Από μία καταστροφή που προκάλεσε η μπίρα πριν από διακόσια χρόνια μέχρι και την τεχνολογία των σύγχρονων ζυθοποιιών.
Στις αρχές του 19ου αιώνα έγινε ένα ατύχημα στην Αγγλία. Αρχικά μπορεί να φανεί παράλογο αλλά οι δρόμοι του Λονδίνου πλημμύρισαν με περίπου ενάμισι εκατομμύριο λίτρα porter. Στην πραγματικότητα, κύματα μπίρας πέρασαν από την πόλη, καταστρέφοντας σπίτια και σκοτώνοντας ανθρώπους.
Αυτό το περιστατικό, και άλλα παρόμοια, οδήγησαν τελικά στον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού και στη βελτίωση της ασφάλειας ώστε να αποφευχθούν παρόμοια ατυχήματα στη σύγχρονη εποχή.
Το δολοφονικό τσουνάμι μπίρας που ήταν... θέλημα Θεού
Η καταστροφή έγινε στη φτωχή περιοχή Σέιντ Ντζάιλς του Λονδίνου το 1814. Η τοπική ζυθοποιία Meux and Company, που ήταν υπεύθυνη για το ατύχημα, ήταν μία από τις δύο μεγαλύτερες της πόλης εκείνη την εποχή.
Ο ιδιοκτήτης της ήταν ο Χένρι Μιό, ο γιος του Ρίτσαρντ Μιό. Στον χώρο παραγωγής, ο Ρίτσαρντ Μιό είχε τη μεγαλύτερη δεξαμενή μπίρας στο Λονδίνο, η οποία χωρούσε 20.000 αυτοκρατορικά βαρέλια – πάνω από τρία εκατομμύρια λίτρα.
Ο Χένρι Μιό παρασκεύαζε μόνο porter, μια μαύρη μπίρα που ήταν το πιο δημοφιλές ποτό εκείνη την εποχή. Το 1810 εγκατέστησε ένα ξύλινο βαρέλι, το οποίο είχε σχεδόν επτά μέτρα ύψος, στη ζυθοποιία του και χωρούσε περίπου 600.000 λίτρα μπίρας. Την porter την άφηνε σε τεράστια δοχεία αρκετούς μήνες για ωρίμανση.
Στις 17 Οκτωβρίου στις 16:30 ο εργάτης της ζυθοποιίας Τζορτζ Κρικ παρατήρησε ότι ένα από τα μεταλλικά δακτυλίδια στερέωσης στο ξύλινο βαρέλι είχε σπάσει, αλλά δεν έδωσε μεγάλη σημασία. Εξάλλου αυτό συνέβαινε δύο ή τρεις φορές τον χρόνο χωρίς ιδιαίτερες συνέπειες. Ο προϊστάμενος του Κρικ τον συμβούλεψε να γράψει μια επιστολή σε έναν ειδικό ζητώντας του να διορθώσει το δαχτυλίδι στον ελεύθερο χρόνο του.
Στις 17:30 όμως το συγκεκριμένο βαρέλι ανατινάχτηκε. Η πρώτη έκρηξη προκάλεσε αλυσιδωτές εκρήξεις στα υπόλοιπα βαρέλια με αποτέλεσμα η μπίρα που χύθηκε έξω να σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά της.
Σχεδόν ενάμισι εκατομμύριο λίτρα μπίρας χύθηκε στους δρόμους του Σέιντ Ντζάιλς. Σε λίγα λεπτά, ένα κύμα ύψους τεσσεράμισι μέτρων κατέστρεψε σπίτια και πλημμύρισε υπόγεια.
Την ώρα της καταστροφής, σε ένα από τα σπίτια βρισκόταν μια γυναίκα με την τετράχρονη κόρη της Χάνα και ένα άλλο παιδί. Η Χάνα σκοτώθηκε όταν το κύμα μπίρας πλημμύρισε το σπίτι. Ένα άλλο θύμα ήταν η 14χρονη Ελεονόρ Κούπερ, η οποία σκοτώθηκε εξαιτίας της κατάρρευσης ενός τοίχου της ζυθοποιίας.
Στο ατύχημα σκοτώθηκαν συνολικά οκτώ άτομα, κυρίως γυναίκες και παιδιά. Θα μπορούσαν να υπάρξουν περισσότερα θύματα, αλλά εκείνη τη στιγμή οι άντρες και τα αγόρια βρίσκονταν για εργασία μακριά από την περιοχή. Όλοι οι εργάτες της ζυθοποιίας επέζησαν με μικρούς τραυματισμούς.
Μετά την καταστροφή, εκατοντάδες άνθρωποι άρχισαν να μαζεύουν τη δωρεάν μπίρα. Η πόλη έπεσε σε ολική μέθη. Ως αποτέλεσμα, λίγες μέρες αργότερα, ακόμη ένας άνθρωπος πέθανε λόγω δηλητηρίασης από αλκοόλ.
