Η κυρία Κωνσταντία Νικολαΐδου, που κατοικούσε επί της οδού Σκοπέλου, θεωρούνταν ένα από τα καλύτερα μέντιουμ όλων των εποχών της Ελλάδας. Ιδίως ο τρόπος με τον οποίο εκτελούσε μεταβιβάσεις σκέψης ήταν καταπληκτικός. Η φήμη της είχε ταξιδέψει και στο εξωτερικό.
Άλλωστε, η Εταιρεία Ψυχικών Ερευνών την είχε χρησιμοποιήσει πολλές φορές στο παρελθόν με άριστα αποτελέσματα. Εξακολουθούσε να τη χρησιμοποιεί τακτικά και στις συνεδριάσεις του Σαββάτου, κατά τις οποίες τελούνταν πειράματα τηλεπάθειας μεταξύ των Αθηνών και των Παρισίων, όπου εναλλάξ ανταλλάσσονταν νοερά διάφορα σχήματα. Από την ανάγνωση των σχημάτων αυτών, η κυρία Κωνσταντία κατείχε τις λαμπρότερες επιτυχίες.Ο Αρχισυντάκτης της
“ΒΡΑΔΥΝΗΣ” Διονύσιος Δεβάρης αποφάσισε να επισκεφτεί το ισχυρό αυτό μέντιουμ, για το οποίο του μιλούσαν άπαντες με τα καλύτερα λόγια. Όταν η κυρία Κωνσταντία άκουσε τον σκοπό της επίσκεψής του, τον παρακάλεσε να αναβάλουν για λίγο τη συζήτησή τους, καθώς επρόκειτο να πάει μαζί με τον σύζυγό της στην κλινική του κυρίου Βλαστού, όπου πραγματοποιούνταν τα πειράματα τηλεπάθειας μεταξύ Αθηνών και Παρισίων. Ο δημοσιογράφος τους ακολούθησε.Κατά το τέλος της συνεδρίασης, η Κωνσταντία Νικολαΐδου αφηγήθηκε το εξής όνειρο, το οποίο καταχώρησε στα πρακτικά ο Πρόεδρος της Εταιρείας Ψυχικών Ερευνών, Άγγελος Τανάγρας.Ιδού τι αφηγήθηκε:-Τα ξημερώματα της 25ης Μαρτίου 1928, είδα στον ύπνο μου μια θεία μου, τη Μαρία Θεοδώρου. Τη συνόδευαν δύο εξαδέλφες μου, η Ελένη και η Ελπίδα. Η θεία μου τότε μου είπε:
“Πρέπει να κάνετε ένα ψυχικό και να βοηθήσετε, διότι δεν έχω καθόλου χρήματα. Ήρθα για να με προστατέψεις. Δεν έχω κανέναν στον κόσμο να μου στείλει λίγα χρήματα, γιατί υποφέρω από ένδεια”. Τη θεία μου αυτή, η οποία ήταν ηλικιωμένη, τη θεωρούσαμε νεκρή. Διότι από την εποχή της Καταστροφής της Σμύρνης που ήρθαμε στην Ελλάδα, δηλαδή πριν από έξι ολόκληρα χρόνια, το 1922, τη χάσαμε και δεν ξαναείχαμε νέα της. Υποθέταμε, λοιπόν, ότι είχε πεθάνει. Μα, την ίδια μέρα, δύο ώρες μετά το όνειρο, ο ταχυδρόμος μου έφερε ένα γράμμα από τη Μυτιλήνη της Λέσβου. Ήταν από τη θεία μου, τη Μαρία Θεοδώρου, η οποία μου έγραφε αυτά ακριβώς που είχα ακούσει στο όνειρό μου. Το γράμμα της είχε ημερομηνία 17 Μαρτίου.Το όνειρο αυτό δεν εκλήφθηκε ως τηλεπαθητικό. Θα ήταν τηλεπάθεια, αν η κυρία Κωνσταντία το έβλεπε την ίδια μέρα που η θεία της το έγραφε. Η περίπτωση αυτή ήταν ένα φαινόμενο ψυχομετρίας. Δηλαδή, η ψυχή της θείας της άφηνε ίχνη στο γράμμα, τα οποία ίχνη προαισθάνθηκε η Κωνσταντία λίγο πριν φτάσει το γράμμα στο σπίτι της, εδώ στην Αθήνα.Ο δημοσιογράφος επισκέφτηκε τελικά την κυρία Νικολαΐδου στο σπίτι της, την 1η Απριλίου του 1928, στις 5 το απόγευμα, μαζί με μια κυρία από την Αίγυπτο. Ο σύζυγός της, ο Ιωάννης Νικολαΐδης, τους πρότεινε, πριν τη ρωτήσουν για το στοιχειωμένο σπίτι του συνοικισμού Συγγρού, να της υποβάλλουν προηγουμένως και άλλες ερωτήσεις, για να τη δοκιμάσουν, εάν επιθυμούσαν.Φώναξε τη σύζυγό του, η οποία κάθισε αναπαυτικά σε μια ψάθινη πολυθρόνα και μετά από λίγες στιγμές ήταν ήδη υπνωτισμένη. Μετά ο σύζυγός της της είπε:-Κωνσταντία, τι νομίζεις πως θέλει να σε ρωτήσει η κυρία που ήρθε στο σπιτικό μας;-Η κυρία αυτή με στέλνει να ταξιδέψω μακριά, πέρα από τη θάλασσα. Να πάω στην Αίγυπτο. Στην Αλεξάνδρεια. Θέλει να δω τον άντρα της, τον Σπύρο. Τον βρήκα.Και ξεκίνησε απρόσκοπτα, δίχως να κομπιάζει ή να σταματά ένα δευτερόλεπτο, να περιγράφει λεπτομερώς το σπίτι της κυρίας στην Αίγυπτο. Έπειτα, επισκέφτηκε νοερώς το σπίτι της αδελφής της και τέλος, περιέγραψε με συνταρακτικές λεπτομέρειες την ιστορία της απώλειας των 500 δραχμών, που τόσο την είχε θορυβήσει.Κατόπιν, ο κύριος Ιωάννης Νικολαΐδης στράφηκε στη σύζυγό του και της είπε:-Κωνσταντία, τι νομίζεις πως επιθυμεί να σε ρωτήσει ο κύριος που κάθεται απέναντί σου;-Ο κύριος θέλει να με ρωτήσει για ένα κορίτσι που ψάχνει και το οποίο σκοπεύει να το χρησιμοποιήσει ως μέντιουμ. Θα τη βρει. Θα του αποκαλύψει πολλά. Είναι καλό μέντιουμ.Η δοκιμασία ήταν συγκλονιστική, αλλά ακόμα πιο συγκλονιστικά ήταν όσα ακολούθησαν σχετικά με το στοιχειωμένο σπίτι.Ο Ιωάννης Νικολαΐδης είπε στην κοιμισμένη σύζυγό του:-Τώρα θα περάσω το χέρι μου στο μέτωπό σου και θα σου δώσω έναν ύπνο βαθύ. Θα πας όπου θέλει ο κύριος. Πήγαινε…Συνεχίζεται…Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Η ΒΡΑΔΥΝΗ”, στις 02/04/1928…