροών. Μέγιστο πρόβλημα ασφαλείας λόγω ανεξέλεγκτης μετακίνησης μεγάλης μάζας Τζιχαντιστών. Μεγάλη πίεση στα ανατολικά ευρωπαϊκά σύνορα, δηλαδή το Αιγαίο.
Είναι προφανές πως ο Ερντογάν συμπιέζεται αφόρητα από το στρατιωτικό-στρατηγικό αδιέξοδο στη Βόρεια Συρία, την επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ - Τουρκίας, την προφανή υποχώρηση της δυναμικότητας της τουρκικής οικονομίας αλλά (κυρίως) την ορατή πλέον αμφισβήτηση της παντοκρατορίας του στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο μετά τις δημοτικές εκλογές αλλά και την ίδρυση light ισλαμικής αντιπολίτευσης από σημαντικά μέλη του κόμματός του.
Η ενσωμάτωση στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας του ζητήματος των μεταναστευτικών ροών ως μοχλού πίεσης της ευρωπαϊκής Δύσης είναι λοιπόν ταυτόχρονα όπλο και δέλεαρ. Όπλο ως προς τον εκβιασμό - απειλή. Δέλεαρ ως προς τον ρόλο που δύναται να διαδραματίσει η Τουρκία ως φυσικός φραγμός, συγκράτησης ή διαχείρισης των ροών αυτών. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει μεγάλο κόστος. Το κόστος αυτό καλείται να καλύψει η Δύση, δηλαδή η Ευρώπη, δηλαδή οι πλούσιες χώρες του ευρωπαϊκού βορρά η πλειοψηφία των οποίων δεν επιθυμούν να συμμετέχουν στην ποσόστωση φιλοξενίας μεταναστών ή προσφύγων.
Το κόστος αλλά και τον πολιτικό της ρόλο στην περιοχή διαπραγματεύεται, εμμέσως ή αμέσως, η Άγκυρα αυτήν την περίοδο. Οι απειλές που εκστομίζονται εντάσσονται στο πλαίσιο του διπλωματικού οπλοστασίου αλλά, προσοχή, αφορούν έναν υπαρκτό κίνδυνο. Ακόμη και εάν υποθέσουμε πως αρχίζει μία σοβαρή διαπραγμάτευση με την Τουρκία, αυτό δεν σημαίνει πως οι ροές θα τεθούν άμεσα υπό έλεγχο. Τα κυκλώματα που δραστηριοποιούνται αυτή τη στιγμή στην Εγγύς Ανατολή είναι διεθνή και συχνά καθοδηγούμενα. Πολλές χώρες στο σύμπλεγμα αυτό της Βορείου Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και του Λεβάντε παίζουν παιγνίδια επιρροής που δεν είναι πάντα ορατά και πάντως κινούνται σε πέπλο ομίχλης. Οι διμερείς σχέσεις σε αυτό το γεωγραφικό τόξο είναι ρευστές και ευμετάβλητες. Μεγάλες δυνάμεις εκτός του συγκεκριμένου γεωγραφικού χώρου συμμετέχουν στο στρατηγικό παίγνιο. Μεγάλα συμφέροντα σε βασικούς τομείς της παγκόσμιας οικονομίας δραστηριοποιούνται στην περιοχή. Όταν συναντάς διακινητές στη συνοικία του Φατίχ σε κάποιον καφενέ δεν ξέρεις αν ο άνθρωπος με τον οποίο νταραβερίζεσαι είναι μέλος του υποκόσμου, πράκτορας, άνθρωπος των Ιρανών, τσιράκι του Άσαντ, αστυνομικός ή απλός τυχοδιώκτης. Μπορεί να είναι και υπάλληλος ενός κυκλώματος από την Αθήνα ή Αρναούτης με επαφές στους Αγίους Σαράντα και το Δυρράχιο.
Μακάρι ο Ερντογάν να είχε στο γραφείο του μία μεγάλη βάνα που κατά το δοκούν θα άνοιγε ή θα έκλεινε. Το ζήτημα της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών θα ήταν απείρως ευκολότερο. Δυστυχώς, όπως ξέρουν πολύ καλά τα ανώτερα διοικητικά κλιμάκια στην Αθήνα (όλων των κυβερνήσεων), το πρόβλημα ξεπερνά τις τοπικές κυβερνήσεις και τις συνήθεις διοικητικές δομές. Ακόμη και εάν οι Βρυξέλλες αποφασίσουν να στηρίξουν την Τουρκία σε ρόλο «φράκτη» εξ ανατολών και ικανοποιήσουν σε ένα βαθμό τις στρατηγικές φιλοδοξίες του Ερντογάν (άλλο επιπλέον πρόβλημα για την Αθήνα) είναι αμφίβολο αν οι μεταναστευτικές ροές θα διακοπούν οριστικά. Η επόμενη φάση του πολέμου στην περιοχή θα αναγκάσει την ευρωπαϊκή δύση να κινητοποιήσει πολύ περισσότερες εφεδρείες και ενέργεια από τα δισεκατομμύρια ευρώ που (δικαίως) ζητεί η Άγκυρα. Ούτε το Παρίσι ούτε το Βερολίνο ούτε η Ρώμη, αλλά ούτε και η Βαρσοβία, έχουν προετοιμαστεί γι’ αυτό.