Στις αρχές Αυγούστου του 1930, οι κάτοικοι του Παγκρατίου, στην Αθήνα, ήταν τουλάχιστον ανάστατοι, όσο και τρομοκρατημένοι, από τα όσα ακατανόητα και φοβερά διαδραματίζονταν στην οδό Αστυδάμαντος 39, στην οικία του Ιωάννη Τομπόπουλου.
Σύμφωνα με τις πολυάριθμες μαρτυρίες των ενοίκων και των περιοίκων, κάθε βράδυ μετά τις 9:30, το εν λόγω σπίτι βομβαρδιζόταν από συνεχείς και θορυβώδεις ρίψεις λίθων, τούβλων και κοτρώνων. Το σπίτι θεωρούνταν στοιχειωμένο από ένα άγριο και βλοσυρό πνεύμα, που προσπαθούσε τις νύχτες να βλάψει τους ενοίκους του, λιθοβολώντας τους ασταμάτητα.
Μάλιστα, είχαν τόσο πολύ επηρεαστεί οι γείτονες από την αλλόκοτη αυτή κατάσταση, που κάθε βράδυ, γύρω στις 9:00, έτρεχαν να πιάσουν θέση σε κάθε ταράτσα, σε κάθε ύψωμα, σε κάθε παράθυρο και βεράντα, από όπου ήταν ορατό το προαύλιο της οικίας, στο οποίο τελούνταν ο απόκοσμος λιθοβολισμός.
Οι δημοσιογράφοι επισκέφτηκαν την οικία Τομπόπουλου και συνάντησαν τον ένοικό της, τον ενοικιαστή Β. Κωττούλια, κατά του οποίου, όπως φαινόταν, στρεφόταν η επίθεση του επικίνδυνου πνεύματος. Εκείνος, σαστισμένος και ιδιαιτέρως προβληματισμένος, τους εξήγησε πως οι λιθοβολισμοί γίνονταν τα τρία τελευταία βράδια, από τις 9:30 περίπου μέχρι τα μεσάνυχτα, οπότε και έπαυαν μυστηριωδώς, και στόχος τους ήταν μια μεγάλη γλάστρα στην εξώπορτα του σπιτιού του, αλλά και το τραπέζι, όπου έτρωγαν οικογενειακώς.
Τους έδειξε τον πελώριο σωρό από πέτρες, που είχε συγκεντρωθεί κατά τη διάρκεια των τριών ημερών και τους επισήμανε πως έμοιαζαν με εκείνες που βρίσκονταν δεξιά σε μερικά ερείπια, μόνο που έπεφταν ανεξήγητα καυτές, σαν να είχαν βγει από τον κρατήρα ηφαιστείου. Επίσης, τους υπέδειξε το διπλανό οικόπεδο, από όπου κατέφταναν ορμητικά οι λίθοι.
Παρά το γεγονός ότι όλοι οι περίοικοι παρατηρούσαν σχολαστικά κάθε νύχτα και ότι τουλάχιστον είκοσι Αστυνομικοί με πολιτικά είχαν σταλεί για να πιάσουν τον επίδοξο φαρσέρ, όπως θεωρούσαν, οι λιθοβολισμοί εξακολουθούσαν άγριοι και απειλητικοί, χωρίς ποτέ να φανεί κάποιος ένοχος. Ήταν σαν να ρίχνονταν οι πέτρες από χέρια αόρατα, παρά τα μυριάδες μάτια, που ατένιζαν προσεκτικά τον περιβάλλοντα χώρο.
Μια άλλη ένοικος του σπιτιού, η Γ. Νουχάγιερ, πρόσθεσε: «Αυτό που μας συμβαίνει είναι τρομερό! Δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, πού να σταθούμε… Νομίζει κανείς πως οι πέτρες βγαίνουν μέσα από τη γη! Και βγαίνουν ζεστές, καυτές! Δεν αγγίζονται!»
Ο Β. Κωττούλιας και η σύζυγός του έγνεψαν συγκαταβατικά στα λεγόμενα της γειτόνισσας, με βλέμμα χαμηλωμένο απ’ τον φόβο και την αγανάκτηση.
Οι δημοσιογράφοι αποχώρησαν κι αυτοί σταυροκοπούμενοι, ενημερώνοντας τον Άγγελο Ταναγρα, τον Πρόεδρο της Εταιρίας Ψυχικών Ερευνών, ώστε να ασχοληθεί περαιτέρω με το πόλτεργκαϊστ του Παγκρατίου.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ», στις 08/08/1930…