Η στρατιά των βρυκολάκων στο στοιχειωμένο Φραγκοκάστελλο εμφανιζόταν στον κάμπο γύρω από το ενετικό αυτό κάστρο, στα τέλη κάθε άνοιξης. Οι Δροσουλίτες, όπως ονομάστηκαν από την πρωινή δροσιά, ήταν σύσσωμο το ελληνικό στράτευμα, που σφαγιάστηκε από τους Τούρκους, στη μάχη που έλαβε χώρα στις 18 Μαΐου του 1828.
Ο Άγγελος Τανάγρας, Πρόεδρος της Εταιρίας Ψυχικών Ερευνών είχε μεταβεί στην περιοχή τον Ιούνιο του 1929, ώστε να μελετήσει το μοναδικό αυτό φαινόμενο. Μάλιστα, είχε συνομιλήσει με πλήθος ανθρώπων και είχε καταγράψει τις εμπειρίες τους.
Ο Ηγούμενος της Μονής του Αγίου Χαραλάμπους, που βρισκόταν πλησίον του Φραγκοκάστελλου, στην περιοχή των Σφακίων Κρήτης, ονόματι Χαραλάμπης ή Χατζηπατέρας, όπως τον αποκαλούσαν οι συμπατριώτες του, αφηγήθηκε στον Τανάγρα: «Χρόνια τώρα βλέπω κάθε Μάη τούτο το θαύμα στα ουράνια. Ο πάππος μου μού είχε πει πως είναι οι ψυχές των αποθαμένων, που σφάηκαν από τους Τούρκους και ζητούν ανάπαψη. Μου έλεγε πως έπρεπε να βγάλουμε τα κόκαλά τους από τα βράχια και το πέλαγος και να τα βάλουμε στο χώμα, να το ευλογήσει ο παπάς, για να βρούνε ησυχία τα πνεύματά τους».
Ο Χατζηπατέρας συνέχιζε τη συγκλονιστική του ιστορία: «Να πεις πως είναι νύχτα και τα βλέπω στον ύπνο μου… Μα, όχι! Στο ξυπνητό μου τα βλέπω κι αλαφιάζομαι. Πριχού ο ήλιος ξεμυτίσει μισό μέτρο, μια θαμπούρα πιάνει τον ουρανό. Κι ο ήλιος, μισός που έχει βγει, έχει το χρώμα του αίματος. Κι απέ, τα νέφη χοροπηδούν απέναντι από το Φραγκοκάστελλο και να, μπροστά στα μάτια μας όλοι οι βρυκολάκοι του Χατζημιχάλη. Μπροστά ο Στρατηγός και οπίσω, ο Καπετάν Δεληγιάννης. Κατόπιν, όλοι τους χοροπηδούν με τα αλόγατά τους και κάνουν βόλτες γύρω απ’ το κάστρο και χάνονται. Τα πρόσωπα τα βλέπεις καθαρά. Τις μύτες τους, τα ποδάρια τους, τις πάλες τους, τα ντουφέκια τους, ολοκάθαρα! Μάθε κι ένα άλλο: όποιος τους δει και κάνει τον σταυρό του και γυρέψει βοήθεια από την Παναγιά, χάνονται και δεν ξαναβγαίνουν. Αλλιώς, φέρνουν δεκατρείς βόλτες γύρω από το στοιχειωμένο κάστρο και τότε μόνο χάνονται. Λες πως τα κορμιά τους τα παίρνει ο βοριάς και τα σβήνει πίσω στη θάλασσα».
