Είναι η κύρια ευχή της Θείας Λειτουργίας, κατά την οποία γίνεται η ευλογία των Τιμίων Δώρων και η μυστηριακή μεταβολή τους σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Είναι δηλαδή το ιερότερο σημείο της Θείας Λειτουργίας.
Αρχίζει με τα λόγια “Ἄξιον καί δίκαιον Σέ ὑμνεῖν, Σέ εὐλογεῖν, Σέ αἰνεῖν, Σοί εὐχαριστεῖν…”, που απαγγέλλει ο ιερέας χαμηλόφωνα μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Αφού ευχαριστήσει ο ιερέας τον Θεό για όλες Του τις ευεργεσίες προς εμάς κι αφού δοξολογήσει το μεγαλείο Του μας καλεί να ψάλουμε τον Τρισάγιο Ύμνο των Αγγέλων: “Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ...”.
Ύστερα γίνεται εξιστόρηση της παράδοσης του μυστηρίου από τον Κύριο στους μαθητές Του και ο ιερέας επαναλαμβάνει τα λόγια του Χριστού “Λάβετε, φάγετε…” – Πάρτε και φάτε. Αυτό είναι το Σώμα μου που το κόβω και το μοιράζω για σας για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες σας. “Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες...” – Πιείτε όλοι από αυτό. Αυτό είναι το Αίμα μου που χύνεται πάνω στο Σταυρό για σας για όλους σας για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες σας. Ο ψάλτης απαντά “Ἀμήν”, – Ναι, αυτά όλα είναι αλήθεια.
Οι πιστοί είμαστε γονατιστοί και προσευχόμενοι και ψάλλουμε κατανυκτικά τον ύμνο: “Σέ ὑμνοῦμεν, Σέ εὐλογοῦμεν, Σοί εὐχαριστοῦμεν, Κύριε, καί δεόμεθά Σου, ὁ Θεός ἡμῶν”. Ο ιερέας παρακαλεί με ευλάβεια και κατάνυξη τον Θεό να στείλει το Πνεύμα Του το Άγιο στους πιστούς και στα προκείμενα Τίμια Δώρα, ώστε να γίνει η Θεία Κοινωνία αφορμή για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες μας και να κερδίσουμε τη Βασιλεία Του. Από αυτή τη στιγμή πάνω στην Αγία Τράπεζα είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού μας. Είναι ζωντανός, παρών ο Χριστός μας.
Ο ιερέας μνημονεύει εκείνη την ώρα όλους τους Αγίους και όλους τους κοιμηθέντες αδελφούς (όσους έχουν πεθάνει) και εξαιρετικά την Θεοτόκο στην οποία ψάλλουμε τον ύμνο “Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς ...”. Ενώ ψάλλεται ο ύμνος προς τη Θεοτόκο, ο λειτουργός ευλογεί τα αντίδωρα, που θα δοθούν στους πιστούς μετά την απόλυση.