Στο news-on.net παρεχουμε Ειδήσεις και σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
ΠΑΡΑΞΕΝΑ

Μανδραγόρας, το φυτό των θαυμάτων και των θρύλων…

Σε κάθε μυθολογικό έργο σχεδόν, σε κάθε παμπάλαιο ποίημα, σε κάθε παράδοση και σε κάθε μύθο της Ανατολής και της Δύσης, θα παρατηρήσουμε ότι γίνεται λόγος για το περίεργο, όσο και περίφημο φυτό, που είναι γνωστό από τους αρχαιότατους χρόνους με το όνομα Μανδραγόρας.

Ήδη στην Παλαιά Διαθήκη το αναφέρει ο Μωυσής στην «Πεντάτευχο», ο Όμηρος μας διηγείται πως η μάγισσα Κίρκη, με τη μαγγανευτική δύναμη μιας ρίζας μανδραγόρα, μεταμόρφωσε σε χοίρους τους συντρόφους του Οδυσσέα και ο Πυθαγόρας, μιλώντας για την υπερφυσική του δύναμη, το αποκαλεί «ανθρωπόμορφο».

Επίσης, ο αρχαίος βοτανολόγος Lucius Columella, ο οποίος έζησε κατά τον πρώτο μετά Χριστόν αιώνα και έγραψε μια ολόκληρη εγκυκλοπαίδεια βοτανολογίας, ονόμαζε τον μανδραγόρα «planta semihominis», δηλαδή «φυτό μισοανθρώπινο».

Κανένα άλλο φυτό δε γνώρισε τόση απήχηση στην ποίηση και στη φιλολογία, στις παραδόσεις και στα παραμύθια, όσο ο μανδραγόρας. Από τα χρόνια του Πυθαγόρα ακόμη, του απέδιδαν μαγικές δυνάμεις. Το μεταχειρίζονταν ως φυλακτό, ως προστάτη εναντίον άλλων μαγικών δυνάμεων και διατράνωναν ότι όποιος βαστούσε μια ρίζα μανδραγόρα, καθίστατο αόρατος.

Στις αρχές του Μεσαίωνα, οι Σταυροφόροι, επιστρέφοντας από τις εκστρατείες τους, μετέφεραν και στην Κεντρική Ευρώπη όλους τους θρύλους για το παράξενο αυτό φυτό.

Σύμφωνα με τη γερμανική παράδοση, ο μανδραγόρας φύτρωνε μονάχα στον τόπο εκτέλεσης των καταδίκων και για να μη χάσει τη μαγική του δύναμη, έπρεπε να τον ξεριζώσουν ακριβώς τα μεσάνυχτα. Βέβαια, εκείνος που αποτολμούσε να βγάλει την ανθρωπόμορφη ρίζα του από το χώμα, όφειλε να φράξει τα αυτιά του με βαμβάκι και κερί, γιατί ο μανδραγόρας ξεφώνιζε τόσο άγρια και απελπιστικά, όταν τον απομάκρυναν από τη μητέρα-γη, που μπορούσε κανείς να τρελαθεί από τον τρόμο. Η αναφορά αυτή γινόταν και από τον William Shakespeare.

Άλλες πάλι φορές έδεναν έναν σκύλο στη ρίζα του μανδραγόρα και τον έβαζαν να την τραβήξει με δύναμη, μέχρι να τη βγάλει από το έδαφος, ώστε να μην υποστούν οι ίδιοι τα γοερά ουρλιαχτά του και να προστατευθούν από την επικείμενη τρέλα.

Κατά την παράδοση, αφού η πολυπόθητη ρίζα ξεριζωνόταν τελικά, έπρεπε να τη μεταφέρουν με ευλάβεια στο σπίτι. Εκεί πια, τη φύλασσαν προσεκτικά, της έδιναν τακτικά από το φαγητό της οικογένειας και κάθε Σάββατο έπρεπε να την πλένουν με γάλα ή κρασί.

Έτσι, σε αντάλλαγμα, ο μανδραγόρας έφερνε την ευτυχία στο σπίτι, προστάτευε από τα μάγια και τα ξόρκια, χάριζε τη νίκη σε συμπλοκές, σε έριδες και σε πολέμους, προσκόμιζε χρήματα στον κάτοχό του, μετέτρεπε τις γυναίκες σε αξιαγάπητες υπάρξεις, καθιστούσε γόνιμες τις στείρες και διευκόλυνε τον τοκετό.

Αλλά ο θρύλος έλεγε πως ο μανδραγόρας δεν είχε μόνο καλές ιδιότητες. Στους άλλους ενοίκους του σπιτιού έφερνε αρρώστιες και δυστυχίες, ενώ ο ίδιος ο κάτοχός του σταδιακά γινόταν τόσο φιλάργυρος και αποκτούσε τόσα ελαττώματα, που στο τέλος τον περίμενε η πιο φριχτή κατάληξη στη ζωή και η ίδια η Κόλαση, μετά τον θάνατό του.

Δε θα ήταν δυνατόν να αναφερθούμε σε όλες τις μαγικές ιδιότητες του μανδραγόρα και σε όλους τους μύθους, που εξύφαιναν γι’ αυτόν οι διάφοροι λαοί της Ευρώπης και της Ασίας, αφού ακόμη και οι νεότερες Απόκρυφες Επιστήμες του απέδιδαν μια εξαιρετική σημασία και σπουδαιότητα.

Αλλά, ας δούμε λίγο και την επιστημονική άποψη του ζητήματος. Σε τι οφείλεται, άραγε, η παράδοξη αυτή φήμη του μανδραγόρα; Θα ήταν πολύ δύσκολο να το εξηγήσουμε, καθώς το φυτό αυτό δεν παρουσιάζει τίποτε το ιδιαίτερο σε σχέση με τα υπόλοιπα φυτά της οικογένειας των σολανοειδών ή σολανιδών.

