Κοντά στη γραφική κωμόπολη Oakfield, στην κομητεία Sussex της Αγγλίας και στο μέσο μιας κατάφυτης από πλατάνια και ιτιές πεδιάδας, που διαρρέεται από έναν μικρό ποταμό, ανυψώνεται εδώ και πέντε αιώνες ο πύργος του Κόμη Σόμερσετ, ο οποίος ανήκε σε μια από τις παλαιότερες και ιστορικότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Γηραιάς Αλβιώνας.
Οι φαιοσκότεινοι τοίχοι του, οι κισσοκαλυμμένοι πύργοι του, οι βαριές και στέρεες επάλξεις του και οι οξειδωμένες από το σφυροκόπημα του χρόνου σιδερένιες πύλες του, του προσδίδουν ένα ύφος θρηνητικό και μελαγχολικό, ιδανικά συνυφασμένο με την κατήφεια του συννεφιασμένου ουρανού και την πένθιμη όψη των ιτιών, που ρίχνουν τη φυλλωτή τους κώμη, σα χοντρά κι απαρηγόρητα δάκρυα, πάνω από τα τεφρόχρωμα νερά του ποταμού.Αλλά το παραδοξότερο χαρακτηριστικό ολόκληρου του πύργου είναι όλο κι όλο ένα δωμάτιο, που βρίσκεται ακριβώς κάτω από τη μεγάλη έπαλξη και αποκαλείται
“το ερυθρό δωμάτιο”.Οι τοίχοι του, στιβαροί και κατακόκκινοι, φέρουν επίχρυσες διακοσμήσεις παλαιότατου ρυθμού, ενώ η επίπλωσή του, η οποία έχει μείνει άθικτη για τουλάχιστον δύο αιώνες, αποπνέει ένα αίσθημα ερήμωσης και πένθους, προκαλώντας μιαν απροσδιόριστη δυσθυμία στον επισκέπτη.Η μεγάλη δρύινη κλίνη με τα κατέρυθρα ατλαζένια παραπετάσματα κατέχει μια γωνιά του δωματίου. Ένα δρύινο, επίσης, και ωοειδές τραπέζι βρίσκεται στο κέντρο και πάνω του δεσπόζουν δύο βαρύτιμα αργυρά κηροπήγια παλαιάς τεχνοτροπίας.Από το παράθυρο ανοίγεται μια θεσπέσια θέα προς την πεδιάδα και τα αντικρινά βουνά και από το σημείο εκείνο ο μικρός ποταμός διακρίνεται ως άκακο ερπετό με το αστραφτερό του σώμα.Το ωραίο αυτό δωμάτιο παραμένει ακατοίκητο για περισσότερο από εκατόν πενήντα χρόνια και αυτό εξαιτίας αλλόκοτων σκηνών που εκτυλίσσονται στο εσωτερικό του. Φρικαλέοι θρήνοι, ωσάν να αναπέμπονται από την Κόλαση, δονούν τους στιλπνούς του τοίχους, τους φαγωμένους από τα στοιχειά του καιρού και της πολυκαιρίας.Τότε, μες στον πύργο είναι σαν να εξαπολύονται όλοι οι λυσσαλέοι άνεμοι μαζί και σκούζουν με παράπονο και άγριο πόνο… Οι στριγκοί ήχοι συσπειρώνονται στις ανήλιαγες γωνιές και εξακοντίζονται κατόπιν με ορμή προς τα πανύψηλα ταβάνια.Από πατέρα σε γιο και από γενιά σε γενιά διασώζεται στην οικογένεια Σόμερσετ η παράδοση ότι σε εκείνο το δωμάτιο είχε διαδραματιστεί γύρω στα 1745 μια ανείπωτη τραγωδία.Κάποιος Κόμης του Σόμερσετ είχε φονεύσει εκεί μέσα την ίδια του την κόρη, διότι τη συνέλαβε στην αγκαλιά ενός νεαρού υπηρέτη του, ο οποίος αυτοκτόνησε, ρίχνοντας τον εαυτό του από το παραθύρι της. Η παράδοση προσθέτει ότι ο σκληρόκαρδος Κόμης είχε χτίσει κατόπιν την πόρτα του δωματίου, αφήνοντας εκεί μέσα άταφο και αλειτούργητο το πτώμα του παιδιού του.Όταν, μετά την παρέλευση της δεκαετίας, ο υπέργηρος Κόμης, βρισκόμενος στο χείλος του θανάτου, διέταξε γεμάτος τύψεις να γκρεμιστεί η πόρτα, δε βρέθηκε κανένα ίχνος του πτώματος της κόρης του, ούτε το παραμικρό της λείψανο, προκειμένου να θαφτεί επιμελώς.Στο παράδοξο τούτο γεγονός δε ήταν δυνατόν να δοθεί καμία εξήγηση. Όταν, μάλιστα, ο σκληρόκαρδος Κόμης έπνεε τα λοίσθια, ξαπλωμένος στην πολυτελή του κλίνη, η οποία είχε δει το ψυχορράγημα τόσων προγόνων του, ακούστηκε μια στεντόρεια κραυγή από
“το ερυθρό δωμάτιο”, που διαπέρασε ολόκληρο το κάστρο, σαν το ωστικό κύμα μιας μεγάλης έκρηξης.Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα, ο αβυσσαλέος τούτος κοπετός εκρήγνυτο συχνά, προξενώντας καθηλωτικό τρόμο στο υπηρετικό προσωπικό, στην κουστωδία των θεραπόντων ιατρών που παρήλαυναν στα στερνά του Κόμη, αλλά και σε όλους τους παρισταμένους.Κάποια στιγμή επισκέφτηκε τον Κόμη στον πύργο του ο Σερ Τόμας Νέλσον, Καθηγητής της Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, ένας άνθρωπος ψυχρής παρατηρητικότητας και βαθιάς επιστημονικής μόρφωσης. Κοιμόταν μια νύχτα του Φεβρουαρίου στο δωμάτιο των ξένων, όταν, γύρω στα μεσάνυχτα, πετάχτηκε από τον ύπνο του από θρηνώδεις κραυγές, που αντηχούσαν από το γειτονικό δωμάτιο.Στην αρχή δεν έδωσε και πολλή σημασία, αλλά βλέποντας ότι οι θρήνοι εξακολουθούσαν και σκανδαλισμένος από την αδιαφορία των ενοίκων του πύργου, πίεσε τον ηλεκτρικό κώδωνα και αμέσως παρουσιάστηκε ενώπιόν του ένας μισοκοιμισμένος υπηρέτης, που φορούσε τα νυχτικά του.
