Η υποβάθμιση του τουρκικού κρατικού αξιόχρεου σημειώθηκε μόλις μερικές ώρες αφότου ο ανταγωνιστικός οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s εξέπληξε τους επενδυτές, υποβαθμίζοντας την προοπτική της οικονομίας της Τουρκίας σε «αρνητική» από «σταθερή».
Αμφότεροι οι οίκοι αξιολόγησης εξέφρασαν ανησυχία για την πολιτική αστάθεια στην Τουρκία μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, αλλά και για τις πιέσεις της Άγκυρας στην κεντρική τράπεζα. Πάνω από 100.000 άνθρωποι έχουν καθαιρεθεί ή απομακρυνθεί από τις θέσεις τους στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος. Τουλάχιστον 40.000 άλλοι έχουν συλληφθεί.
Ο Fitch, στην ανακοίνωση με την οποία γνωστοποίησε ότι υποβαθμίζει τα τουρκικά κρατικά αξιόγραφα στη βαθμίδα BB+ (από BBB-), σημείωσε ότι οι εξελίξεις «στην πολιτική και στην ασφάλεια υπονόμευσαν τις οικονομικές επιδόσεις και την ανεξαρτησία των θεσμών» της Τουρκίας.
Πέρυσι ο Standard & Poor’s είχε επίσης υποβαθμίσει στην κατηγορία των «σκουπιδιών» τα κρατικά ομόλογα της Τουρκίας, ενώ τον μιμήθηκε λίγο καιρό αργότερα και ο Moody’s.
Τα πιο συντηρητικά επενδυτικά ταμεία συνήθως θεωρούν προϋπόθεση τα ομόλογα μιας χώρας να αξιολογούνται ως επένδυση από δύο μεγάλους οίκους πριν αποφασίσουν να τα εντάξουν στα χαρτοφυλάκιά τους.
Η Τουρκία εξαρτάται από τις ροές ξένων επενδύσεων για να αναχρηματοδοτεί το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της -που είναι ένα από τα υψηλότερα μεταξύ των χωρών της Ομάδας των Είκοσι (G20) πιο αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών του πλανήτη- αλλά και το εξωτερικό της χρέος. Η υποβάθμιση του αξιόχρεου του τουρκικού δημοσίου προεξοφλείται πως θα αναγκάσει την Άγκυρα να πληρώνει περισσότερα για να δανείζεται από τις αγορές.
Η τουρκική λίρα έχει υποχωρήσει περίπου 8% ήδη φέτος, γεγονός που σημαίνει ότι έχει μια από τις χειρότερες αποδόσεις νομισμάτων μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών. Η κεντρική τράπεζα αύξησε τα επιτόκια αυτή την εβδομάδα, αλλά όχι αρκετά ώστε να εμποδίσει τη συνεχιζόμενη υποχώρηση της λίρας. Ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που επιθυμεί διακαώς να υπάρχουν φθηνές πιστώσεις ώστε να τονωθεί η οικονομία, δηλώνει «εχθρός» των επιτοκίων, οδηγώντας οικονομολόγους στο συμπέρασμα ότι η κεντρική τράπεζα δεν έχει πλήρη ανεξαρτησία στην άσκηση της αποστολής της.