Η Γη δέχεται καθημερινά μεγάλες ποσότητες εξωγήινης σκόνης, όμως είναι πολύ δύσκολο να διαπιστώσουμε την ποσότητα αυτή, αφού οι μικρομετεωρίτες δεν είναι μεγαλύτεροι από ένα χιλιοστό.
Μία διεθνής ομάδα ερευνητών όμως στην Ανταρκτική, μετά από δύο δεκαετίες συλλογής δειγμάτων κατάφεραν να υπολογίσουν πως στη Γη φτάνουν περίπου 5.200 τόνοι μικρομετεωριτών μικρότεροι των 0.7mm (700 μικρόμετρα) κάθε χρονιά και είναι μάλιστα η μεγαλύτερη πηγή εξωγήινου υλικού που φτάνει στην επιφάνεια της Γης.
Για την ελαχιστοποίηση της γήινης σκόνης στις μετρήσεις, η ομάδα στράφηκε στον σταθμό Concordia στην Ανταρκτική, όπου η γήινη σκόνη είναι σχεδόν ανύπαρκτη και η συγκέντρωση χιονιού είναι χαμηλή, επιτρέποντάς τους να το λιώσουν για να μάθουν το ρυθμό πτώσης μικρομετεωριτών στην περιοχή.
Σε έξι αποστολές στην πάροδο 20 ετών, οι ερευνητές αναγνώρισαν 1.280 μικρομετεωρίτες και 808 σφαιρίδια διαστημικών βράχων με μικρότερη μάζα των 350 μικρογραμμαρίων. Επεκτείνοντας τους υπολογισμούς σε παγκόσμιο επίπεδο και υποθέτοντας πως η βροχή διανέμεται ομοιόμορφα, στην επιφάνεια της Γης φτάνουν 1.600 τόνοι μικρομετεωριτών και 3.600 τόνοι κοσμικών σφαιριδίων.
Τα χαμηλότερης πυκνότητας σωματίδια δείχνουν προέλευση από κομήτη ενώ υψηλότερης πυκνότητας και λιγότερο πορώδη προέρχονται από μετεωρίτες. Περίπου το 80% λοιπόν της σκόνης που φτάνει στη Γη προέρχεται από κομήτες οι οποίοι περνούν κοντά από τη Γη στο διαστημικό ταξίδι τους.
Η σημασία του πειράματος είναι πως θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα το ρόλο της κοσμικής σκόνης στην έλευση μορίων νερού και άνθρακα στη Γη, στις αρχές του Ηλιακού συστήματος.