Σύμφωνα με τις κινεζικές παραδόσεις, ο άνθρωπος έχει τρεις ψυχές: μια παθητική, μια λογική και μια ρευστή. Μετά τον ενταφιασμό ενός ατόμου, οι δύο πρώτες ψυχές επαναφέρονται στο σπίτι εντός ενός μεταξωτού υφάσματος και προσκολλώνται στις πινακίδες των προγόνων. Η τρίτη εισέρχεται μαζί με το σώμα στον τάφο, από τον οποίο μπορεί να εξέλθει, σε μερικές περιστάσεις, με τη μορφή φαντάσματος, τα λεγόμενα «Μακί».
Τα πνεύματα αυτά των Κινέζων είναι εξαιρετικά επικίνδυνα. Επιλέγουν μια συγκεκριμένη νύχτα του έτους και περνούν από τα κρεβάτια των παιδιών, ώστε να παραμορφώσουν όσα τους φαίνονται όμορφα. Οι γονείς, για να εξαπατήσουν τα ζηλόφθονα και κακοποιά πνεύματα, φορούν στα παιδιά τους εκείνη τη νύχτα φρικιαστικές προσωπίδες, ώστε να τα ασχημύνουν.
Τα φθονερά πνεύματα, τα «Μακί», ζητούν πάντα να θανατωθούν τα όμορφα μωρά, γι’ αυτό και οι Κινέζοι γονείς αποφεύγουν να καλλωπίσουν το βρέφος τους ή ακόμα και να του δώσουν ένα ωραίο όνομα, από φόβο μήπως προσελκύσουν τη ζήλεια των «Μακί».
Άλλοτε, ένα «Μακί» κάνει την εμφάνισή του, επειδή ένας τάφος δεν είναι σωστά τοποθετημένος. Όταν κάποιος νομίζει ότι καταδιώκεται από ένα φάντασμα, απευθύνεται στον ειδικό μάγο κι εκείνος συνήθως του δηλώνει ότι όλα τα κακά προέρχονται από τη λάθος θέση κάποιου τάφου. Τότε, επιλέγει μιαν άλλη θέση, όπου μεταφέρεται ο νεκρός, ύστερα από διάφορες περίεργες διατυπώσεις.
Είναι χρήσιμο για τους ξένους που κατοικούν στην Κίνα να γνωρίζουν τις δοξασίες του ντόπιου πληθυσμού.
Κάποτε, μερικοί Ευρωπαίοι, που ζούσαν στην περιοχή της Τιεν-Γεν, χρειάσθηκε να θανατώσουν και να θάψουν έντεκα βόδια, που είχαν προσβληθεί από πανώλη. Έσκαψαν ένα μεγάλο λάκκο σε μέρος που τους φάνηκε κατάλληλο από υγειονομική άποψη. Ξαφνικά, ένας Κινέζος ήρθε κι έπεσε στα πόδια των Ευρωπαίων, ικετεύοντάς τους να μη θάψουν τα βόδια στον συγκεκριμένο λάκκο, επειδή εκεί κοντά βρισκόταν ο τάφος ενός από τους προγόνους του και φοβόταν ότι θα τον έβρισκαν οι μεγαλύτερες συμφορές, εάν ο τάφος μαγαριζόταν από τη γειτνίασή του με τα νεκρά βόδια. Μόλις και μετά βίας πείσθηκε τελικά να θαφτούν τα βόδια σε απόσταση τριών μέτρων από τον τάφο του προγόνου του.
Εάν μετά από τη μετατόπιση του τάφου, το φάντασμα εξακολουθεί να παρουσιάζεται και να δημιουργεί ταραχές, τότε ο βρυκόλακας καρφώνεται στο χώμα μ’ ένα μεγάλο καρφί στο μέρος που είναι το κεφάλι του, ώστε να μη μπορεί να ξαναβγεί από τη νεκρική του κλίνη. Οι Κινέζοι χρησιμοποιούν το μέσο αυτό κυρίως για όσους βίωσαν βίαιο θάνατο.
Παρατηρούμε επομένως ότι υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία ανάμεσα στις δεισιδαιμονίες της Άπω Ανατολής και της Ευρώπης.
Οι Κινέζοι πιστεύουν επίσης και στη μαντική, η οποία εξασκείται συχνά με τη χρήση μιας μικρής χελώνας. Η μάγισσα, που είναι συνήθως ηλικιωμένη, περιοδεύει, έχοντας μαζί της ένα σακούλι που περιέχει τη χελώνα, έναν χάλκινο δίσκο και 36 τραπουλόχαρτα. Καθένα από αυτά τα τραπουλόχαρτα διπλώνεται δύο φορές, ώστε να κρύβει τα τρία σχήματα που φέρει.
Η μάγισσα βάζει τα 36 διπλωμένα χαρτιά πάνω στον δίσκο, δίπλα σ’ ένα πιάτο με ρύζι, το οποίο προσφέρει ο πελάτης. Τότε, μπήγει μέσα στο ρύζι αναμμένα κεριά και τοποθετεί τη μικρή χελώνα μέσα στον χάλκινο δίσκο με τα τραπουλόχαρτα. Το ζώο περιφέρεται αργά και μερικές φορές σταματάει να κινείται. Τα χαρτιά πάνω στα οποία στέκεται, είναι αυτά που προλέγουν το μέλλον του ενδιαφερόμενου.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΣΚΡΙΠ», στις 26/11/1903…