Πέρα από την αλλαγή κυβέρνησης, ένα ακόμα θέμα που απασχόλησε -σοβαρά- την ελληνική ειδησεογραφία, αυτό το καλοκαίρι, ήταν τα καμώματα της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και οι σχέσεις του Ερντογάν με τον Τραμπ με μοχλό πίεσης τους S-400. Και η Ελλάδα που είναι σε όλα αυτά;
Στην ελληνική «δημοσιολογία» επικράτησαν κατά κύριο λόγο οι απλουστευτικές απόψεις πως οι ΗΠΑ έχουν ξεγραμμένη την Τουρκία και πως η Ελλάδα θα βγει η απόλυτη κερδισμένη από το παζάρι της Άγκυρας με την Μόσχα. Κοιτώντας, όμως, πίσω από τις απλοϊκές αυτές προσεγγίσεις δημιουργούνται ορισμένα ερωτηματικά. Για παράδειγμα:
Γιατί μέχρι στιγμής η Ουάσινγκτον δεν έχει επιβάλλει κυρώσεις κατά της Τουρκίας;
Γιατί διστάζει ο Τραμπ να ακούσει τις εισηγήσεις στελεχών του και «δικαιολογεί» τον Ερντογάν;
Τι έχει λαμβάνειν η Ελλάδα από όλα αυτά;
Η απάντηση στα παραπάνω δεν είναι απλή, είναι, ωστόσο κατανοητή βλέποντας την σκακιέρα από ψηλά. Έκθεση των Μάικλ Ντόραν και Πίτερ Ραφ για λογαριασμό του συντηρητικού Hudson Institute των ΗΠΑ, υπό τον τίτλο «Too big to fail: Toward a US-German partnership on Turkey» δείχνει, μεταξύ άλλων, ότι το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο και οι δισταγμοί του Τραμπ περισσότερο εξηγήσιμοι. Οι συντάκτες της έκθεσης εξηγούν ότι η αγορά των ρωσικών συστημάτων S-400, που έχει προκαλέσει την αμερικανική οργή, δεν αποτελεί μια μεμονωμένη εμπορική συναλλαγή, αλλά την επανατοποθέτηση της Τουρκίας στο διεθνές σύστημα.
Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι απρόβλεπτος, ούτε εμμονικός. Η Άγκυρα παρουσιάζει την πληθώρα γεωπολιτικών επιλογών ως έναν μοχλό πίεσης προκειμένου να στρέφει τις ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας και τούμπαλιν. Ακροβατεί, δηλαδή, πάνω σε ένα διαπραγματευτικό σχοινί με στόχο να πετύχει την ισχυροποίηση της Τουρκίας για να την καταστήσει απαραίτητη σε όλους.
Μπορεί με την πρώτη ματιά να νομίζουμε πως ο Ερντογάν φωνάζει «θα κάνω ό,τι θέλω και δεν με νοιάζουν οι συνέπειες», το πραγματικό μήνυμα που εκπέμπει, όμως, είναι «Μην μας θεωρείτε δεδομένους. Έχουμε και άλλες επιλογές».Έτσι, ο Τραμπ αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην ανάγκη να αποθαρρύνει άλλους υποψήφιους αγοραστές ρωσικών όπλων και την κατανόηση του γεγονότος ότι η Τουρκία δεν πρέπει να εξωθηθεί σε ξένες αγκάλες.
Εάν εισακουστούν οι αντιτουρκικές φωνές σε ΗΠΑ και Ευρώπη, τότε η Τουρκία θα πέσει στην αγκαλιά της Μόσχας ξεκινώντας ένα ντόμινο, αφού θα εμφανιστούν κι άλλες χώρες, όπως η Αίγυπτος, η Ινδία ή η Σαουδική Αραβία που θα πλησιάσουν τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο Ρώσος πρόεδρος έτσι θα έχει δεχθεί ένα δώρο από την Δύση η οποία όχι μόνο δεν θέλει να εμπλακεί η ίδια άμεσα στην Μέση Ανατολή για ακόμα μία φορά, αλλά θα έχει αφήσει και την μοναδική της «ασπίδα» στην περιοχή, δηλαδή την Τουρκία.
Για να μην το κουράζουμε, το διεθνές παζάρι αυτήν την στιγμή γίνεται για να δούμε εάν η Τουρκία θα είναι ο Δούρειος Ίππος της Μέσης Ανατολής στην Δύση, ή ο Δούρειος Ίππος της Δύσης σε Μέση Ανατολή και Ρωσία.
Ενώ λοιπόν το παζάρι είναι πραγματικά πολύπλοκο, η Ελλάδα παραμένει αμέτοχη. Αυτό συμβαίνει γιατί αντιμετωπίζοντας την Τουρκία με φοβικότητα, εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι κάποια στιγμή θα κάνει το μεγάλο λάθος και θα μετατραπεί σε μαύρο πρόβατο. Εξακολουθούμε να μην καταλαβαίνουμε πως η γειτονική χώρα έχει μετατραπεί από έναν επικίνδυνο γείτονα σε έναν επιθετικό αναθεωρητικό παίκτη του διεθνούς status quo. Και δείχνει τουλάχιστον στην αρχή, οι πρακτικές της να πιάνουν τόπο.
Τα πρώτα σημάδια δεν είναι ενθαρρυντικά. Αντί να απολαμβάνουμε οφέλη από τους τουρκικούς τσαμπουκάδες, φαίνεται πως οι ΗΠΑ μας αντιμετωπίζουν σαν το «σιγουράκι» υψώνοντας αξιώσεις όπως η δημιουργία βάσεων δίχως μόνιμο προσωπικό. Σε αυτές, σε Αλεξανδρούπολη, Λάρισα και Στεφανοβίκι θα μεταφέρονται συνεχώς, όπως αποκαλύπτει και η Εστία, οπλισμός και ανθρώπινο δυναμικό από άλλες βάσεις των Βαλκανίων.
Αντί λοιπόν να ισχυροποιούμαστε και να εξασφαλίζουμε την κυριαρχία μας, δίδοντας μεν ανταλλάγματα, αλλά μετατρέποντας δε τα εδάφη μας σε ζωτικής σημασίας κόμβο για τους συμμάχους, οδηγούμαστε νομοτελειακά στην μετατροπή της Ελλάδος σε κέντρο διερχομένων…
Η νέα κυβέρνηση έχει μπροστά της, ευτυχώς, τον απαραίτητο χρόνο, αλλά δεν πρέπει να επαναπαυθεί. Πρέπει με γνώμονα το «δεν υπάρχουν Φιλέλληνες» να αποκομίσει οφέλη από τους συμμάχους και εταίρους και να εξασφαλίσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα σε ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα με το βλέμμα στην εξασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας και της Κύπρου. Όλα αυτά, προσπαθώντας να αποτρέψει το χειρότερο ενδεχόμενο όλων: να πειστούν οι εταίροι μας πως θα έχουν οφέλη και οι ίδιοι από την αναθεωρητική τάση της Τουρκίας…