Ο Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας Δημήτρης Βίτσας εκπροσώπησε την κυβέρνηση στις εκδηλώσεις μνήμης των Ελλήνων Εβραίων μαρτύρων και ηρώων του Ολοκαυτώματος, που πραγματοποιήθηκαν σήμερα Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2017 στη Θεσσαλονίκη.
Ο ΑΝΥΕΘΑ στο χαιρετισμό που απηύθυνε ανέφερε:
«Κυρίες και κύριοι,
Ο εθνικισμός και ο ρατσισμός είναι η βάση του ναζισμού ιδεολογικά, πολιτικά αλλά και στο επίπεδο της κοινωνικής πρακτικής και δυστυχώς αναγκάζομαι να πω είναι και όχι ήταν, γιατί αυτή η σύγκρουση παραμένει στα χρόνια μας ανοιχτή.
Με τη σημερινή μας παρουσία εδώ δηλώνουμε ένα μεγάλο ΠΑΡΩΝ στο προσκλητήριο ιστορικής μνήμης και τιμής, σε όλους αυτούς που ήρθαν αντιμέτωποι με τις συστηματικές και απάνθρωπες διώξεις και εξοντώσεις από τους Ναζί, δίνοντας τη ζωή τους, όλους όσους έχυσαν το αίμα τους για να ποτίσουν το μεγάλο δέντρο της αντίστασης και ελευθερίας.
Συγχρόνως, όμως, υπογραμμίζει πως έχουμε διαλέξει πλευρά στην ανοιχτή σύγκρουση. Είμαστε με τον άνθρωπο, με τη ζωή και τις αξίες της. Τη συναδέλφωση, την αλληλεγγύη, τον αλληλοσεβασμό, αξίες που συγχρόνως είναι στη βάση του πραγματικού πατριωτισμού.
Το ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης, ένα από τα πολλά που διέπραξαν οι δυνάμεις κατοχής στη χώρα μας, αλλά το μαζικότερο όσον αφορά την εκδήλωση του αντισημιτισμού στα Βαλκάνια είχε τραγικά αποτελέσματα καθώς εξόντωσε σχεδόν στο σύνολό του τον εβραϊκό πληθυσμό της πόλης.
Οι αριθμοί άλλωστε μιλούν από μόνοι τους. Περίπου 50.000 ήταν οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, δηλαδή το 96% της τότε κοινότητας, που εστάλησαν στα στρατόπεδα του Άουσβιτς. Στις 15 Μαρτίου 1943 αναχωρεί ο πρώτος συρμός με προορισμό τα στρατόπεδα του θανάτου Άουσβιτς-Μπιερκενάου. Άλλες δεκαοχτώ αποστολές θανάτου μεταφέρουν όλους σχεδόν τους Εβραίους στον τόπο της εξόντωσης.
Κατάφεραν να επιστρέψουν από τα στρατόπεδα μόλις 1.950 άτομα. Αν και βρισκόταν πλέον στην πατρίδα τους, τα πράγματα ήταν και εδώ διαφορετικά καθώς το ναζιστικό πέρασμα φρόντισε να ισοπεδώσει τα πάντα. Περιουσίες καταστράφηκαν ή λεηλατήθηκαν, σπίτια και καταστήματα είχαν αλλάξει χέρια, η πληθυσμιακή σύνθεση της Θεσσαλονίκης είχε αλλάξει δραματικά, ακόμη κι ένα σημαντικό μέρος των αναπτυξιακών και παραγωγικών δυνατοτήτων της πόλης είχε υπονομευτεί για πολλά επόμενα χρόνια.
Σχεδόν στο σύνολό τους, οι επιβιώσαντες Εβραίοι είχαν χάσει από τη ναζιστική λαίλαπα, οικογένειες, συγγενείς και φίλους και παρότι είχαν καταφέρει να γλιτώσουν τον θάνατο, η επανένταξή τους στον κοινωνικό ιστό της πόλης ήταν, τουλάχιστον κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ένα ακόμη σοβαρό εμπόδιο που θα έπρεπε να υπερβούν.
Οι Έλληνες Εβραίοι της Θεσσαλονίκης δεν το έβαλαν κάτω, παρά τις δυσκολίες. Θρήνησαν για τους νεκρούς τους, τους τίμησαν, στάθηκαν και πάλι στα πόδια τους και κατάφεραν στις επόμενες δεκαετίες να αναστήσουν μέσα από τις «στάχτες» τους, τους τόπους λατρείας τους, την κοινότητα τους, την Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης και τα ιδρύματά της, το Εβραϊκό Μουσείο και το Γηροκομείο «Σαούλ Μοδιάνο» και σήμερα να τιμούν μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες, την «Ημέρα Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος», που θέσπισε, παμψηφεί, με το νόμο 3218/2004 (ΦΕΚ Α’ 12), η Ελληνική Βουλή. Μαζί τιμούμε τους «Δικαίους των Εθνών» που έσωσαν με κίνδυνο της ζωής τους ανθρώπους διωκόμενους από τους ναζί και τους συνεργάτες τους.
