Στο news-on.net παρεχουμε Ειδήσεις και σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
ΙΣΤΟΡΙΑ

Τσαρλς Σταρκγουέδερ: Ο εγληματίας χωρίς... αιτία που σόκαρε την Αμερική - Ήταν θαυμαστής του Τ.Ντίν (φωτό)

Το 1955 ο Τζέιμς Ντιν ενσάρκωσε τον δεκαεπτάχρονο Τζιμ Σταρκ, έναν «Επαναστάτη χωρίς αιτία». 

Τρία χρόνια αργότερα, ένας μανιακός θαυμαστής του ηθοποιού αντέγραψε το στυλ του και έγινε δολοφόνος χωρίς καμμία αιτία. Ο 19χρονος Τσαρλς Σταρκγουέδερ, σκότωσε έντεκα αθώους πολίτες και η τιμωρία του ήταν η εσχάτη των ποινών. 

Ένας φανατικός του Τζέιμς Ντιν Γεννημένος το 1938 στο Λίνκολν της Νεμπράσκα, ο Τσαρλς Σταρκγουέδερ πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Πέρα από τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η οικογένειά του, η ζωή στο σχολείο και στη γειτονιά είχε γίνει ανυπόφορη.

Ο τρόπος που περπατούσε, η κακή του άρθρωση, οι επιδόσεις του στα μαθήματα, τα πάντα γίνονταν αντικείμενο χλευασμού. Τα παιδιά τον κορόιδευαν και τον είχαν περιθωριοποιήσει ή τουλάχιστον έτσι το εισέπραττε ο ίδιος.

Όταν τη δεκαετία του ’50 μπήκε στην εφηβεία, ο Τσαρλς είχε ήδη συσσωρεύσει μέσα του πολλή οργή. Η βία και η περιφρόνηση που βίωνε όλα αυτά τα χρόνια, από τη μία τον είχαν σκληραγωγήσει, από την άλλη του είχαν δημιουργήσει μία αρρωστημένη ανάγκη για εκδίκηση. 

Μοναδική διέξοδος από τη μουντή καθημερινότητα ήταν οι ταινίες του Τζέιμς Ντιν. Στο πρόσωπο του «κακού παιδιού» της μεγάλης οθόνης με το ατίθασο στυλ, ο Τσαρλς «έβλεπε» τον εαυτό του. Η ταύτιση άρχισε να γίνεται αντιληπτή από τους γύρω του όταν ο 17χρονος άρχισε να ντύνεται, να συμπεριφέρεται και να μιλάει σαν τον «Επαναστάτη χωρίς αιτία».

Την περίοδο που κυκλοφόρησε η συγκεκριμένη ταινία, η κορυφαία της σύντομης καριέρας του Ντιν, ο Τσαρλς αποφάσισε να παρατήσει το σχολείο και να βγει στη βιοπάλη. 

Ο στόχος του ήταν βγάζει αρκετά χρήματα ώστε να έχει δικό του σπίτι. Άρχισε να καταπιάνεται με χειρονακτικές εργασίες και ευκαιριακά μεροκάματα, χωρίς να έχει μια σταθερή εργασία, κυρίως εξαιτίας του χαρακτήρα του. Στα 18 του και ενώ εργαζόταν ως σκουπιδιάρης, γνώρισε τη 13χρονη Κάριλ Αν Φιουγκέιτ. 

Παρά τη διαφορά ηλικίας, τα δυο παιδιά μοιράζονταν τις ίδιες αντιλήψεις και μία κοινή αποστροφή προς το σύστημα, τους κανόνες και τους «συμβατικούς» ανθρώπους. Έβγαιναν μέχρι αργά, έμπλεκαν σε περίεργες καταστάσεις, σύχναζαν σε κακόφημα μέρη. Όλα αυτά είχαν ανησυχήσει τους γονείς της 13χρονης, οι οποίοι εξ αρχής δεν ενέκριναν αυτή τη σχέση. 

