Σύμφωνα με την παράδοση, όλα ξεκίνησαν από ένα λάθος του Χαμζά, γιου του Αμπντούλ Μουταλίμπ, θείου του Προφήτη Μωάμεθ. Ο Χαμζά ήταν ένας από τους πιο γενναίους πολεμιστές του μουσουλμανικού στρατοπέδου κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων με τους ειδωλολάτρες της Μέκκας, που εχθρεύονταν τον Προφήτη.
Η γενναιότητα του Χαμζά όμως, συμβάδιζε με το εκρηκτικό ταπεραμέντο και τη ροπή του στο ποτό.
Ένα βράδυ λοιπόν, ενώ επέστρεφε μεθυσμένος στο σπίτι του, συνάντησε τον Αλή, τον αγαπημένο γαμπρό, εξάδελφο και θετό γιό του Μωάμεθ. Οι δύο άνδρες τσακώθηκαν για ασήμαντη αιτία και ο ρωμαλέος Χαμζά ξυλοκόπησε άγρια τον Αλή.
Την επόμενη ημέρα και όταν η επήρεια της μέθης πέρασε ο Χαμζά ικέτευσε τον Μωάμεθ να τον συγχωρέσει. Ο Προφήτης πείστηκε με δυσκολία. Δεν παρέλειψε όμως στην καθιερωμένη προσευχή της Παρασκευής να καταδικάσει το κρασί, το σατανικό αυτό ποτό, που θόλωνε το μυαλό τον ανθρώπων. Παράλληλα απαγόρευσε την κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών από τους μουσουλμάνους, εις τους αιώνας των αιώνων.
Μολονότι η διαταγή αυτή παραβιάστηκε σε ευρεία κλίμακα και εξακολουθεί να παραβιάζεται μέχρι σήμερα, η ποτοαπαγόρευση εξακολουθεί να αποτελεί σημείο διάκρισης του καλού από τον κακό μουσουλμάνο. Ο Χαμζά εξιλεώθηκε για το σφάλμα του. Πολέμησε ηρωικά και έπεσε για την πίστη του στη μάχη του Ουχούντ. Ο πολεμιστής που τον σκότωσε λεγόταν Βαχσί. Αναζήτησε ειδικά τον Χαμζά μέσα στην συμπλοκή γιατί είχε πληρωθεί προκειμένου να τον σκοτώσει.
Τον είχε πληρώσει μια γυναίκα, η Χίντ, προκειμένου να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα της από τον Χαμζά, ένα χρόνο πριν, στη μάχη των πηγαδιών του Μπαντρ. Όταν τελείωσαν όλα η Χίντ κατέβηκε στο πεδίο της μάχης, βρήκε το πτώμα του Χαμζά και το ακρωτηρίασε φρικτά.
Έφτασε μάλιστα στο σημείο να του ξεριζώσει το συκώτι και να το καταβροχθίσει. Όσο για τον Βαχσί, πέρασε αργότερα στο στρατόπεδο των μουσουλμάνων, πολέμησε στο πλευρό τους και έζησε πολλά χρόνια. Δεν γλύτωσε όμως και αυτός από την επήρεια του κρασιού.