Ο Ιούδας πρόδωσε τον Ιησού με αντίτιμο «τριάντα αργύρια», υποδεικνύοντάς τον με ένα φιλί στους στρατιώτες του αρχιερέα Καϊάφα, ο οποίος έπειτα παρέδωσε τον Ιησού
στους στρατιώτες του Πόντιου Πιλάτου.
Αν και η Βίβλος δεν ξεκαθαρίζει από που προέρχονταν τα ασημένια νομίσματα, βάση κειμένων διαφόρων προφητών, ερευνητές πιστεύουν ότι πιθανότατα ήταν τυριανά σεκέλ – νόμισμα της Τύρου, αρχαίας πόλης του Λιβάνου.
Στην εποχή της Καινής Διαθήκης, το σέκελ άξιζε περίπου τέσσερις δραχμές ή τέσσερα δηνάρια (το ρωμαϊκό νόμισμα).
Ένα νόμισμα είχε βάρος λιγότερο από μισή ουγκιά ασήμι – σχεδόν 16 γραμμάρια το καθένα – και η σημερινή αξία του θα υπολογιζόταν από 400 έως 500 δολάρια.
Επομένως, κατά προσέγγιση , τα 30 αργύρια θα είχαν σημερινή αξία περίπου 12.000 δολαρίων ή 15.000 ευρώ.
Οι περισσότεροι Χριστιανοί σήμερα θεωρούν τον Ιούδα προδότη. Όμως, τόσο στην ταινία του Μάρτιν Σκορτσέζε Ο τελευταίος πειρασμός, ο Ιούδας με την πράξη του βοήθησε τον Ιησού να εκπληρώσει το πεπρωμένο του, δηλαδή να σταυρωθεί, εκδοχή τπου παρουσιάζεται και στο πρόσφατα ανακαλυφθέν Ευαγγέλιο του Ιούδα.