Η μυρωδιά της porter παρέμεινε στους δρόμους της περιοχής για αρκετούς μήνες μετά το ατύχημα. Η υπόθεση της καταστροφής έφτασε στο δικαστήριο, στο οποίο δεν καταδικάστηκε κανείς επειδή θεωρήθηκε ότι ήταν θέλημα Θεού. Υπήρξαν όμως φήμες ότι η ζυθοποιία δωροδόκησε τον δικαστή.
Τα θύματα δεν έλαβαν καμία οικονομική αποζημίωση ούτε από την κυβέρνηση ούτε από τη ζυθοποιία. Μερικοί πολίτες πρόσφεραν εθελοντικά χρήματα για τις κηδείες των θυμάτων. Ταυτόχρονα, η Meux and Company κατάφερε να πάρει επιστροφή του καταβληθέντος φόρου για τη χαμένη porter, καθώς και να λάβει αποζημίωση για τα κατεστραμμένα βαρέλια. Αυτά τα χρήματα τη βοήθησαν να αποφύγει την πτώχευση.
Μετά την καταστροφή, τα ξύλινα βαρέλια αποσύρθηκαν σταδιακά από την παραγωγή και αντικαταστάθηκαν με δεξαμενές από σκυρόδεμα. Η ζυθοποιία συνέχισε να λειτουργεί για πάνω από έναν αιώνα. Κατεδαφίστηκε το 1922.
Σήμερα το θέατρο Ντομίνιον βρίσκεται εν μέρει στη θέση που ήταν χτισμένη πριν η Meux and Company. Παρόλο που έχουν περάσει πάνω από διακόσια χρόνια από το ατύχημα, η τοπική παμπ Holborn Whippet κάθε χρόνο την ημέρα της καταστροφής κερνάει τους πελάτες της με ειδικά παρασκευασμένη μπίρα.
Το νέο τσουνάμι μπίρας που θέρισε ζωές
Παρόμοια ατυχήματα συνέβησαν αρκετές φορές στις ζυθοποιίες του 19ου αιώνα, δεν είχαν όμως τόσο καταστροφικές συνέπειες. Το 1831 στη ζυθοποιία Mottram’s brewery στο Σάλφορντ της Αγγλίας εξερράγη ένα δοχείο από το οποίο χύθηκαν περίπου 86.000 λίτρα μπίρας.
Ανάμεσα στα θύματα ήταν ένα γουρούνι, το οποίο υπέστη αλκοολική δηλητηρίαση. Το 1913 έσκασε ένα δοχείο με μπίρα στη ζυθοποιία Murphy’s Lady’s Well στο Κορκ της Ιρλανδίας από το οποίο χύθηκαν περίπου 91.000 λίτρα μπίρας. Οι πυροσβέστες έριξαν νερό με μάνικες για να αποφευχθεί η κατανάλωση του αλκοόλ. Δεν υπήρξαν θύματα.
Το ατύχημα που συνέβη αργότερα στη Βοστώνη των ΗΠΑ, έσπασε το ρεκόρ του «τσουνάμι μπίρας». Το 1919, στην εποχή της Ποτοαπαγόρευσης στις ΗΠΑ, η εταιρεία Purity Distilling Co παρήγε μελάσα προς πώληση, η οποία χρησιμοποιούνταν ευρέως για την παρασκευή αιθυλικής αλκοόλης.
Στις 15 Ιανουαρίου μια δεξαμενή με τη συγκεκριμένη ουσία, ύψους 15 μέτρων, δεν άντεξε και έσκασε. Ως αποτέλεσμα, ένα κύμα μελάσας ύψους τεσσεράμισι μέτρων διέσχισε το βόρειο τμήμα της πόλης. Είχε αναπτύξει ταχύτητα 55 χιλιόμετρα την ώρα.
Το «τσουνάμι» μετακίνησε ένα εμπορικό τρένο από τις σιδηροδρομικές γραμμές, σκοτώνοντας 21 άτομα και τραυματίζοντας άλλα 150.
Οι επιχειρήσεις διάσωσης διήρκησαν αρκετές ημέρες μετά το ατύχημα. Συχνά τα σώματα ήταν εντελώς καλυμμένα από τη γλυκιά ουσία και ήταν δύσκολο να εντοπιστούν. Άνθρωποι και άλογα πέθαναν από ασφυξία, επειδή δεν μπορούσαν να βγουν από τη μελάσα.
Η δεξαμενή που ανατινάχθηκε αποτελούνταν από μεγάλες χαλύβδινες πλάκες με πριτσίνια. Δεν είχαν προλάβει να κάνουν δοκιμές πριν τη χρήση της, επειδή μια παρτίδα της ουσίας έφτασε στο εργοστάσιο λίγες ημέρες μετά την κατασκευή της δεξαμενής. Από τις πρώτες ημέρες, οι εργαζόμενοι παρατηρούσαν διαρροές της γλυκιάς μάζας από τη δεξαμενή και μιλούσαν για περίεργους ήχους που ακούγονταν από μέσα.
