Ο γάμος είναι ένα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας και μάλιστα, όπως διαβάζουμε στο Αποστολικό Ανάγνωσμα, «το μυστήριον τούτο μέγα εστίν». Καινή Διαθήκη Εφεσίους, Κεφάλαιο 5, Στίχοι 31 – 32. «Γι’ αυτό, ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα, και θα προσκολληθεί στη γυναίκα του, και θα είναι οι δύο σε μία σάρκα». Τούτο το μυστήριο είναι μεγάλο· εγώ δε το λέω αυτό για τον Χριστό και για την εκκλησία».
Η Εκκλησία, για να τονίσει ιδιαίτερα τον θεσμό της οικογένειας και την ψυχική και σωματική ένωση των συζύγων, κατασκεύασε στέφανα, τα οποία τοποθετούνται στα κεφάλια των νεονύμφων, ως επιβράβευση για τον πρότερο έντιμο βίο τους.
Τα στέφανα του γάμου συμβολίζουν το βασιλικό μεγαλείο που είχαν οι Πρωτόπλαστοι και υπενθυμίζουν τα στέφανα των μαρτύρων, τονίζοντας τη μαρτυρική διάσταση της Χριστιανικής ζωής, και τις θυσίες που χρειάζεται να γίνουν μέσα στο γάμο. Κατασκευάζονται δε για το λόγο αυτό από πολύτιμα μέταλλα και πολύτιμους λίθους.
Σήμερα βέβαια αυτό το είδος των στεφάνων είναι περιορισμένο, ενώ χρησιμοποιούνται ευρέως τα εμπορικά στέφανα, τα οποία είναι απλά και λιτά. Η παράδοση «θέλει» να τα φυλάγουν οι νεόνυμφοι στο εικονοστάσι τους.
Παλαιότερα οι νεόνυμφοι σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες χειρογράφων λειτουργικών βιβλίων, παρέμεναν φορώντας τα στέφανα επί 8 ήμερες ή κατ’ άλλες πηγές τρεις ημέρες. Αυτό γινόταν για να ξεχωρίζουν από τους άλλους και να τιμώνται ιδιαιτέρως επειδή έφθασαν μέχρι την ευλογημένη στιγμή του γάμου τους αγνοί και σώφρονες, όπως ορίζει ο Θεός μας. Η ευλογία της λύσεως των στεφάνων, σημαίνει την ευλογία του Θεού διά του ιερέως, ώστε η ζωή των νεόνυμφων να συνεχισθεί και τώρα που λύνονται τα στέφανα αδιάσπαστη, πάντοτε όμως στην προοπτική της ευχαριστίας και της δοξολογίας του Θεού εκ μέρους των. Αυτή την ειδική ακολουθία σήμερα πολλοί λίγοι πιστοί τηρούν και μάλιστα πολλοί εκ των κληρικών την αγνοούν, καίτοι αυτή ως ακολουθία εμπεριέχεται στο Ευχολόγιον της Εκκλησίας [2].
Κατ’ αυτήν την ακολουθία, ο ιερεύς εισερχόμενος εις την νυμφικήν παστάδα βάζει Ευλογητός, Τρισάγιον, Ότι σού εστίν, ψάλλει τα τυχόντα απολυτίκια της ημέρας ή ακόμη και των αγίων τα ονόματα, των οποίων φέρουν οι νεόνυμφοι. Κατόπιν κάνει μια εκτενή «Ελέησον ημάς ο Θεός…», «Έτι δεόμεθα υπέρ του Αρχιεπισκόπου ημών (δείνα)…», «Έτι δεόμεθα υπέρ των νεονύμφων δούλων του Θεού (ο δείνα) και (η δείνα), υγείας και σωτηρίας υπέρ αυτών», Εκφώνησις «Ότι ελεήμων και φιλάνθρωπος…», και ακολούθως την ευχή “Του Κυρίου δεηθώμεν”, Κύριε ελέησον, «Κύριε ο Θεός ημών, ο του ενιαυτού τον στέφανον ευλογήσας…» απόλυσις και ο ιερεύς ευχόμενος και πάλι τους νεόνυμφους απέρχεται.