Τον Νοέμβριο του 1933, οι κάτοικοι ενός παλιού χωριού της κομητείας του Lincolnshire της Αγγλίας, του γραφικού Cammeringham, είχαν πανικοβληθεί από μια πρωτοφανή επιδρομή φαντασμάτων.
Ο τρόμος των φιλήσυχων χωρικών ήταν τόσο μεγάλος, ώστε άρχισαν να σημειώνονται κρούσματα παραφροσύνης. Κανείς δεν τολμούσε να ξεμυτίσει από το σπίτι του μετά τη δύση του ήλιου. Μόλις απλωνόταν η πρώτη σκιά της νύχτας, τα παράθυρα μανταλώνονταν και οι πόρτες αμπαρώνονταν γερά, ενώ το ειδυλλιακό Cammeringham, έρημο και κατασκότεινο, έμοιαζε με βουβό και πένθιμο κοιμητήριο.
Ο μόνος, που κυκλοφορούσε στους αδειανούς δρόμους, ήταν κάποιος James Marmer, φύλακας του χωριού, ένας εκκεντρικός Ιρλανδός, ατρόμητος και θαρραλέος, που είχε κάνει όρκο να πιάσει το κακό δαιμόνιο και να το διώξει μια και καλή από τον όμορφο τόπο τους.
Μα, σύμφωνα με τους ντόπιους, το χωριό τους πολιορκούνταν από διάφορα φαντάσματα, που προξενούσαν ζημιές και καταστροφές. Ανάμεσά τους, ίσως το πιο αποκρουστικό όλων, θεωρούνταν ο Διάβολος του Καθεδρικού Ναού του Lincoln, ένας τερατόμορφος και απαίσιος Βεελζεβούλ, ο οποίος είναι σκαλισμένος πάνω στο κιονόκρανο μιας κολόνας της εκκλησίας. Πολλοί θρύλοι εξακολουθούν να περιστοιχίζουν την παράδοξη ύπαρξη του φρικαλέου Διαβόλου μέσα στον ιερό χώρο του ναού. Ακόμη και σήμερα, πιστεύεται ευρέως ότι τις νύχτες ο αγαλμάτινος Βεελζεβούλ ζωντανεύει, εγκαταλείπει το πόστο του και σπέρνει τον όλεθρο με κάθε μέσο.
Ωστόσο, πολλοί από τους τρομοκρατημένους κατοίκους δήλωναν στους δημοσιογράφους, που είχαν συρρεύσει στην περιοχή, ότι υπήρχαν κι άλλα δαιμόνια, που τους καταδίωκαν, όπως το φάντασμα ενός αγριωπού Καλόγερου, που αναστάτωνε κάθε βράδυ το νεκροταφείο και τα περίχωρά του, γυρεύοντας αέναα κάποιον μυστηριώδη θησαυρό. Όμως, το πιο τρομακτικό ήταν ότι άλλοτε τον έβλεπαν ακέραιο, με το κεφάλι του στη θέση του, κι άλλοτε εμφανιζόταν εντελώς ακέφαλος!
Επίσης, ανάμεσα στα υπόλοιπα συνηθισμένα φαντάσματα με τις υπόλευκες μορφές και τα εξαϋλωμένα σώματα, που κατατρόμαζαν, όπως ήταν φυσικό, κι αυτά τους χωρικούς, συχνά παρουσιαζόταν κι ένα άλλο, απόκοσμο φάντασμα, ζοφερό και δυσοίωνο, το οποίο βαστούσε στο χέρι του το κομμένο κεφάλι του, κραδαίνοντάς το απειλητικά μπροστά στους λιγοστούς νυχτερινούς ταξιδιώτες. Μάλιστα, το κεφάλι έφεγγε σαν φανάρι, διαχέοντας ένα υπερφυσικό, ωχροπράσινο, θαμπό φως.
Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που υποστήριζαν ότι αυτό το φρικτό φάντασμα με το φωτεινό κεφάλι ήταν άλλοτε μια όμορφη κοπέλα, που είχε δολοφονηθεί άγρια από έναν ζηλότυπο στρατιώτη, σχεδόν δέκα αιώνες πριν.
Στο ατμοσφαιρικό και μυστηριώδες Revesby Abbey, είχε πολλάκις θεαθεί και ο απεχθής Καλόγερος, σκούζοντας και γρυλίζοντας, σκορπώντας πανικό και στυγνό φόβο. Είχε πλέον καταλάβει απ’ άκρη σ’ άκρη το τεράστιο και επιβλητικό οικοδόμημα, που ήταν χτισμένο πάνω στα ερείπια ενός παλιού μοναστηριού, περίφημου για τις ασωτίες, τις ακολασίες και τον εκφυλισμό των μοναχών του.
Από καιρού εις καιρόν, μάλιστα, έκανε την εμφάνισή του στην κομητεία κι ένα αινιγματικό φως, που έριχνε, σαν προβολέας, μια δέσμη κιτρινωπών ακτίνων, προερχόμενη από το πουθενά.
«Αυτό το φως το είδα κι εγώ, διηγήθηκε στους δημοσιογράφους ο John Raggan, ένας νεαρός κάτοικος του Cammeringham. Τραβούσα με το ποδήλατό μου προς το Lincoln, όταν έξαφνα αντίκρισα το παράξενο φως. Έμοιαζε με μικρό κίτρινο προβολέα κι έβγαινε από μια γωνιά του κήπου της εκκλησίας, που βρίσκεται κοντά στον δρόμο. Νόμιζα πως ήταν κάποιος μοτοσικλετιστής, αλλά κανείς δεν φάνηκε. Ξαφνικά, το φως χάθηκε από τα μάτια μου. Έκανα μια βόλτα με το ποδήλατο, μήπως ανακαλύψω κάτι, αλλά τη στιγμή που περνούσα μπροστά από το καμπαναριό της εκκλησίας, είδα το ίδιο φως να λάμπει πάνω στην κορυφή ενός κυπαρισσιού. Ήταν τόσο δυνατό και αλλόκοτο, ώστε γκρεμίστηκα από το ποδήλατό μου καταγής, τυφλωμένος από τη λάμψη του.
Όταν συνήλθα από το αρχικό σοκ, έφυγα όσο μπορούσα πιο γρήγορα από το στοιχειωμένο εκείνο μέρος, βέβαιος ότι είχα πέσει στα δίχτυα ενός φαντάσματος. Μόλις, όμως, εξιστόρησα την περιπέτειά μου στους φίλους μου, πληροφορήθηκα ότι είχαν δει κι εκείνοι, τριγύρω από την εκκλησία, έναν μυστηριώδη άνθρωπο, να βαστά στο χέρι του ένα κίτρινο φανάρι. Μα, όταν έτρεξαν κοντά στην εκκλησία, για να προστατευτούν, ο άγνωστος είχε γίνει άφαντος».
Οι σχετικές αναφορές για την ύπαρξη φαντασμάτων εκείνη την περίοδο στο Cammeringham ήταν αναρίθμητες και προέρχονταν από ανθρώπους σοβαρούς και αξιοσέβαστους, γεμίζοντας ολόκληρες στήλες των αγγλικών εφημερίδων.
Έως και τις μέρες μας, η κομητεία του Lincolnshire βρίθει από γλαφυρές και ολοκληρωμένες περιγραφές, γεμάτες έξαψη και απόκοσμες λεπτομέρειες, για φαντάσματα, στοιχειά και δαιμόνια, αποτελώντας έναν ιδιότυπο πόλο έλξης για τους τολμηρούς, τους περίεργους και τους θιασώτες του είδους.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΜΠΟΥΚΕΤΟ», στις 26/11/1933…