Έχουμε ξαναπεί ότι κανένας δεν μπορεί να παρακολουθήσει ολόκληρο το λατρευτικό κύκλο της Μεγάλης Σαρακοστής.
Ο καθένας όμως μπορεί να παρακολουθήσει μερικές έστω ακολουθίες. Δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για κείνους που στη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής δεν αυξάνουν το χρόνο για παρακολούθηση και συμμετοχή στη Θεία Λατρεία. Εδώ και πάλι οι προσωπικές συνθήκες, οι ατομικές δυνατότητες και αδυναμίες μπορεί να ποικίλουν και να οδηγούν σε διάφορες αποφάσεις· αλλά είναι ανάγκη να υπάρξει μια απόφαση, είναι ανάγκη να γίνει μια προσπάθεια, να υπάρξει μια σταθερή επιδίωξη.
Από την πλευρά της λειτουργικής ζωής μπορούμε εμείς να προτείνουμε το κατώτατο όριο παρακολούθησης όχι με σκοπό την πνευματικά καταστρεπτική αίσθηση ότι έχουμε εκπληρώσει μια υποχρέωσή μας, αλλά να πάρουμε τουλάχιστον τα στοιχειώδη από το λειτουργικό πνεύμα της Σαρακοστής.
Πρώτα πρώτα θα πρέπει, στα πλαίσια της ενορίας, να γίνει κάποια ειδική προσπάθεια για μια ανάλογη γιορταστική τέλεση του Εσπερινού της Κυριακής της Συγγνώμης. Είναι στ’ αλήθεια τραγικό το ότι σε πολλές εκκλησίες αυτή η ακολουθία ή δεν γίνεται καθόλου ή δεν της δίνουν όση φροντίδα και προσοχή της αρμόζει. Θα πρέπει να γίνει, η ακολουθία αυτή, μια από τις πιο μεγάλες ετήσιες εκδηλώσεις της ενορίας και σαν τέτοια να προετοιμάζεται ανάλογα. Η προετοιμασία μπορεί να περιλάβει τη σχετική εξάσκηση των ψαλτών, την εξήγηση του νοήματος της ακολουθίας με κηρύγματα ή άρθρα σε ενοριακά φυλλάδια, τον προγραμματισμό για την τέλεσή της σε ώρα που οι περισσότεροι από τους ενορίτες να μπορούν να την παρακολουθήσουν. Με άλλα λόγια δηλαδή να γίνει η ακολουθία αυτή ένα αληθινό πνευματικό γεγονός. Γιατί το επαναλαμβάνουμε, τίποτε περισσότερο από την ακολουθία αυτή δέν φανερώνει το νόημα της Μεγάλης Σαρακοστής, σαν κρίση μετάνοιας, συμφιλίωσης, σαν ένα ξεκίνημα όλων μαζί για το κοινό ταξίδι.
Η επόμενη προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην πρώτη εβδομάδα των Νηστειών. Ειδική προσπάθεια πρέπει να γίνει για ταν παρακολούθηση τουλάχιστον μια ή δυό φορές του Μεγάλου Κανόνα του αγίου Ανδρέα. Όπως έχουμε πει, οι λατρευτικές εκδηλώσεις αυτών των πρώτων ημερών πρόκειται να μας μεταφέρουν στην πνευματική διάθεση της Σαρακοστής την οποία έχουμε περιγράψει σαν «χαρμολύπη».
Κατόπιν, στην όλη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής είναι επιτακτική ανάγκη να δώσουμε ένα, τουλάχιστον, απόγευμα για να παρακολουθήσουμε τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων με όλα τα πνευματικά βιώματα που συνεπάγεται -τη γενική νηστεία, τη μετατροπή, τουλάχιστον, μιας μέρας σε αληθινή προσδοκία της κρίσης και της χαράς. Καμιά αναφορά στις συνθήκες της ζωής, στην έλλειψη χρόνου κλπ., δεν γίνεται δεχτή σ’ αυτό το σημείο, γιατί, αν κάνουμε μόνο αυτό που πολύ εύκολα «ταιριάζει» στις συνθήκες της ζωής μας, τότε κάθε αντίληψη προσπάθειας μέσα στη Σαρακοστή χάνει τελείως το νόημά της.
Όχι μόνο στον 20ο αιώνα, αλλά πραγματικά από την εποχή του Αδάμ και της Εύας τούτος ο κόσμος ήταν πάντα ένα μεγάλο εμπόδιο για την εφαρμογή των εντολών του Θεού. Έτσι, λοιπόν, τίποτε το καινούργιο, ή το ειδικό, δεν υπάρχει στο μοντέρνο τρόπο ζωής μας! Τελικά όλα εξαρτώνται και πάλι από το αν παίρνουμε ή όχι στα σοβαρά την πίστη μας. Και αν ναι, τότε οκτώ ή δέκα πάρα πάνω φορές το χρόνο στην Εκκλησία είναι, στ’ αλήθεια, μια ελάχιστη προσπάθεια. Αν όμως στερηθούμε και αυτές τις ελάχιστες φορές, τότε στερούμε από τον εαυτό μας όχι μόνο την ομορφιά και το βάθος των ακολουθιών αυτών, όχι μόνο μια αναντικατάστατη πνευματική έμπνευση και βοήθεια, αλλά του στερούμε αυτό – όπως θα δούμε πάρα κάτω – που κάνει τη νηστεία να έχει σημασία και αποτελεσματικότητα.
Από: Α. Σμέμαν, Μεγάλη Σαρακοστή – Πορεία προς το Πάσχα, μτφρ. Ελένη Γκανούρη, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1999.