Η δίκη της υπόθεσης έληξε τελικά το 1925. Οι ιδιοκτήτες της δεξαμενής αναγκάστηκαν να πληρώσουν αποζημίωση στα θύματα, στην πόλη και στη σιδηροδρομική εταιρεία.
Ποτέ δεν έγινε αποκατάσταση της δεξαμενής. Σήμερα, σε εκείνο το σημείο υπάρχει ένα δημόσιο πάρκο με μια αναμνηστική πινακίδα στην είσοδο με αναφορά στην καταστροφή. Οι κάτοικοι της περιοχής λένε ότι μέχρι σήμερα, τις ζεστές μέρες, μια γλυκιά μυρωδιά απλώνεται στην περιοχή.
Πώς έχει αλλάξει η παραγωγή μπίρας από τότε
Τον 19ο αιώνα έγιναν πολλές εξαιρετικές εφευρέσεις. Η βιομηχανία παρασκευής μπίρας δεν ήταν εξαίρεση. Συγκεκριμένα, τότε έγινε μια μετάβαση από τη σκούρα δυνατή μπίρα σε μια πιο ελαφριά και εκλεπτυσμένη. Ξεκίνησε η παρασκευή μπίρας που κρατούσε όλο τον χρόνο και χρησιμοποιήθηκαν πιο σύγχρονα υλικά για την παραγωγή.
Το 1843 ο χημικός από την Πράγα, Καρλ Μπάλινγκ παρουσίασε τον μετρητή ζάχαρης για τη μέτρηση του οξέος του σακχάρου, το οποίο ξεκίνησαν να χρησιμοποιούν σε ζυθοποιίες και εργοστάσια παρασκευής ποτών.
Τη δεκαετία του '60, ο Λουί Παστέρ απέδειξε ότι η ζύμωση είναι μια διαδικασία που σχετίζεται με τη ζωτική δραστηριότητα των μυκήτων ζύμης. Χρησιμοποιώντας τις γνώσεις του, βοήθησε τους ζυθοποιούς και τους οινοποιούς στην παραγωγή ποτών και ανακάλυψε επίσης μια μέθοδο παραγωγής μπίρας που αποτρέπει την αλλοίωση των προϊόντων κατά τη διάρκεια μεγάλων αποστολών.
Το 1870 ο Γερμανός μηχανικός Καρλ φον Λίντε παρουσίασε τον πρώτο εξοπλισμό για ψύξη, το οποίο γρήγορα βρήκε ανταπόκριση και στους παραγωγούς μπίρας. Η μεταφορά παγωμένης μπίρας έγινε πιο εύκολη και η δυνατότητα μακροχρόνιας αποθήκευσής της κατέστησε δυνατή την παραγωγή της όλο τον χρόνο. Τη δεκαετία του '80, άνοιξαν οι πρώτες σχολές ζυθοποιίας στην Ευρώπη και την Αμερική.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, τα εύθραυστα δρύινα βαρέλια για την προετοιμασία του ποτού αντικαταστάθηκαν από πιο ανθεκτικά υλικά. Για παράδειγμα, το καζάνι, στο οποίο αναμιγνύονται βύνη και ζεστό νερό με σκοπό την απομόνωση της ζάχαρης, άρχισε να κατασκευάζεται από χυτοσίδηρο. Ο χαλκός χρησιμοποιούνταν λιγότερο συχνά λόγω της υψηλής τιμής του.
Οι δεξαμενές ζύμωσης στις οποίες πραγματοποιούνταν η ζύμωση, ήταν κατασκευασμένες από αλουμίνιο. Το 1913 ο Άγγλος μεταλλουργός Χάρι Μπρίρλεϊ κατασκεύασε στο Σέφιλντ το πρώτο ατσάλι που δεν σκούριαζε, κάτι που άλλαξε ριζικά τη μεταλλουργία. Μερικές δεκαετίες αργότερα τέτοιο ατσάλι άρχισε να χρησιμοποιείται ως υλικό για την κατασκευή δοχείων παρασκευής μπίρας.
Σήμερα το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού παρασκευής μπίρας είναι κατασκευασμένο από ανοξείδωτο ατσάλι. Τα κύρια πλεονεκτήματά του έναντι άλλων υλικών είναι η υψηλή αντοχή, η μεγάλη διάρκεια ζωής και η αντοχή στη διάβρωση.
Επομένως, σήμερα είναι απίθανο να συμβούν ατυχήματα, παρόμοια με εκείνα που γίνονταν στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ έναν ή δύο αιώνες πριν. Ορισμένοι ζυθοποιοί εξακολουθούν να επιλέγουν ξύλινα βαρέλια για την παραγωγή, συγκεκριμένα για δευτερεύουσα ζύμωση μπίρας με ειδικό στιλ, τα χρησιμοποιούν όμως κυρίως για να προσθέσουν γεύση και άρωμα στην μπίρα.