Χθες Τρίτη 2 Φεβρουαρίου, οι αρχές του βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας ανακοίνωσαν πως μέχρι νεωτέρας απαγορεύουν την είσοδο ταξιδιωτών προερχόμενων από είκοσι χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και κρατών-μελών της ΕΕ, προκειμένου να επιβραδυνθεί η περαιτέρω εξάπλωση της πανδημίας του κορωνοϊού.
Το σαουδαραβικό υπουργείο Εσωτερικών διευκρίνισε, σύμφωνα με το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων SPA, ότι αυτή η «προσωρινή αναστολή» τίθεται σε ισχύ άμεσα.
Οι χώρες που αφορά είναι η Αργεντινή, η Αίγυπτος, η Βραζιλία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ελβετία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η Ινδία, η Ινδονησία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, ο Λίβανος, η Νότια Αφρική, το Πακιστάν, η Πορτογαλία, η Σουηδία και η Τουρκία.
Σαουδάραβες υπήκοοι και μέλη των οικογενειών τους, διπλωμάτες και μέλη του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού που φθάνουν από τις χώρες αυτές θα λαμβάνουν άδεια εισόδου στο βασίλειο, αλλά «στο πλαίσιο των προληπτικών μέτρων» όπως ορίζονται από τις υγειονομικές αρχές, σημείωσε το υπουργείο.
Ότι επρόκειτο να ληφθεί το μέτρο αυτό είχε προειδοποιήσει την Κυριακή ο υπουργός Υγείας της Σαουδικής Αραβίας, ο Τάουφικ αρ Ραμπία.
Είχε υπογραμμίσει επίσης πως δεν αποκλείεται να επιβληθούν νέα περιοριστικά μέτρα, εάν οι κάτοικοι της χώρας δεν τηρήσουν αυτά που έχουν ανακοινωθεί ήδη.
Η Σαουδική Αραβία έχει καταγράψει περίπου 6.400 θανάτους εξαιτίας της COVID-19 επί συνόλου 368.000 μολύνσεων από τον SARS-CoV-2. Η πολυπληθέστερη αραβική χώρα του Κόλπου (34 εκατ. κάτοικοι) είναι επίσης αυτή που υφίσταται το βαρύτερο πλήγμα από την πανδημία του νέου κορωνοϊού.
Ο αριθμός των κρουσμάτων του νέου κορωνοϊού σε ημερήσια βάση είχε υποχωρήσει κάτω από το επίπεδο των εκατό στις αρχές Ιανουαρίου — είχε κορυφωθεί τον Ιούνιο, όταν άγγιζε τα 5.000 σε 24ωρη βάση —, όμως αυξάνεται και πάλι, με 310 μολύνσεις να επιβεβαιώνονται χθες Τρίτη.
Το ουαχαμπιτικό βασίλειο άρχισε εκστρατεία ανοσοποίησης τη 17η Δεκεμβρίου, αξιοποιώντας το εμβόλιο της αμερικανογερμανικής συμμαχίας Pfizer/BioNTech. Όμως το υπουργείο Υγείας ανέφερε κατά τη διάρκεια του Ιανουαρίου ότι είναι αναγκασμένο να επιβραδύνει τον ρυθμό της εκστρατείας, εξαιτίας των καθυστερήσεων στις παραδόσεις, που αντιμετωπίζουν και άλλες χώρες, ιδίως ευρωπαϊκές.