Ωστόσο, ο Τσαρλς και η Κάριλ ήταν αχώριστοι. 

Το «ξύπνημα» του σίριαλ κίλλερ 

Το Δεκέμβριο του 1957 ο Τσαρλς Σταρκγουέδερ ήθελε να αγοράσει ένα μεγάλο λούτρινο αρκούδο ως χριστουγεννιάτικο δώρο για την Κάριλ. Ωστόσο, τα χρήματα που είχε μαζέψει δεν έφταναν. Αυτό το φαινομενικά ασήμαντο  γεγονός πυροδότησε το μεγάλο ξέσπασμα.

Ο Τσαρλς παρέμεινε κρυμμένος έξω από το κατάστημα ώσπου να νυχτώσει. Όταν έφυγε ο τελευταίος πελάτης, μπήκε από την κεντρική είσοδο και κατευθύνθηκε προς το ταμείο. Υπό την απειλή όπλου, πρόσταξε τον μοναδικό υπάλληλο που εργαζόταν εκείνη την ώρα να του δείξει τα χρήματα. 

Εκείνος υπάκουσε και άνοιξε την ταμειακή μηχανή. Το ποσό που έκλεψε ο Τσαρλς ήταν αμελητέο. Το πραγματικό του σχέδιο ήταν πιο μακάβριο. Οδήγησε τον υπάλληλο στο αμάξι και έβαλε μπρος. Αφού είχαν απομακρυνθεί αρκετά, σταμάτησε το όχημα, σημάδεψε τον άτυχο ταμία στο κεφάλι με το όπλο και τον σκότωσε εν ψυχρώ. Το όνομα του άντρα ήταν Ρόμπερτ Κόλβερτ. 

Ήταν 21 χρόνων, παντρεμένος και περίμενε το πρώτο του παιδί. Ο Τσαρλς πέταξε το άψυχο σώμα του σε μία ερημική τοποθεσία κι έπειτα, ψύχραιμος, πήρε το δρόμο του γυρισμού. 

Η δολοφονία των «πεθερικών» 

Στις 21 Ιανουαρίου του 1958, ένα μήνα μετά τον πρώτο φόνο, ο 19χρονος πήγε στο σπίτι της Κάριλ. Ωστόσο, αυτή τη φορά οι γονείς της κοπέλας ήταν αποφασισμένοι να μην την αφήσουν να τον δει. Ο πατριός της, Μάριον Μπάρτλετ, τον απείλησε να μην εμφανιστεί ξανά στην πόρτα τους. Τα λόγια αυτά εξαγρίωσαν τον Τσαρλς. 

Μπήκε με τη βία στο σπίτι και έβγαλε το όπλο που φύλαγε στην τσέπη του. Πρώτα σκότωσε τον πατριό. Ύστερα, έστρεψε το περίστροφο εναντίον της μητέρας, η οποία ίσα που πρόφτασε να βγάλει μια κραυγή. 

Τελευταία άφησε τη 2χρονη αδερφή της Κάριλ, που τόση ώρα έκλαιγε στην κούνια της. Δίχως να διστάσει, στραγγάλισε το μωρό και έκρυψε το άψυχο κορμί του στην αποθήκη.

Ο ρόλος που διαδραμάτισε η Κάριλ στους φόνους δεν είναι σαφής. 

Ο Τσαρλς ισχυρίστηκε ότι η κοπέλα ήταν ο εγκέφαλος πίσω από τις δολοφονίες. Από την άλλη, η 14χρονη επέμενε ότι δεν βρισκόταν καν στο σπίτι την ώρα εκείνη. Σύμφωνα με την κατάθεσή της, ο Τσαρλς της είπε ψέμματα ότι οι δικοί της ήταν ζωντανοί και τους κρατούσε αιχμάλωτους στο υπόγειο.

