Εκατό πενήντα χρόνια χώριζαν τις ζωές των δύο γυναικών, που η απίστευτη ομοιότητά τους συγκλόνισε τους πάντες. Η μία γυναίκα ήταν η Παυλίνα Βοναπάρτη, η ζωηρή αδερφή του Ναπολέοντα και η άλλη γυναίκα ήταν η 29χρονη Ντενίζ Κρετέι.
Η Ντενίζ δε θα ξεχώριζε από τις υπόλοιπες κοπέλες της ηλικίας της, εάν δε διηγούνταν, κατά τη διάρκεια αλλεπάλληλων υπνώσεων, την ιστορία της Μαρί-Λιζ, νόθας κόρης της Παυλίνας.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Ντενίζ, στην προηγούμενη ζωή της ήταν η Μαρί-Λιζ. Την υπνώτισαν πάνω από εξήντα φορές και κάθε φορά ανέφερε κι από ένα επεισόδιο της περασμένης της ζωής με τέτοια ακρίβεια, ώστε ορισμένοι ιστορικοί απόρησαν.
Τον Οκτώβρη του 1958, στο πλημμυρισμένο από αγριόχορτα μονοπάτι ακούγονταν πνιγμένα βήματα. Πέντε πρόσωπα ξεγλιστρούσαν ανάμεσα από τους ερειπωμένους τάφους και τους σπασμένους από το πέρασμα του χρόνου σταυρούς.
Πρώτη, προχωρούσε μια νέα γυναίκα με το βλέμμα απλανές. Οι υπόλοιποι την ακολουθούσαν, κρατώντας την αναπνοή τους και παρακολουθώντας ευλαβικά μέχρι και τις πιο ανεπαίσθητες κινήσεις της.
Ξαφνικά, η νέα σταμάτησε κι έδειξε έναν ερειπωμένο τάφο, που δεν ξεχώριζε από τους άλλους. Έβγαλε μια σπαρακτική κραυγή και σωριάστηκε καταγής. Αμέσως έτρεξαν και τη σήκωσαν. Την στήριξαν με κόπο στον κορμό ενός δέντρου.
Σιωπηλοί, περίμεναν να μιλήσει. Στο χλωμό της πρόσωπο, μόνο τα χείλη της φαίνονταν να έχουν κάποια ζωή. Σιγά σιγά, άνοιξε τα μάτια της και με μεγάλη προσπάθεια κατάφερε να προφέρει: «Είναι φριχτό! Αυτά τα χέρια… Όλα αυτά τα χέρια που με τραβούσαν, με έπιαναν από τα πόδια, σαν να ήθελαν να με χώσουν στα κατάβαθα της γης. Εκεί με έθαψαν… Αυτός ήταν ο τάφος μου».
Πραγματικά, η Ντενίζ έμοιαζε να έχει επιστρέψει από έναν άλλο κόσμο. Οι σύντροφοί της τουλάχιστον το πίστευαν απόλυτα. Η Ζερμέν Μπογκίτ, σύζυγος ενός Γάλλου Βουλευτή, ο δημοσιογράφος Πιερ Νεσίλ και ο υπνωτιστής Ντυπίλ ήταν μάρτυρες του αλλόκοτου γεγονότος. Επί πολλές εβδομάδες, οι δοκιμές του υπνωτισμού τούς είχαν βυθίσει σ’ ένα μακρινό παρελθόν, που το θεωρούσαν από χρόνια σβησμένο.
Και στις εξήντα φορές που ο Ντυπίλ υπνώτισε τη Ντενίζ, η νεαρή γυναίκα επέστρεφε στο παρελθόν. Με φωνή απόμακρη, αλλοιωμένη, διηγούνταν περιστατικά μιας παράξενης, αλλά αληθινής ιστορίας. Την ιστορία της ζωής της ως Μαρί-Λιζ, νόθας κόρης της Παυλίνας Βοναπάρτη, που έζησε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.
Την είχε περιγράψει με τόσες λεπτομέρειες, ώστε οι σύντροφοί της δεν απόρησαν, όταν τους οδήγησε στο νεκροταφείο. Χωρίς, όμως, να το θέλουν, πάγωσαν μπροστά στο θέαμα της υπνωτισμένης κοπέλας.
Είχαν περάσει περίπου εκατό πενήντα χρόνια. Το νεκροταφείο ήταν έρημο και φαγωμένο από την αδυσώπητη σκληρότητα του χρόνου και δεν ήταν καθόλου εύκολο να εντοπιστεί ο τάφος. Μα, εκεί που έδειχνε το αλύγιστο χέρι της Ντενίζ, υπήρχαν πράγματι τάφοι του 19ου αιώνα. Γνώριζαν πως η Ντενίζ δεν είχε επισκεφτεί ποτέ το απομακρυσμένο αυτό κοιμητήριο.
