Η μετάδοση του ιού του Δυτικού Νείλου, μέσω των μολυσμένων κουνουπιών, ξεκίνησε στη χώρα. Πιο συγκεκριμένα, οι πρώτες εστίες μόλυνσης έχουν εντοπιστεί στη Θεσσαλία, στη Μακεδονία αλλά και στο Ιόνιο, κρατώντας σε επιφυλακή τις αρμόδιες υγειονομικές αρχές.
Με βάση την περσινή επιδημιολογική πορεία του ιού του Δυτικού Νείλου αλλά και τις προβλέψεις για τις υψηλές θερμοκρασίες που θα επικρατήσουν στην Ελλάδα, η επιτήρηση του ιού του Δυτικού Νείλου αναμένεται να ολοκληρωθεί μετά τον Οκτώβριο – πέρυσι κρούσματα καταγράφονταν μέχρι και το Νοέμβριο, λόγω και των πλημμυρών που είχαν σημειωθεί στη Θεσσαλία.
Όλο αυτό το διάστημα στο μικροσκόπιο των αρχών θα βρίσκονται και οι Υπηρεσίες Αιμοδοσίας στις περιοχές όπου εντοπίζονται μολυσμένα κουνούπια και κυκλοφορία του ιού καθώς ο ιός του Δυτικού Νείλου μεταδίδεται με το αίμα. Παρότι υπάρχουν λίγες μεμονωμένες αναφορές για μετάδοση του ιού με αυτόν τον τρόπο, ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) και το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ) επικαιροποιούν κάθε χρόνο τα μέτρα για την ασφάλεια του αίματος και ουσιαστικά για την ασφάλεια όσων χρειάζεται να λαμβάνουν αίμα σε τακτική ή μη βάση.
Έτσι, στις περιοχές που χαρακτηρίζονται «επηρεαζόμενες» από τον ιό του Δυτικού Νείλου σε κάθε περίοδο μετάδοσης, δηλαδή σε περιοχές όπου καταγράφονται κρούσματα, λαμβάνονται άμεσα μέτρα για την ασφάλεια του αίματος.
Μέχρι στιγμής έχει καταγραφεί ένα κρούσμα, στη Λάρισα, σε ηλικιωμένο που νοσηλεύτηκε με εγκεφαλίτιδα, αλλά πλέον έχει πάρει εξιτήριο. Ωστόσο, σύμφωνα με ορο-επιδημιολογική μελέτη του 2010, σε κάθε κρούσμα σοβαρής λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου αντιστοιχούν τουλάχιστον 140 άνθρωποι που έχουν μολυνθεί αλλά δεν εμφανίζουν συμπτώματα.
Η πλειοψηφία των ατόμων, περίπου 80%, που μολύνονται με τον ιό παραμένουν ασυμπτωματικοί. Περίπου 20% των ατόμων που μολύνονται εμφανίζουν την ήπια μορφή της νόσου, η οποία χαρακτηρίζεται συνήθως ως λοίμωξη ή πυρετός του Δυτικού Νείλου. Λιγότερο από 1% των ατόμων που μολύνονται εμφανίζουν σοβαρή νόσο που προσβάλλει το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (εγκεφαλίτιδα/μηνιγγίτιδα ή οξεία χαλαρή παράλυση).
Τα μέτρα για την ασφάλεια του αίματος
Οι μονάδες αίματος που συλλέγονται από αιμοδότες που διαμένουν ή εργάζονται στον Δήμο Λάρισας και Κιλελέρ στη Θεσσαλία, τον Δήμο Λευκάδας στο ομώνυμο νησί, τον Δήμο Αριστοτέλη στη Χαλκιδική και τον Δήμο Λαγκαδά στη Θεσσαλονίκη, αλλά και σε κάθε άλλη περιοχή το επόμενο διάστημα, θα πρέπει να ελέγχονται με τις μοριακές τεχνικές (ΝΑΤ) για τον ιό του Δυτικού Νείλου.
Τα υπάρχοντα αποθέματα μονάδων αίματος/πλάσματος/αιμοπεταλίων που έχουν συλλεχθεί από την 21η Ιουνίου 2024 από αιμοδότες προερχόμενους από τους παραπάνω δήμους θα δεσμευτούν.
Αποκλεισμός από την αιμοδοσία για διάρκεια 28 ημερών υποψήφιων αιμοδοτών μετά από την αποχώρηση τους από περιοχές, που σημειώθηκαν κρούσματα λοίμωξης Δυτικού Νείλου.
Κριτήρια αποκλεισμού από την αιμοδοσία επισκέπτη σε περιοχή επηρεαζόμενη από το ιό Δυτικού Νείλου είναι τουλάχιστον 1 μία διανυκτέρευση η οποία περιλαμβάνει την παραμονή τυπικά από τις πρώτες βραδινές έως τις πρώτες πρωινές ώρες (ώρες δραστηριότητας των κουνουπιών).
Άτομα που έχουν ιστορικό μόλυνσης από τον τον ιό μπορούν να γίνουν δεκτά 120 ημέρες μετά τη διάγνωση.
Οι επαγγελματίες υγείας στις Υπηρεσίες Αιμοδοσίας κατά τη λήψη του ιστορικού πρέπει να δίνουν έμφαση σε ερωτήσεις σχετικές με την εμφάνιση συμπτωμάτων που σχετίζονται με αυτά της λοίμωξης ήπιας μορφής κατά τις προηγούμενες ημέρες.
Γνωστοποίηση πυρετού ή άλλων συμπτωμάτων 15 ημέρες μετά την αιμοδοσία
Οι Υπηρεσίες Αιμοδοσίας δίνουν οδηγίες προς τους αιμοδότες εάν εμφανίσουν πυρετό ή κάποιο άλλο από τα κλινικά συμπτώματα λοίμωξης από τον ιό Δυτικού Νείλου (κακουχία, κεφαλαλγία αρθραλγία, μυαλγία, έμετο, δερματικά εξανθήματα στον κορμό, λεμφαδενίτιδα δυσκαμψία αυχένα, άλλα) εντός διαστήματος 15 ημερών από την αιμοδοσία, να ενημερώσουν την Υπηρεσία στην οποία αιμοδότησαν ανεξαρτήτως περιοχής.
Οι σχετικές πληροφορίες αφορούν κατ’ αρχήν τους αιμοδότες των περιοχών, που χαρακτηρίστηκαν ως επηρεαζόμενες από τον ιό του Δυτικού Νείλου τα προηγούμενα χρόνια. Πρόκειται για τις περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας, Αττικής, Θεσσαλίας, Ξάνθης, Καβάλας, Σερρών, Αργολίδας, Ηλείας, Ρεθύμνου.
Επειδή η πιθανή εμφάνιση κρουσμάτων και η ακριβής γεωγραφική διασπορά της λοίμωξης δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν κατά την περίοδο μετάδοσης συνιστάται επαγρύπνηση από όλες τις Υπηρεσίες Αιμοδοσίας της χώρας και η καταγραφή και συμπλήρωση των δεδομένων στο Δελτίο Αιμο-επαγρύπνησης για Ιό Δυτικού Νείλου. Σε περίπτωση ενημέρωσης από αιμοδότη για εμφάνιση συμπτωμάτων μετά την αιμοδοσία, η Υπηρεσία προβαίνει στη δέσμευση της μονάδας και των προϊόντων της και γίνεται εργαστηριακός έλεγχος του δότη.