Όπως και να ‘χει, το νεαρό ζευγάρι έμεινε μέσα στο σπίτι μαζί με τα πτώματα της ξεκληρισμένης οικογένειας Μπάρτλετ για μία βδομάδα. Θα έμεναν κι άλλο, αν δεν μάθαιναν ότι η γιαγιά της Κάριλ ετοιμαζόταν να καλέσει την αστυνομία. Η ηλικιωμένη πάσχιζε εδώ και μέρες να βρει την κόρη και τις εγγονές της χωρίς αποτέλεσμα. 

Ο Τσαρλς και η Κάριλ επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο και άρχισαν να κατευθύνονται εκτός πόλης. Ο 19χρονος είχε ήδη στο μυαλό του το επόμενο θύμα. 

Επτά φόνοι μέσα σε δύο μέρες 

Ο 70χρονος Όγκοστ Μέγιερ καθόταν στην πολυθρόνα του σπιτιού του, όταν τον αιφνιδίασε ένας επίμονος κτύπος στην πόρτα. Ο Μέγιερ άνοιξε, όμως δεν πρόλαβε να χαιρετήσει τον γνώριμο επισκέπτη. 

Ο Τσαρλς, παλαιότερα συνήθιζε να βοηθάει τον 70χρονο φίλο του πατέρα του, στις δουλειές του αγροκτήματος. Αυτή τη φορά, όμως, ο λόγος της επίσκεψής του ήταν άλλος. Μόλις η πόρτα άνοιξε, πυροβόλησε τον άτυχο ηλικιωμένο στο κεφάλι. Ο θάνατός του ήταν ακαριαίος.

Ο Τσαρλς και η Κάριλ πέρασαν ένα μόλις βράδυ στο απομονωμένο αγρόκτημα του Μέγιερ. Όταν ξημέρωσε, αποφάσισαν να επιστρέψουν στο Λίνκολν. Αυτό που δε γνώριζαν ήταν ότι στην πόλη τους επικρατούσε πανικός. Τα πτώματα της οικογένειας Μπάρτλετ είχαν βρεθεί και η φιλήσυχη κοινότητα ήταν τρομοκρατημένη. 

Ωστόσο, η επιστροφή των δύο νεαρών δολοφόνων θα καθυστερούσε λίγο ακόμα. Το αυτοκίνητό τους κόλλησε στις λάσπες και αναγκάστηκαν να κάνουν ωτοστόπ. Οι ανυποψίαστοι οδηγοί που σταμάτησαν στο σινιάλο τους, ήταν ένα 16χρονο ζευγάρι από το πρώην σχολείο του Τσαρλς. 

Ακολουθώντας την γνωστή τελετουργία, ο 19χρονος σκότωσε το αγόρι με μία σφαίρα στο κεφάλι και έριξε το πτώμα του σε έναν λάκκο. Έπειτα, αφού προσπάθησε ανεπιτυχώς να βιάσει το κορίτσι, της αφαίρεσε τη ζωή με τον ίδιο τρόπο. Ήταν εμφανές ότι ο Τσαρλς βρισκόταν σε κατάσταση αμόκ. Ήταν αποφασισμένος να συνεχίσει να εξοντώνει όποιον έβρισκε στο διάβα του.

Με το αυτοκίνητο των 16χρονων, οι δύο νέοι έφτασαν σε μία πλούσια γειτονιά του Λίνκολν και σταμάτησαν μπροστά από ένα σπίτι που φαινόταν ανοιχτό. Αφού σκότωσαν την οικιακή βοηθό και το σκύλο, περίμεναν υπομονετικά τους ιδιοκτήτες να γυρίσουν. Από τη μία, χρειάζονταν το αυτοκίνητό τους. 

Από την άλλη, «διψούσαν» για ακόμη περισσότερο αίμα. Λίγες ώρες αργότερα, γυναίκα και άντρας κείτονταν νεκροί στο σαλόνι τους, ενώ η πόρτα του γκαράζ έξω ήταν ανοιχτή. Με το νέο πολυτελές όχημα των εύπορων θυμάτων του, το νεαρό ζευγάρι έφυγε από το σπίτι παίρνοντας κλοπιμαία μεγάλης αξίας. Αυτή τη φορά είχαν γίνει αντιληπτοί από τους γείτονες. 

