Η Αθήνα βλέπει το τελευταίο 24ωρο να τορπιλίζονται οι πρωτοβουλίες που είχαν αναλάβει οι μετριοπαθείς δυνάμεις στην Ευρώπη (με πρώτη την Κομισιόν) για το ξεμπλοκάρισμα της διαπραγμάτευσης και την επίτευξη μίας λύσης, που δεν θα ανάγκαζε την κυβέρνηση να λάβει αφόρητα επώδυνα μέτρα, όπως ζητούν το ΔΝΤ και το Βερολίνο.
Το Μαξίμου, που επέμεινε έως και χθες στην ανάγκη μίας πολιτικής λύσης, βλέπει τώρα ότι κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι ανέφικτο, ενώ τα περιθώρια στενεύουν και ο χρόνος εξαντλείται, καθώς μετρά συμμάχους και φίλους και διαπιστώνει ότι οι δεύτεροι είναι δύσκολο να επιβάλλουν έναν έντιμο συμβιβασμό.
Οι δηλώσεις του επικεφαλής του Eurogroup και υπουργού Οικονομικών της Ολλανδίας Γερούν Ντάισελμπλουμ ότι η χώρα του θα συνεχίσει να συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα, μόνο με την παρουσία του ΔΝΤ, αλλά και η επιμονή της Κριστίν Λαγκάρντ ότι πρέπει να υπάρξουν μέτρα, όπως η μείωση του αφορολόγητου και η περικοπή των συντάξεων, προκαλούν ασφυξία στις διαπραγματεύσεις και παγώνουν τις ελπίδες της κυβέρνηση για την ευόδωση των μετριοπαθών προσπαθειών για επίτευξη συμφωνίας σύντομα.
Παράλληλα το κλίμα βάρυνε επικίνδυνα από τον ίδιο τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που προειδοποίησε ότι δεν μπορεί να υπάρξει κούρεμα του χρέους (όπως ζητά το ΔΝΤ) για χώρα εντός του ευρώ και ότι η Ελλάδα οφείλει να κάνει μεταρρυθμίσεις, εννοώντας και σκληρά νέα μέτρα.
Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, με το χειρότερο δυνατό σενάριο επίλυσης των διαφορών στο τραπέζι, η κυβέρνηση έχει ένα μεγάλο δίλημμα: Ή θα συμφωνήσει τώρα, σηκώνοντας ένα νέο πακέτο σκληρών μέτρων και προσδοκώντας στην ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση και στη σταθερότητα της οικονομίας με τη λήξη της εκκρεμότητας, ή θα διακινδυνεύσει μία νέα παράταση στις διαπραγματεύσεις, ελπίζοντας ότι αργότερα θα πάρει μία καλύτερη συμφωνία, αλλά με άγνωστες και μάλλον αρνητικές συνέπειες στην οικονομία, λόγω έλλειψης ρευστότητας και ηρεμίας.
Για το λόγο αυτό άλλωστε και εντείνονται οι εσωκομματικές διεργασίες, καθώς το Μαξίμου επιχειρεί να μετρήσει τις αντοχές του ΣΥΡΙΖΑ σε μία πιθανή δραματική υποχώρηση έναντι των απαιτήσεων των δανειστών. Αλλά και να διαπιστώσει και τις αντοχές της ελληνικής κοινωνίας, αφού το πολιτικό κόστος από έναν συμβιβασμό με νέα μέτρα μπορεί να είναι μεγάλο. Ήδη το Μαξίμου ρίχνει στο τραπέζι ξανά το λεγόμενο «παράλληλο πρόγραμμα», το οποίο περιλαμβάνει κοινωνικές δράσεις και πολιτικές που θα εξισορροπούν τις επιπτώσεις από μέτρα λιτότητας.
Μέσα σε αυτό το κλίμα έχει ενδιαφέρον εάν θα ενταθούν οι φωνές εντός του ΣΥΡΙΖΑ, που ζητούν να επανεξεταστούν οι στρατηγικές επιλογές της ηγεσίας και η επιμονή της να υποχωρεί σε ένα όλο και χαμηλότερο σημείο συμβιβασμού με τους δανειστές και αν η αποφυγή των εκλογών μπορεί να είναι αδιαπραγμάτευτο στοιχείο αυτής της στρατηγικής.