Είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς τις φοβερές τερατολογίες, τις οποίες διέδιδαν οι κληρικοί της Δύσης κατά τον Μεσαίωνα, για να συγκρατούν στην πίστη τον λαό, ο οποίος βρισκόταν τότε στην πιο σκοτεινή αμάθεια, κατακρεουργημένος από τη δεισιδαιμονία.
Η ζοφερή εκείνη περίοδος χαρακτηριζόταν από απίστευτες τερατολογίες και αναρίθμητα Άγια Λείψανα. Κάθε εκκλησία της Ευρώπης είχε ολόκληρη συλλογή λειψάνων. Στις εκκλησίες της Βυρτεμβέργης, για παράδειγμα, φυλάσσονταν κομμάτια ξύλων από την Κιβωτό του Νώε, σταλαγματιές από τον ιδρώτα του Κυρίου, που δρόσισε τους Τρεις Παίδας εν Καμίνω, Τίμιο Ξύλο από τον Σταυρό, που μαρτύρησε ο Ιησούς, τρίχες από τον πώγωνα του Αγίου Χριστοφόρου και ένα σωρό άλλα παρόμοια.
Υπήρχαν εκκλησίες, που επιδείκνυαν την ίδια την ψυχή του Αγίου Ιωσήφ, την οποία είχε δεχτεί ο Άγιος Νικόδημος στο μαντίλι του. Στη Δρέσδη, άλλωστε, φυλασσόταν η μία από τις φτερούγες του Αρχάγγελου Μιχαήλ. Φυσικά, υπήρχαν και διάφοροι μεταπράτες Άγιων Λειψάνων, οι οποίοι τα νοίκιαζαν από τους ιδιοκτήτες τους και τα περιέφεραν προς αργυρολογία στις αγορές και στα πανηγύρια, ώστε να εξασφαλίσουν χρήματα και να εισπράξουν δέος από το ανίδεο και ευκολόπιστο πλήθος των αγράμματων ανθρώπων.
Επίσης, ένα από τα σπουδαιότερα και χαρακτηριστικότερα έθιμα του Μεσαίωνα ήταν τα λεγόμενα «Γέλια του Πάσχα». Πίστευαν, δηλαδή, ότι η ημέρα της Ανάστασης του Σωτήρος έπρεπε να πανηγυρίζεται με απόλυτη ευθυμία και χαρά και γι’ αυτό κατέφευγαν σε κάθε μέσον, που θα μπορούσε να προκαλέσει φαιδρότητα, ιλαρότητα και γέλια ακατάπαυστα, τρελά, τρανταχτά και ξεθεωτικά.
Ακόμα και οι κληρικοί εκείνη την ημέρα, όταν ανέβαιναν στον άμβωνα, θέλοντας να προξενήσουν τα γέλια των ακροατών τους, άφηναν το συνηθισμένο κήρυγμά τους και κακάριζαν σαν κότες, γάβγιζαν σαν σκύλοι και κελαηδούσαν σαν πουλιά.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΜΠΟΥΚΕΤΟ», στις 2/10/1931…