Οι αρχές βρίσκονταν στα ίχνη τους και δεκάδες αστυνομικοί είχαν ξεχυθεί στους δρόμους του Λίνκολν. Το τέλος βρισκόταν κοντά, και ο Τσαρλς με την Κάριλ το είχαν καταλάβει. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αλλάξουν αμάξι για να μπερδέψουν τους άντρες της αστυνομίας, σκότωσαν τον Μερλ Κόλισον, έναν έμπορο πλασιέ που έτυχε να περνά από το σημείο. 

Αυτό ήταν και το τελευταίο θύμα του Τσαρλς Σταρκγουέδερ και της Κάριλ Αν Φιουγκέιτ. Μετά από λίγη ώρα, οι αστυνομικοί τους εντόπισαν. Ακολούθησε μία επεισοδιακή καταδίωξη, κατά την οποία ο 19χρονος τραυματίστηκε σοβαρά. Ανήμπορος να συνεχίσει να αντιστέκεται, αποφάσισε να παραδοθεί. Έτσι, οι δύο νέοι συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στο τμήμα.

Δίκη και τιμωρία 

Η δίκη ξεκίνησε τον ίδιο κιόλας μήνα. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Κάριλ αρνήθηκε τα πάντα. Κατέθεσε ότι ο Τσαρλς επί σειρά ημερών την κρατούσε όμηρη υπό την απειλή ότι θα έκανε κακό στην οικογένειά της. Η 14χρονη ισχυρίστηκε ότι δε γνώριζε πως τους είχε ήδη σκοτώσει.

Ωστόσο, τα γεγονότα και οι μαρτυρίες δεν υποστήριζαν τη θεωρία της. Τόσο στο τριπλό φονικό στο σπίτι της, όσο και στις επόμενες δολοφονίες, η ανάμιξή της, τουλάχιστον στην κάλυψη των στοιχείων, ήταν εμφανής. Επιπλέον, η ψυχρή στάση της κατά τη διάρκεια της δίκης επιβάρυνε περαιτέρω τη θέση της. 

Για τον Τσαρλς, από την άλλη, δεν υπήρχε καμία αμφιβολία. Η απόφαση θα ήταν καταδικαστική και η τιμωρία σκληρή. Είναι χαρακτηριστικό ότι στάθηκε αρκετή μόνο μία δίκη, αυτή για το φόνο των 16χρονων παιδιών, προκειμένου να του επιβληθεί η θανατική ποινή. Στις 25 Ιουνίου του 1959, ο Τσαρλς Σταρκγουέδερ οδηγήθηκε στην ηλεκτρική καρέκλα του Σωφρονιστικού Ιδρύματος της Νεμπράσκα, όπου εκτελέστηκε. Το σώμα του θάφτηκε στο νεκροταφείο του Λίνκολν. 

Στο ίδιο κοιμητήριο βρίσκονταν θαμμένα πέντε από τα συνολικά έντεκα θύματα του 19χρονου κατά συρροή δολοφόνου.

Η Κάριλ Αν Φιουγκέιτ, παρά την απουσία αποδείξεων καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Το 1976, έχοντας εκτίσει 17,5 χρόνια από την ποινή της, αφέθηκε ελεύθερη λόγω καλής διαγωγής. 

Μετακόμισε στο Μίσιγκαν, άλλαξε το όνομά της, παντρεύτηκε και έπιασε δουλειά ως επιστάτρια σε νοσοκομείο.

Δέχθηκε να μιλήσει για την υπόθεση μόνο μία φορά, το 1996. Έκτοτε απολαμβάνει την ελευθερία της στην αφάνεια.

Tags
Back to top button