Υπάρχουν τέσσερα είδη μανδραγόρα, από τα οποία τα τρία φύονται και στην Ελλάδα. Έχουμε το μανδραγόρα που φύεται στις Κυκλάδες και στην Κορινθία και έχει άνθη μενεξελιά και καρπό κιτρινωπό.

Ο φαρμακευτικός, που έχει άσπρα άνθη και σαρκώδη φύλλα, τον οποίο ο Διοσκουρίδης αποκαλούσε αρσενικό ή λευκό μανδραγόρα.

Ο φθινοπωρινός, που ο Διοσκουρίδης ονόμαζε θηλυκό ή μαύρο, με φύλλα στενά και άνθη σκούρα μενεξελιά, σχεδόν μπλαβιά.

Ο γερμανικός μανδραγόρας, που δεν υπάρχει στην Ελλάδα και μεταφέρθηκε από τους Σταυροφόρους στην Κεντρική Ευρώπη, έχει παχιά φύλλα σαν κραμβολάχανου, πρασινομόβ άνθη και στρογγυλούς, γυαλιστερούς, πράσινους καρπούς.

Οι καρποί του μανδραγόρα περιέχουν επικίνδυνο δηλητήριο, που άλλοτε το μεταχειρίζονται στη φαρμακευτική ως υπνωτικό και κατευναστικό, ως αμιγώς φάρμακο και ως πραϋντικό έμπλαστρο. Άλλωστε, είναι γνωστή από την αρχαιότητα η παροιμία «υπό μανδραγόραν καθεύδει», που σημαίνει πως κάποιος κοιμάται με ύπνο βαθύ, καθώς το φυτό αυτό έχει και υπνωτικές ιδιότητες.

Ο μανδραγόρας, όμως, χρωστάει τη φήμη του ως μαγικό φυτό στη ρίζα του, η οποία, εφόσον ζει το φυτό, δεν παρουσιάζει τίποτε απολύτως το εξαιρετικό, αλλά όταν ξεραθεί, παίρνει ανθρωπόμορφο σχήμα, θηλυκού ή αρσενικού ανθρώπινου όντος.

Πραγματικά, μόλις ο μανδραγόρας ξεριζωθεί, θα χρειαζόταν μεγάλη δύναμη φαντασίας για να του βρει κανείς ομοιότητα με ανθρώπινο σώμα. Μα, όταν ξεραθεί, παρουσιάζει καταπληκτική ομοιότητα και σ’ αυτό ακριβώς οφείλεται η ονομασία «ανθρωπόμορφος», που του είχε αποδώσει ο Πυθαγόρας, στον οποίον, άλλωστε, λέγεται ότι χρωστούμε την ετυμολογία της ελληνικής του ονομασίας «μανδραγόρας», που προέρχεται από τις λέξεις «μάνδρα» (σταύλος) και «αγορεύω» (συναθροίζω). Κοινώς, είναι αυτός που έχει τη δύναμη να μαζεύει τα ζώα αναφορικά προς την ελκυστική μαγική δύναμη του φυτού.

Όταν, όμως, η ρίζα ξεραθεί, χάνει κάθε χημική και φυτική της ιδιότητα κι έτσι, είναι εύκολο να γίνουν πολλές παραποιήσεις, τόσο τέλειες, που μόνο ο ειδικός μπορεί, έπειτα από επισταμένη εξέταση και με τη βοήθεια μικροσκοπίου, να διακρίνει αν πρόκειται τελικώς για την αληθινή ρίζα του μανδραγόρα ή για τη ρίζα κάποιου άλλου φυτού.

Επομένως, πολλές φορές ο κάτοχος μιας τέτοιας ρίζας, στης οποίας τις μαγικές δυνάμεις πίστευε ακλόνητα, μπορεί να απογοητευθεί, μαθαίνοντας πως το πολύτιμο φυλαχτό του δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια ξερή ρίζα ενός οιουδήποτε φυτού, σκαλισμένη από κάποιον επιτήδειο.

Και άλλοι πολιτισμένοι λαοί έχουν παρόμοιες προλήψεις για ορισμένες ρίζες φυτών. Στην Κίνα, για παράδειγμα, η ρίζα galanga, που και σε εμάς χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική, τιμάται ιδιαιτέρως.

Αλλά οι Κινέζοι, που πιστεύουν στα κακά πνεύματα και στους βρυκόλακες όσο κανένας άλλος λαός, θεοποιούν ιδίως τη ρίζα κι ενός άλλου φυτού, του ginseng, που μοιάζει κι αυτό με άνθρωπο και που ανήκει στην ίδια οικογένεια των σολανοειδών. Αυτές οι ανθρωπόμορφες ρίζες ήταν τόσο σημαντικές για τους Κινέζους, που δεν επέτρεπαν να εξαχθούν στο εξωτερικό για πολλές δεκαετίες.

Ο μανδραγόρας, το φυτό αυτό των θαυμάτων και των θρύλων, έχει τόσο πολύ εμποτίσει τους λαούς με τις ξεχωριστές και πολύπλευρες ιδιότητές του μέσα στο πέρασμα των αιώνων, που ακόμη και σήμερα, στην εποχή της καλπάζουσας τεχνολογίας, εξακολουθεί να φορά το ιδιότυπο στέμμα της μαγείας και της παντοδυναμίας.

Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Η ΒΡΑΔΥΝΗ», στις 22/09/1934…

Tags
Back to top button