Σήμερα, παρά τον αφανισμό του 96% των μελών της, η Ισραηλιτική Κοινότητα της Θεσσαλονίκης είναι ξανά μια ζωντανή πραγματικότητα.
Όλα τα παραπάνω, συνθέτουν μια εικόνα που δεν πρέπει να σβήσει από τη συλλογική μνήμη του ελληνικού λαού.
Είναι ακόμα ένα κεφάλαιο ενός βιβλίου που για μας παραμένει ανοιχτό. Έχουμε ανοιχτούς λογαριασμούς.
Αναφέρομαι στην εκκρεμότητα των γερμανικών οφειλών. Η κυβέρνησή μας είναι αυτή, που για πρώτη φορά, έβαλε το θέμα στο τραπέζι με τόσο σαφή τρόπο και προσωπικά ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.
Οι γερμανικές οφειλές προς την Ελλάδα, είναι ένα αυθύπαρκτο θέμα που άνοιξε την ημέρα της αποχώρησης των κατοχικών δυνάμεων από τη χώρα μας, συνεχίζει να υπάρχει και δεν επιδέχεται συμψηφισμούς.
Στα ζητήματα αυτά δεν υπάρχει παραγραφή. Είναι μια εκκρεμότητα, που η τακτοποίησή της, πρέπει να ενδιαφέρει και την ίδια τη γερμανική κυβέρνηση, ως στοιχείο συνεισφοράς σε μια δημοκρατική και ειρηνική Ευρώπη.
Μέσα σ’ αυτή την εκκρεμότητα, αλλά και αυθύπαρκτο, παραμένει το ζήτημα των αποζημιώσεων των Ελλήνων Εβραίων όπως περιγράφεται στο πόρισμα της Ελληνικής Βουλής το καλοκαίρι του 2016.
Κυρίες και κύριοι,
Ζούμε σε μια περίπλοκη και αντιφατική εποχή. Σε ένα σταυροδρόμι της ιστορίας.
Παλιές αντιθέσεις αναβιώνουν, η δημοκρατία ενάντια στο φασισμό, το κοινωνικό συμφέρον ενάντια στο συμφέρον του μεγάλου κεφαλαίου, η πολιτική και κοινωνική δράση ενάντια στην ιδιώτευση και την ατομική συμφεροντολογική αλαζονεία, ο πατριωτισμός και ο πατριωτικός διεθνισμός ενάντια στον ρατσιστικό εθνικισμό.
Αναφέρθηκα και προηγούμενα,
Είναι η περίοδος που καθένας και καθεμία διαλέγει πλευρά. Και η δική μας πλευρά δεν θα μπορούσε παρά να είναι η δημοκρατία, η κοινωνία, η αλληλεγγύη, οι ανθρώπινες αξίες.
Αυτή την πολύτιμη κληρονομιά, που μας άφησαν οι μάρτυρες και οι ήρωες εκείνης της γενιάς, πρέπει να την τιμήσουμε με πράξεις.
Η σημερινή μας εκδήλωση είναι ένα είδος προσκλητηρίου και αναφοράς. Το ζήτημα της ιστορικής μνήμης δεν είναι ένα νεκρό γράμμα. Εμπεριέχει δυναμική και έχει πολύτιμη συμβολή στο να φωτίσουμε την πορεία μας στο παρόν και στο μέλλον.
Οφείλουμε σήμερα να λειτουργούμε με γνώμονα το μετασχηματισμό της ιστορίας σε εθνική αυτογνωσία ώστε να μην επιτρέψουμε την επανεμφάνιση του φρικτού προσώπου του ναζισμού και των διαφόρων μορφωμάτων του. Πρόκληση στην οποία πρέπει να απαντήσει σήμερα και η ίδια η Ευρώπη.
Η θυσία των Ελλήνων Εβραίων μαρτύρων και ηρώων του ολοκαυτώματος αποτελεί σύμβολο ελευθερίας και ειρήνης, που θα εξακολουθεί να στέλνει μηνύματα ειρήνης και συναδέλφωσης των λαών σε όλο τον κόσμο».