Η Μεγάλη Στέπα, μια περιοχή που περικλείεται από τα Ουράλια Όρη, τον Δούναβη και την Μαύρη Θάλασσα, ή Εύξεινο Πόντο, φαίνεται πως είναι η κοιτίδα του ελληνικού φύλου.
Σύμφωνα με νέα μελέτη ανάλυσης αρχαίου DNA της περιοχής από Έλληνες και ξένους ερευνητές, έως τη Μέση Εποχή του Χαλκού πριν 4.000 έως 4.600 χρόνια, τα άτομα από το Βόρειο Αιγαίο είχαν πια σημαντικές γενετικές διαφορές σε σχέση με εκείνα κατά την Πρώιμη εποχή του Χαλκού.
Αυτοί οι άνθρωποι είχαν κατά περίπου το ήμισυ (50%) κοινή καταγωγή με τους ανθρώπους από την Ποντο-Κασπιακή Στέπα, μια μεγάλη γεωγραφική περιοχή που εκτεινόταν ανάμεσα στους ποταμούς Δούναβη και Ουράλη και βόρεια της Μαύρης Θάλασσας.
Επίσης, με βάση τα γενετικά ευρήματα, οι σημερινοί Έλληνες είναι αρκετά όμοιοι γενετικά με εκείνους τους πληθυσμούς του Βορείου Αιγαίου του 2.000 π.Χ. Η μελέτη εκτιμά ότι τα μεταναστευτικά κύματα από τη Μεγάλη Στέπα βόρεια του Αιγαίου διαμόρφωσαν τη σημερινή Ελλάδα.
Όλα αυτά τα πιθανά μεταναστευτικά κύματα, σύμφωνα με τους ερευνητές, προηγήθηκαν χρονικά της εμφάνισης της πιο πρώιμης μορφής της ελληνικής γλώσσας, υποστηρίζοντας έτσι τις θεωρίες σχετικά με την ανάδυση της Πρωτο-Ελληνικής γλώσσας και την εξέλιξη των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών είτε στην Ανατολία είτε στη Στέπα του Πόντου-Κασπίας.
Σύμφωνα με έρευνα, ο Μινωικός πολιτισμός στην Κρήτη, ο Ελλαδικός πολιτισμός στην ηπειρωτική Ελλάδα και ο Κυκλαδικός πολιτισμός στα νησιά του Αιγαίου, παρά τις διαφορές τους στα ταφικά έθιμα, στην αρχιτεκτονική και στην τέχνη, είχαν γενετικές ομοιότητες στη διάρκεια της πρώιμης Εποχής του Χαλκού πριν περίπου 5.000 χρόνια.
Αυτή είναι η διαπίστωση μιας νέας διεθνούς επιστημονικής μελέτης ανάλυσης αρχαίου DNA της περιοχής από Έλληνες και ξένους ερευνητές, η οποία ρίχνει περισσότερο φως στην προέλευση των πρώτων σημαντικών πολιτισμών του Χαλκού στην Ευρώπη, στον ρόλο των μεταναστεύσεων και στην εμφάνιση των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.
Πρόκειται για την πρώτη μελέτη που «διάβασε» (αλληλούχισε) πλήρη γονιδιώματα από σκελετούς που βρέθηκαν σε διάφορες αρχαιολογικές τοποθεσίες στην περιοχή του Αιγαίου και του ευρύτερου ελλαδικού χώρου, συγκεκριμένα τέσσερα από την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού και δύο από τη Μέση Εποχή του Χαλκού. Ακόμη αναλύθηκαν τα μιτοχονδριακά γονιδιώματα από άλλα 11 άτομα της πρώιμης Εποχής του Χαλκού.
Η ανάλυση όλων αυτών των γονιδιωμάτων επέτρεψε στους επιστήμονες να πραγματοποιήσουν δημογραφικές και στατιστικές αναλύσεις και να εξαγάγουν συμπεράσματα για τις ιστορίες των αρχαίων πληθυσμών της περιοχής.
Η ανάγνωση αρχαίου DNA αποτελεί ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα λόγω της φθοράς ενός τόσο παλαιού βιολογικού υλικού.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Χριστίνα Παπαγεωργοπούλου του Εργαστηρίου Φυσικής Ανθρωπολογίας του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και την Άννα-Σαπφώ Μαλασπίνα του Τμήματος Υπολογιστικής Βιολογίας του Πανεπιστημίου της Λωζάννης και του Ελβετικού Ινστιτούτου Βιοπληροφορικής, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό βιολογίας «Cell», συμπέραναν ότι οι πρώτοι πολιτισμοί που έχτισαν μνημειακά ανάκτορα και αστικά κέντρα στην Ευρώπη, είναι πιο ομοιογενείς γενετικά από ό,τι αναμενόταν.
Τα ευρήματα, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι σημαντικά, επειδή υποδηλώνουν ότι σημαντικές καινοτομίες όπως η ανάπτυξη αστικών κέντρων, η χρήση μετάλλων και το εντατικό εμπόριο, που συνέβησαν κατά τη μετάβαση από τη Νεολιθική στην Εποχή του Χαλκού, δεν οφείλονταν μόνο στη μαζική μετανάστευση από την Ανατολή προς το Αιγαίο, όπως ήταν έως τώρα η επικρατούσα αντίληψη, αλλά επίσης στην πολιτισμική συνέχεια των τοπικών γεωργικών νεολιθικών πληθυσμών του Αιγαίου.
Οι πληθυσμοί του Αιγαίου της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, με βάση τα παλαιογενετικά δεδομένα, φαίνεται πως διαμορφώθηκαν σε σχετικά μικρό βαθμό από τις εξ ανατολών μεταναστεύσεις.
Η Εποχή του Χαλκού στην Ευρασία χαρακτηρίστηκε από καθοριστικές αλλαγές στο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, ορατές στην εμφάνιση των πρώτων μεγάλων αστικών κέντρων και ανακτόρων, που έθεσαν τα θεμέλια για τα σύγχρονα οικονομικά και πολιτικά συστήματα. Παρ' όλη όμως τη σημασία της κατανόησης της εμφάνισης αυτών των πρώτων ευρωπαϊκών πολιτισμών και της εξάπλωσης των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, σύμφωνα με τους ερευνητές, η γενετική προέλευση των πληθυσμών πίσω από αυτή την κομβική μετάβαση από τη Νεολιθική Εποχή σε εκείνη του Χαλκού, καθώς και η συμβολή τους στο σημερινό ελληνικό πληθυσμό, παραμένουν διαφιλονικούμενα ζητήματα.
Περαιτέρω μελέτες ανάλυσης ολοκληρωμένων γονιδιωμάτων μεταξύ της Μεσολιθικής και της Εποχής του Χαλκού στις περιοχές της Αρμενίας και του Καυκάσου ελπίζεται ότι θα ρίξουν περισσότερο φως στην προέλευση των μεταναστεύσεων προς το Αιγαίο και στο καλύτερο «πάντρεμα» των παλαιογενετικών δεδομένων με τα αρχαιολογικά και τα γλωσσολογικά.
Στη νέα μελέτη συμμετείχαν πολλοί άλλοι Έλληνες ερευνητές από τις Εφορείες Αρχαιοτήτων της Κοζάνης και της Φλώρινας, καθώς επίσης τα πανεπιστήμια Δημοκρίτειο, Αριστοτέλειο και Αιγαίου.