Ιστορίες φαντασμάτων υπάρχουν πολλές, χωρίς απαραίτητα να είναι όλες αληθινές. Ιδού, όμως, μερικά γεγονότα, εξακριβωμένα και επιβεβαιωμένα.
Στη Μπολόνια της Ιταλίας, σ’ ένα σπίτι της οδού Καλών Τεχνών, ζούσε πριν από χρόνια η οικογένεια του εμπόρου Πιέτρο Ρομανιόλι, αποτελούμενη από τον πατέρα, τη μητέρα και τις τρεις κόρες τους. Έξαφνα, ο πατέρας πέθανε.
Έπειτα από έναν μήνα, μια Κυριακή πρωί, η κυρία Ρομανιόλι και οι κόρες της ετοιμάζονταν να πάνε στην εκκλησία, όταν ξαφνικά άκουσαν πολύ δυνατούς θορύβους σ’ ένα παράθυρο του σπιτιού, σαν κάποιος να χτυπούσε από έξω το τζάμι. Η κυρία Ρομανιόλι έτρεξε αμέσως κι άνοιξε το παράθυρο, αλλά δεν ήταν κανείς απ’ έξω.
Έκπληκτες, αλλά όχι τρομοκρατημένες, οι τέσσερις γυναίκες δεν έδωσαν περισσότερη σημασία και ξεκίνησαν για τον ιερό ναό. Όταν, όμως, μετά τη λειτουργία, επέστρεψαν στο σπίτι τους, άκουσαν και πάλι τους μυστηριώδεις κρότους στο παράθυρο. Από εκείνη την ημέρα, κάθε πρωί, την ίδια ώρα, οι ίδιοι χτύποι επαναλαμβάνονταν σταθερά.
Στην αρχή, υπέθεσαν ότι επρόκειτο για κάποια άσχημη φάρσα και οι πιο γενναίοι από τους γείτονες, που είχαν ενημερωθεί για τα καθέκαστα, παραφύλαξαν κάτω από το παράθυρο, για να πιάσουν και να τιμωρήσουν τον ασυνείδητο, που είχε βαλθεί να τρομάζει τις απροστάτευτες γυναίκες.
Του κάκου, όμως… Κανείς δε φάνηκε και οι ανεξήγητοι θόρυβοι συνέχιζαν απτόητοι, χωρίς να μπορεί να καταλάβει κανείς από πού προέρχονταν.
Επειδή οι μέρες περνούσαν και οι γείτονες βαρέθηκαν να παραμονεύουν, τοποθέτησαν συρματοπλέγματα στο τζάμι και έριξαν άφθονη άμμο κάτω από το παραθύρι. Τα ανεξήγητα χτυπήματα, όμως, εξακολουθούσαν, χωρίς εντούτοις να φανεί κανένα ίχνος πατήματος πάνω στην άμμο.
Τότε, πια, όλοι άρχισαν να φοβούνται ότι κάποιο πνεύμα, κάποιο υπερφυσικό ον χτυπούσε το παράθυρο. Μάλιστα, ένας γνωστός τους, που είχε την έμπνευση να μετρήσει τους ήχους, σύμφωνα με τα γράμματα της αλφαβήτου, διαπίστωσε ότι σχηματιζόταν το όνομα «Πιέτρο Ρομανιόλι».
Έτσι, κατέληξαν στο σοκαριστικό συμπέρασμα πως ήταν το φάντασμα του νεκρού πατέρα, που έψαχνε απεγνωσμένα τον τρόπο να επικοινωνήσει με την οικογένειά του.
Επίσης, στη Ρώμη είχε συμβεί ένα παρόμοιο υπερφυσικό γεγονός. Η Γαλλίδα κόμισσα Ντε Λεγκράντ είχε καταλύσει στο αριστοκρατικό ξενοδοχείο «Πράγα». Μα, από την πρώτη νύχτα της διαμονής της εκεί, μόλις έπεσε στο κρεβάτι για να κοιμηθεί, άκουσε έναν παράδοξο κρότο, που την έκανε να ανοίξει τα μάτια της τρομαγμένη. Είδε, τότε, μπροστά της ένα νεαρό κορίτσι, που είχε κάτι το απόκοσμο επάνω του.
Η κόμισσα φοβήθηκε τόσο πολύ, που θέλησε να ουρλιάξει, αλλά η φωνή πνίγηκε στον λάρυγγά της. Αίφνης, το μυστηριώδες κορίτσι τής ψιθύρισε: «Με έχουν σκοτώσει εδώ μέσα! Ειδοποιήστε την αστυνομία!» Αφού είπε τα λόγια αυτά, η οπτασία χάθηκε.
Αμέσως η κόμισσα, κυριευμένη από τρόμο, χτύπησε το κουδούνι, ζητώντας βοήθεια. Μόλις κατέφτασε μια καμαριέρα, η αριστοκράτισσα τής διηγήθηκε έντρομη τι είχε προηγηθεί. Η υπάλληλος του ξενοδοχείου στην αρχή σάστισε, αλλά κατόπιν καθησύχασε την πανικόβλητη γυναίκα και της εξήγησε ότι πράγματι έμενε σε εκείνο το δωμάτιο μια νέα κοπέλα, αλλά έφυγε από εκεί εν άκρα υγεία.
Η καμαριέρα, αφού ηρέμησε την κατατρομαγμένη κόμισσα, αποσύρθηκε από το δωμάτιο. Μα, σε λίγα λεπτά, το κουδούνι ξαναχτύπησε και όταν η κοπέλα μπήκε μέσα, βρήκε την κόμισσα σε χειρότερη κατάσταση. Η οπτασία είχε ξαναφανεί και είχε επαναλάβει τα ίδια ακριβώς λόγια.