Η Ντενίζ ήταν μια πολύ ευαίσθητη γυναίκα. Ίσως αυτή η ευαισθησία της αποτέλεσε το μυστικό παράθυρο με θέα στο παρελθόν. Ο Ντυπίλ μαγνητοφωνούσε πάντοτε τις συνεδρίες υπνωτισμού. Έπειτα από έναν υπνωτισμό, όταν συνήλθε η Ντενίζ, άκουσε στην απομαγνητοφώνηση τα λόγια, που είχε προφέρει από το υπερπέραν.
«Βλέπω μια φτωχική καλύβα κρυμμένη στα βάθη του δάσους. Μόλις γεννήθηκα. Μια γριά στέκεται κοντά στη μητέρα μου. Η μητέρα μου δεν είναι ευχαριστημένη. Γεννήθηκα από τον παράνομο έρωτά της με τον Στρατηγό Λεφέβρ».
Έτσι άρχισε η ζωή της Μαρί-Λιζ, ανιψιάς του Ναπολέοντα Βοναπάρτη.
Εξακολουθώντας τη διήγησή της, η Ντενίζ πρόσθετε: «Η μητέρα μου με έκλεισε σ’ ένα μοναστήρι. Βγήκα, όταν ενηλικιώθηκα και έπειτα, έζησα στον Πύργο Μπουρσώ, της Κόμισσας Ντε Σεβινιέ. Η Κόμισσα είχε ορκιστεί στη μητέρα μου να μην προδώσει ποτέ το μυστικό της γέννησής μου».
Η Μαρί-Λιζ δεν ήταν ευτυχισμένη. Στον Πύργο η ζωή περνούσε μονότονα. Γνώρισε όμως πολλές σπουδαίες προσωπικότητες. Εκεί συνάντησε για πρώτη φορά και ερωτεύθηκε τον Στρατηγό Σεμπαστιάν. Ο Στρατηγός όμως ήταν παντρεμένος. Η Μαρί Λιζ τον αγαπούσε όλη της τη ζωή και πέθανε λίγο καιρό μετά τον θάνατό του, βαρύτητα θλιμμένη.
Κανείς δεν είχε αναφέρει ποτέ την ύπαρξη της Μαρί-Λιζ. Στη διήγησή της η Ντενίζ έκανε μερικά λάθη, όσον αφορά στις ημερομηνίες. Αν και δεν ήταν πολύ μορφωμένη, ανέφερε με απόλυτη ακρίβεια όλα τα ιστορικά περιστατικά. Η νεαρή γυναίκα ξενάγησε τον πυργοδεσπότη και τον Ντυπίλ σε όλα τα δωμάτια του Πύργου Μπουρσώ, με τέτοια άνεση, εντυπωσιάζοντάς τους με τις γνώσεις της για τον επιβλητικό Πύργο. Με δακρυσμένα μάτια σταμάτησε έξω από ένα δωμάτιο, αναφωνώντας συγκινημένη: «Αυτό είναι το δωμάτιό μου. Εδώ πέθανα!»
Φτάνοντας στην αριστερή πτέρυγα του Πύργου, κοντοστάθηκε απότομα και τους είπε: «Δεν προχωρώ άλλο. Πίσω από αυτήν την πόρτα υπάρχει ένα υπόγειο. Από εκεί με πέρασαν, για να με θάψουν».
Πραγματικά, ένα υπόγειο συνέδεε τον Πύργο με την Εκκλησία.
Πώς μπορούσε η Ντενίζ να γνωρίζει τόσες πολλές λεπτομέρειες για την καθημερινότητα του Οίκου Βοναπάρτη; Πώς γινόταν να αφηγείται με τέτοια καθηλωτική ακρίβεια γεγονότα, που διαδραματίστηκαν με επίκεντρο τη ζωή της Παυλίνας και της νόθας κόρης της; Πώς γνώριζε πτυχές της πορείας τους και τα απόκρυφα μυστικά τους; Πώς περιδιάβαινε, με άνεση ιδιοκτήτη, σε χώρους που δεν είχε ποτέ επισκεφτεί;
Άραγε, είναι δυνατόν να έχουμε ζήσει δυο και τρεις φορές και να μπορούμε να τις θυμόμαστε;
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», στις 26/10/1958…