Τραγικότερες ακόμη ήταν οι αφηγήσεις των γυναικών. Η Μαρία Πλακάκη διηγούνταν: «Δέκα χρόνια είναι που βλέπω τους βρυκολάκους. Ήμουν στον Χάρακα (χωριό της Μεσσαράς), όταν τα πρωτοείδα. Στεκόμουν στο πηγάδι του χωριού νωρίς το πρωί, για να πάρω νερό, μαζί με άλλες κοπέλες. Δεν είχε βγει ο ήλιος καλά – καλά και καθώς μια γερόντισσα, η Κυράτσα Χρήσταινα, τραβούσε τον κουβά, έμπηξε τις φωνές: Θεέ μου, Παναγίτσα μου, να οι βρυκολάκοι. Τότε, κοιτάξαμε όλες τον ουρανό κι είδαμε τους βρυκολάκους μαύρους, μέσα σε κόκκινα σύννεφα, να περπατούν φρενιασμένοι και να κουνούν τις σπάθες τους. Τρεις κοπελιές λιποθύμησαν από την ταραχή τους, μα εγώ απόμεινα ντούρα κι ατάραχη. Δε με φόβισαν οι βρυκολάκοι. Πήγαμε και βάλαμε λιβάνια στα παραθύρια μας κι οι βρυκολάκοι πήγαν στα μνημούρια τους».
Μια νεαρή Κρητικοπούλα, γειτόνισσα της Μαρίας Πλακάκη, παρατήρησε: «Ποια μνημούρια, βρε κουζουλή; Σάματις έχουνε μνημούρια; Δεν έχουν, γι’ αυτό βρυκολακιάζουν. Εγώ άκουσα και τα σκουξίματά τους. Άκουσα και τις φωνές της μοναχής Μαγδαληνής, που μάζευε τα κόκαλα των αποθαμένων. Είδα και «τον έξω από δω» να φεύγει μακριά τους πρόπερσι. Είναι που τον κυνηγά η άγια καλογριά, η Μαγδαληνή».
Οι δημοσιογράφοι της εφημερίδας «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» επισκέφτηκαν τον Άγγελο Τανάγρα, Πρόεδρο της Εταιρίας Ψυχικών Ερευνών στο σπίτι του, στην οδό Αριστοτέλους, όπου βρίσκονταν και τα γραφεία της εταιρίας. Η επίπλωση του γραφείου του έδινε αμέσως την εντύπωση ότι στεκόσουν στον χώρο ενός ανθρώπου, που είχε πνεύμα ερευνητικό και ανήσυχο. Όγκοι βιβλίων, πανοπλίες σπάνιες, δύο κινεζικά γλυπτά, μια ραχοκοκαλιά άγριου ζώου, μια νεκροκεφαλή πλάι στο μελανοδοχείο του. Φωτογραφίες μέντιουμ και εικόνες διεθνών προσωπικοτήτων της ψυχιατρικής επιστήμης και των απανταχού του κόσμου των Ψυχικών Εταιριών.
Με τη γνωστή μειλιχιότητά του, είπε στους δημοσιογράφους: «Το συγκλονιστικό φαινόμενο των Σφακίων είχε απασχολήσει νωρίτερα μέχρι και την αντίστοιχη αγγλική Εταιρία Ψυχικών Ερευνών, όπως και τον παγκόσμιο Τύπο. Οι Βρετανοί δεν κατόρθωσαν να δουν το θέαμα. Παρουσιάστηκε στον ουρανό μετά την αναχώρησή τους απ’ το νησί. Οι πνευματιστές, πάντως, υποστήριξαν ότι επρόκειτο περί ενός είδους μετενσάρκωσης των ψυχών. Ο καθένας, φυσικά, δύναται να έχει τις απόψεις του, αλλά πρέπει να εξετάζει το απλοϊκό πλήθος, αν τα λεγόμενά τους στηρίζονται στην αλήθεια. Γι’ αυτό, αποφασίσαμε κι εμείς να μεταβούμε εφέτος στην Κρήτη και να μελετήσουμε το φαινόμενο. Έτσι, πήγαμε στην περιοχή με τον δισέγγονο του Στρατηγού Χατζημιχάλη και φτάσαμε στον τόπο των οραματισμών. Στήσαμε τέσσερις φωτογραφικές μηχανές στο κατάλληλο μέρος και περιμέναμε. Μόνο η φωτογράφιση του οράματος θα μας έδινε τις πολυπόθητες απαντήσεις».
Συνεχίζεται…
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», στις 24/06/1929…