Η Ferrari στα χέρια του Φέτελ κέρδισε τον αγώνα, το ίδιο μονοθέσιο στα χέρια του Ράικονεν τερμάτισε 4ο πίσω από τις Mercedes.
Αξίζει καταρχάς να τονίσουμε ότι οι 4 πρώτοι ακολούθησαν πανομοιότυπη στρατηγική ενός πιτ στοπ. Εκκίνησαν όπως υποχρεούνταν με την πάρα πολύ μαλακή γόμα και την άλλαξαν σε μαλακή.
Ο αγώνας σε μεγάλη βαθμό κρίθηκε στην αδυναμία του Χάμιλτον να δημιουργήσει μια διαφορά ασφαλείας από το Φέτελ στο πρώτο μέρος. Ο Βρετανός έφθειρε υπέρμετρα τα ελαστικά του πράγμα που μπορεί να οφείλονταν στο σετάρισμα που είχε επιλέξει στην W08 του αλλά και/ή στο οδηγικό του στυλ. Ο Χάμιλτον ούτως ή άλλως δεν φημίζεται για την ικανότητά του στην προφύλαξη των ελαστικών.
Από την άλλη ο Φέτελ είναι εξαιρετικά ικανός σ’ αυτό τον τομέα. Ο Γερμανός με τη Ferrari κρατήθηκε πίσω από τη Mercedes στους πρώτους 16 γύρους χωρίς να φθείρει υπερβολικά τα ultrasoft ελαστικά της Pirelli. Όταν ο Χάμιλτον μετά τον 10ο γύρο άρχισε να διαμαρτύρεται για την πρόσφυση των πίσω ελαστικών (σ.σ: η διαμόρφωση της πίστας στο Άλμπερτ Παρκ φθείρει περισσότερο το πίσω αριστερά ελαστικό) ήταν εμφανές ότι δε θα αργούσε να πέσει ο ρυθμός του πράγμα που θα τον ανάγκαζε να μπει στα πιτ. Ο ίδιος προς τιμήν του παραδέχεται: «Άρχισα να χάνω σε ρυθμό και αν δεν έμπαινα στα πιτ θα με περνούσε στην πίστα ο Φέτελ».
Βγαίνοντας από τα πιτ στο 17ο γύρο ο Χάμιλτον κάνει ένα ακόμη λάθος. Πιέζει τα ελαστικά του, τα οποία ξέρει πως πρέπει να προφυλάξει για 40 γύρους και σημειώνει ταχύτερο γύρο. Η πίεση είχε ως συνέπεια την απότομη αύξηση της θερμοκρασίας στην επιφάνεια του ελαστικού και πτώση στην απόδοση λόγω τοπικής υπερθέρμανσης. Προφανώς αυτό το γνώριζε ο Χάμιλτον που πίεσε εκεί ποντάροντας ότι θα δουν στη Ferrari το χρόνο του και θα παρασυρθούν να τραβήξουν μέσα το Φέτελ.
Οι κόκκινοι όμως ορθά κράτησαν έξω το Γερμανό που γύριζε πιο γρήγορα από το Χάμιλτον καθότι ο τελευταίος έχανε χρόνο πίσω από το Φερστάπεν άλλους 6 γύρους. Ο Φέτελ έφτιαξε τη διαφορά που ήθελε και βγαίνοντας ξανά στην πίστα βρέθηκε επικεφαλής. Πιθανόν οι Mercedes να έχουν καλύτερο ρυθμό με τη μαλακή γόμα από τις Ferrari όμως ο Χάμιλτον δεν μπορούσε να το εκμεταλλευτεί αυτό, καθότι είχε οριοθετήσει την απόδοση του δικού του σετ, με την επιθετική του οδήγηση στο ξεκίνημα του δεύτερου stint.
Ο Φέτελ από τη στιγμή που πήρε κεφάλι και προβάδισμα ήλεγχε τη διαφορά και πήρε μια σχετικά απροβλημάτιστη νίκη. Πιθανόν ο Μπότας να μπορούσε να περάσει το Χάμιλτον στο τέλος αν το πίστευε από νωρίτερα. Απογοήτευση από το Ράικονεν που δεν έδειξε να βολεύεται καθόλου με την ultrasoft γόμα ούτε στις δοκιμές ούτε στον αγώνα.
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι στον αγώνα χρησιμοποιήθηκαν και οι τρεις διαθέσιμες γόμες. Ο ταχύτερος γύρος σημειώθηκε στο τέλος του αγώνα και ήταν περισσότερα από 2 sec πιο γρήγορος, από τον αντίστοιχο περσινό. Οι περισσότεροι οδηγοί εκκίνησαν με την πάρα πολύ μαλακή γόμα (ultrasoft). Απ’ όσους εκκίνησαν με την μαλακή γόμα (soft) πιο ψηλά (12ος) τερμάτισε ο οδηγός της Sauber, Αντόνιο Τζιοβινάζι στο ντεμπούτο του στη F1.
Ο επικεφαλής αγώνων αυτοκινήτου της Pirelli, Μάριο Ίσολα τόνισε: «Η νέα εποχή της Formula 1 ξεκίνησε με τον καλύτερο τρόπο στην Αυστραλία. Είχαμε αμφίρροπες μάχες με τους οδηγούς να πιέζουν σκληρά από την αρχή έως το τέλος κάθε κομματιού (stint) αγώνα. Όπως το περιμέναμε οι περισσότεροι οδηγοί υιοθέτησαν διαφορετικές εκδοχές στρατηγικής ενός πιτ στοπ. Οι πρωτοπόροι επέλεξαν τη μαλακή γόμα για το δεύτερο κομμάτι του αγώνα για να είναι σίγουροι ότι θα αντέξει ως το τέλος. Η φθορά αλλά και η θερμική καταπόνηση ήταν σε χαμηλά επίπεδα σε μια πίστα που ποτέ δεν υπήρξε ιδιαίτερα σκληρή με τα ελαστικά. Οι οδηγοί κατόρθωσαν να πετύχουν ταχύτερους γύρους στο τέλος του αγώνα με τη μαλακή (soft) γόμα να έχει ήδη συμπληρώσει 30 γύρους».
Αν οι εκτιμήσεις μας για τη δυναμική Ferrari και Mercedes είναι σωστές τότε για τους δυο επόμενους αγώνας θα έχουμε: Ασημί στην Κίνα (9/4) και κόκκινο στο Μπαχρέιν (16/4).