-Τι φωνές είναι αυτές; Τι συμβαίνει; ρώτησε ο Καθηγητής.
-Είναι… είναι… το φάντασμα, ψέλλισε όσο πιο σιγανά μπορούσε ο υπηρέτης.
-Τι λες, ανόητε; Ποιο φάντασμα;-Το φάντασμα του ερυθρού δωματίου… το στοιχειό, το στοιχειό θρηνεί έτσι…Ο Καθηγητής, διαβλέποντας πως ο υπηρέτης δε γνώριζε τι να απαντήσει, τον απέπεμψε, ντύθηκε πρόχειρα και βγήκε έξω από το δωμάτιό του, γυρεύοντας λελογισμένες απαντήσεις.Οι θρήνοι διακρίνονταν ολοκάθαρα και δυνατά, ανακατεμένοι με τον συριγμό του μανιώδους βοριά και της σφοδρής βροχής, που έσκαγε πάνω στους υαλοπίνακες. Τότε, βγήκε από το δωμάτιό του και ο Κόμης, κατηφής και μελαγχολικός, ζητώντας συγγνώμη από τον φιλοξενούμενό του για την αναστάτωση και ξεκίνησε να αφηγείται την τραγική του ιστορία.Η χαμηλόφωνη αυτή αφήγηση υπό το αμυδρό φως τριών κεριών, υπό τους θόλους της παλαιάς αίθουσας και υπό την ασίγαστη συνοδεία των πένθιμων ήχων ενείχε μέσα της κάτι το ακατανόητο, το ασύλληπτο, το φοβερό.Ο ψύχραιμος και εχέφρων επιστήμονας αρκέστηκε να πει στον Κόμη:-Αγαπητέ μου, φρονώ πως κάποια άλλη λογική εξήγηση πρέπει να δοθεί στο αλλόκοτο τούτο γεγονός. Ίσως από κάποια κρυμμένη σχισμή του τοίχου να διεισδύει ο άνεμος. Στοιχηματίζω δέκα λίρες πως αν μπω αυτή τη στιγμή μέσα στο ερυθρό δωμάτιο, θα ανακαλύψω τη φυσική εξήγηση του φαινομένου.Ωχροί και περίφοβοι ανέμεναν έξω από το ερυθρό δωμάτιο τον Καθηγητή ο Κόμης και τρεις υπηρέτες του. Το μοιρολόι ακουγόταν ακατάπαυστο, μακρόσυρτο και πικρό, ενώ μια αδιευκρίνιστη παγερότητα εξαπλώθηκε γοργά μέσα στο μεσαιωνικό κτίσμα.Ξάφνου, η πόρτα άνοιξε με πάταγο και εξήλθε ο Καθηγητής πανιασμένος, κατακίτρινος σαν το θειάφι.-Την είδα!… Ω, φρίκη!… Την είδα μες στα αίματα… Όλη μες στα αίματα! Ελάτε να δείτε…Και έδειξε το μανίκι από το πουκάμισό του, το οποίο ήταν γεμάτο με χοντρές κηλίδες από φρέσκο αίμα, ενώ ο Καθηγητής ήταν προφανώς αλάβωτος.-Με έπιασε εδώ!… Δείτε!… Αυτές οι κηλίδες είναι από το αίμα της!…Μόλις συνήλθε ο Σερ Τόμας Νέλσον, είχε πια ξημερώσει. Άρπαξε τα πράγματά του και μετέβη ευθύς στο Λονδίνο, όπου γνωστοποίησε το απίστευτο περιστατικό στον Σύλλογο των Πνευματιστών και στο Ψυχολογικό Ινστιτούτο, ώστε να μεριμνήσουν σχετικώς.Στο στοιχειωμένο
“ερυθρό δωμάτιο” του πύργου του άκαρδου Κόμη, τα χρόνια περνούσαν μακάβρια, με έναν βαρύ μανδύα οδύνης και άταφης εκδικητικότητας, ριγμένο πάνω από τους καμπουριασμένους, φαιούς του τοίχους. Τα ουρλιαχτά του φαντάσματος της δολοφονημένης κόρης από τα χέρια του ίδιου της του πατέρα δεν καταλάγιασαν ποτέ. Έμειναν κι αυτά άθαφτα, όπως και το κορμί της.Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΧΡΟΝΟΣ”, στις 27/02/1905…