Όλον αυτόν τον καιρό, δεν είχαν σταματήσει να καταφτάνουν οι ερωτικές επιστολές με αποδέκτη τη Χαρίκλεια, η οποία, άγνωστο πώς, γνώριζε πάντοτε εκ των προτέρων πού θα εμφανιζόταν το γράμμα του μυστηριώδους επιστολογράφου.
Έτσι, λοιπόν, μια μέρα, ενώ βρισκόταν στο Κολίρι, στο χωριό που κατοικούσε η αδερφή της μαζί με τον άντρα της, τον ανδρείο Γαλάνη, είπε στους οικείους της:
-Στο τάδε μέρος, κάτω από την τάδε πέτρα, θα βρείτε ένα γράμμα για σας.Ο Γαλάνης πήγε πράγματι στο υποδειχθέν σημείο, ανασήκωσε την πέτρα και είδε μια μεγάλη κόλλα χαρτί, πάνω στην οποία ήταν γραμμένες μερικές αράδες. Το περιεχόμενο της επιστολής ήταν πάντα το ίδιο. Ο άγνωστος ζητούσε να πάρει τη Χαρίκλεια δική του με απειλές και προειδοποιούσε ότι θα απαχθεί βιαίως.Ο γαμπρός της πήρε το γράμμα, έγραψε πάνω στην ίδια κόλλα
“όποιος κι αν είσαι, αν έχεις καρδιά, παρουσιάσου μόνος σου στο σπίτι ή έλα να με ανταμώσεις, για να λογαριαστούμε” κι έπειτα, απέθεσε το χαρτί στο ίδιο μέρος.Το ίδιο βράδυ, επέστρεψε στο μέρος τούτο και κρυμμένος πίσω από μια θημωνιά, με το όπλο στα χέρια, καιροφυλακτούσε να πιάσει στα πράσα τον επίμονο νεαρό που τους είχε ταράξει τις ζωές τους. Εις μάτην, όμως, περίμενε όλη νύχτα…Κατά τα ξημερώματα, απηυδισμένος και κατάκοπος από την ένταση και το ξενύχτι, προχώρησε προς την πέτρα, την ανασήκωσε και είδε με τεράστια κατάπληξη ότι το γράμμα είχε εξαφανιστεί!Εννοείται, βεβαίως, πως την ίδια κιόλας μέρα ξαναβρήκαν το γράμμα με καινούρια απάντηση.Όταν, την επόμενη φορά, η Χαρίκλεια είπε στον Γαλάνη ότι ανέμενε κι άλλη επιστολή σε ορισμένο μέρος, εκείνος είχε ήδη οργανώσει ολόκληρη εκστρατεία, από την οποία ήταν σίγουρος ότι δε θα του ξεγλιστρούσε ο ένοχος.Μάζεψε φίλους του από τα δυο χωριά, Ανδραβίδα και Καβάσιλα, παλικάρια με τα οποία είχε υπηρετήσει μαζί στον στρατό και είχε συνδεθεί με άρρηκτους δεσμούς φιλίας. Και το σώμα αυτό, οπλισμένο μέχρι τα μπούνια, πήγε να στήσει καρτέρι προς ανακάλυψη του κακοποιού ή των κακοποιών.Ο εχθρός πλέον δε θα μπορούσε να του ξεφύγει. Γιατί το μέρος όπου φυλασσόταν το γράμμα, φρουρούνταν μέρα και νύχτα. Το γράμμα, όμως, έφυγε από την πέτρα, ξαναπήγε με άλλη απάντηση, χωρίς κανείς να δει ποτέ τον αόρατο νέο!Τα παράδοξα τούτα γεγονότα σιγά-σιγά διαδόθηκαν σε όλη την περιφέρεια. Και όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιστάσεις, ο καθένας με τη φαντασία του πρόσθετε και κάτι δικό του.Έτσι, σχηματίστηκε ένας θρύλος γύρω από τη Χαρίκλεια Νικολακοπούλου ή Βλάχου. Όλοι μιλούσαν για τα αλλόκοσμα φαινόμενα με δέος, με τρόμο, με αμηχανία. Μάλιστα, στην πόλη του Πύργου Ηλείας έγινε το ζήτημα της ημέρας.Τέσσερις κύριοι, μεταξύ των οποίων ο κύριος Λυμπερόπουλος, Καθηγητής της Εμπορικής Σχολής Πύργου, ένας ιατρός της περιοχής και δύο ακόμη, εξέδραμαν στο χωριό, επισκέφτηκαν το σπίτι του Γαλάνη και ζήτησαν να δουν το κορίτσι με τις παράξενες δυνάμεις.Μα, τη μέρα εκείνη, η Χαρίκλεια ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της, ανήμπορη να κινηθεί και να σαλεύσει.Όταν οι οικείοι της της γύρεψαν να σηκωθεί, εκείνη αποκρίθηκε:
-Βγάλτε μου πρώτα την αλυσίδα, με την οποία με έχει ακινητοποιήσει εκείνος. Λύστε την, αλλιώς δε δύναμαι να σαλέψω.Οι τέσσερις κύριοι, φυσικά, δεν έβλεπαν καμία αλυσίδα. Όταν της το είπαν, η κοπέλα επέμεινε και τους εξήγησε ότι η αλυσίδα έσφιγγε τη μέση της. Προσπάθησαν, πάλεψαν, ίδρωσαν, μα του κάκου… Το κορίτσι έμοιαζε σαν πελώριο μαρμάρινο άγαλμα, λαξευμένο σε ογκώδη βράχο.Όπως πληροφορήθηκαν οι τέσσερις κύριοι, πολλές φορές ο μυστηριώδης και αθέατος νέος, ιδίως όταν επενέβαινε η αινιγματική Μαύρα για να του χαλάσει τα σχέδια, απέθετε πάνω στο στήθος της Χαρίκλειας μια μικρή αλυσίδα, όπως διηγούνταν η ίδια, και έτσι, την καθιστούσε εντελώς ακίνητη.Τα συγκλονιστικά αυτά φαινόμενα κίνησαν το ενδιαφέρον του πνευματιστικού κύκλου
“Χαραυγή” του πνευματιστή Χρήστου Δημάρατου, που έσπευσε να προβεί σε έρευνες, για να ανακαλύψει τον αθέατο άντρα και τη μυστηριώδη Μαύρα.Συνεχίζεται…Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Η ΒΡΑΔΥΝΗ”, στις 10/04/1928…