Ανένδοτη η κόμισσα Ντε Λεγκράντ να παραμείνει ούτε ένα λεπτό παραπάνω σε εκείνον τον φρικώδη χώρο, ζήτησε να της ετοιμάσουν άλλο δωμάτιο για να περάσει τη νύχτα της. Μα, πρωί πρωί, επηρεασμένη από τα βραδινά γεγονότα, έτρεξε στην αστυνομία και κατήγγειλε τα όσα είχε ζήσει. Επέμενε πεισματικά να διενεργηθούν έρευνες, σχετικά με την τύχη της νεαρής, που είχε μείνει, πριν από την ίδια, στο συγκεκριμένο δωμάτιο.
Πράγματι, η αστυνομία, υποκύπτοντας στις αφόρητες πιέσεις της Γαλλίδας αριστοκράτισσας, ενήργησε ανακρίσεις και αποκαλύφθηκε ένα ειδεχθέστατο έγκλημα. Η κοπέλα, που έμενε πριν από την κόμισσα στο ίδιο δωμάτιο, ήταν κόρη ενός Αμερικανού πολυεκατομμυριούχου. Μια νύχτα, λοιπόν, την ώρα που κοιμόταν, τη σκότωσε, για να τη ληστέψει, ένα από τα γκαρσόνια του ξενοδοχείου και κατόπιν, βοηθούμενο από την καμαριέρα, τεμάχισε το πτώμα και πέταξε τα κομμάτια στον ποταμό Τίβερη.
Εν συνεχεία, οι δυο συνένοχοι, αφού εξαφάνισαν κάθε ίχνος του εγκλήματός τους, μοιράστηκαν τα κλοπιμαία της Αμερικανίδας και δήλωσαν στη διεύθυνση του ξενοδοχείου ότι η νεαρή κοπέλα είχε αναχωρήσει πολύ νωρίς, με προορισμό το Παρίσι.
Η ένοχη καμαριέρα ήταν η ίδια που είχε καλέσει η κόμισσα μες στη νύχτα, κατατρομαγμένη. Μόλις άρχισαν να την ανακρίνουν, η καμαριέρα ταράχτηκε, ομολόγησε το έγκλημά της και πρόδωσε, φυσικά, και τον συνεργό της.
Έτσι, το φάντασμα της αδικοχαμένης Αμερικανίδας αποκάλυψε τα πάντα, γυρεύοντας δικαίωση. Αλλά, κυρίως, ζητούσε την τιμωρία εκείνων, που της έκοψαν τόσο πρόωρα το νήμα της ζωής της.
Κάτι που αποδείκνυε την ύπαρξη των πνευμάτων, συνέβη και στον μεγάλο Ιταλό ποιητή Gabriele D’ Annunzio. Αλλά, ας αφήσουμε τον ίδιο τον ποιητή να το διηγηθεί…
Δεν ήταν πολύς καιρός, που ο D’ Annunzio είχε στείλει στη διεύθυνση ενός μεγάλου εργοστασίου πιάνων την εξής επιστολή, συνταγμένη με το γνωστό πομπώδες ύφος του:
«Αγαπητοί συνάδελφοι,
Χτες το βράδυ παρέλαβα ένα πιάνο από το εργοστάσιό σας, ένα μεγάλο πιάνο από έβενο. Το τοποθέτησα σε ένα από τα σαλόνια της έπαυλής μου, μα, ξαφνικά, τη στιγμή που χτυπούσε η καμπάνα της γειτονικής μου εκκλησίας για τον εσπερινό, το πιάνο άρχισε να αναδίνει μόνο του τόσο δυνατούς ήχους, ώστε σκέπασαν εντελώς τους ήχους της καμπάνας και ακούγονταν μόνο αυτοί. Τρόμαξα εξαιρετικά, γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω τι συνέβαινε. Μα, η ταραχή μου έγινε ακόμα μεγαλύτερη, όταν την ίδια στιγμή είδα το φάντασμα του σπουδαιότατου συνθέτη και πιανίστα, Franz Liszt, να στέκεται μπροστά στο πιάνο και να αγγίζει τα φιλντισένια πλήκτρα με τα μακριά και άυλα δάχτυλά του! Έβγαιναν από τα πλήκτρα υπερκόσμιοι ήχοι, ένα είδος ρυθμικής θύελλας! Θεϊκοί και μυστικιστικοί ήχοι! Μια θεόπεμπτη μελωδία!
Δεν μπορείτε να ισχυρισθείτε ότι επρόκειτο περί παραισθήσεως του ποιητικού μου οίστρου, γιατί και οι δύο φίλοι μου, τους οποίους φιλοξενώ, βρίσκονταν μαζί μου εκείνη τη στιγμή και είδαν κι εκείνοι τον τρανό καλλιτέχνη και άκουσαν, φυσικά, την απόκοσμη μουσική του!
Ας υπερηφανεύεστε, λοιπόν, αγαπημένοι μου συνάδελφοι! Το πιάνο, που μου στείλατε, το έργο των χεριών σας και της διάνοιάς σας, το άγγιξαν τα θεία χέρια του Franz Liszt!
Υπάρχει, λοιπόν, ψυχή!
Gabriele D’ Annunzio»
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΜΠΟΥΚΕΤΟ», στις 05/06/1932…