Αγκαλιά με την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία εμφανίζεται η αξιωματική αντιπολίτευση, καθώς παγιώνεται το σκηνικό της επικράτησής της με double score έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος με την οργή της κοινωνίας. Οι πολίτες σε συντριπτικό ποσοστό θεωρούν ότι η διετής διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έβλαψε τη χώρα.
Σύμφωνα με τα ευρήματα μεγάλης δημοσκόπησης που διενήργησε η εταιρεία MARC, η Νέα Δημοκρατία και ο αρχηγός της Κυριάκος Μητσοτάκης προηγούνται σε όλους τους δείκτες και εφόσον στηθούν οι κάλπες με αυτές τις συνθήκες, όπως φαίνεται να προεξοφλείται, θα κατακτήσουν αυτοδύναμη πλειοψηφία με 159 έδρες στην επόμενη κοινοβουλευτική σύνθεση.
Η αξιωματική αντιπολίτευση διευρύνει έτι περαιτέρω την απόσταση που εδώ και καιρό τη χωρίζει από το κυβερνών κόμμα και με το 27,8% που συγκεντρώνει στην πρόθεση ψήφου έχει πλέον υπερδιπλάσιο ποσοστό από τον ΣΥΡΙΖΑ, που με το ισχνό 13,7%, στο οποίο ανέρχεται πλέον η απήχησή του υπολείπεται κατά 13,5 μονάδες.
Το υψηλό αυτό «γαλάζιο» προβάδισμα, ωστόσο, μπορεί να φτάσει έως τις 20 μονάδες, όπως εκτιμούν οι αναλυτές της Marc, οι οποίοι με αναλογική κατανομή των αναποφάσιστων, που φτάνουν στο 17%, οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι η δύναμη της Ν.Δ. θα κινηθεί σε επίπεδα πέριξ του 38,3% (με ανώτερο το 41,3% και κατώτερο το 35,3%), ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα μείνει κοντά στο 18,9% (μεταξύ του 21,3% και του 16,5%).
Αυξημένο προβάδισμα του Μητσοτάκη έναντι του Τσίπρα
Την ίδια ώρα, αυξημένο επίσης εμφανίζεται να είναι και το προβάδισμα που κατακτά ο κ. Μητσοτάκης έναντι του κ. Τσίπρα, καθώς ο πρόεδρος της Ν.Δ. προηγείται με 15 μονάδες στο ερώτημα σχετικά με τον πολιτικό ηγέτη με τις απόψεις του οποίου αισθάνονται να ταυτίζονται οι πολίτες.
Συντριπτική γίνεται, ωστόσο, η διαφορά στη λεγόμενη «παράσταση νίκης», καθώς παρόλο που οι πολίτες είναι διχασμένοι στο ζήτημα της προκήρυξης των εκλογών -το 44,8% τις θέλει και το 45,6% τις απορρίπτει-, η πλειονότητα -σε ποσοστό 59,7%- εκτιμά ότι θα γίνουν πρόωρα και σχεδόν 8 στους 10 πιστεύουν ότι θα τις κερδίσει η Νέα Δημοκρατία.
Το κυβερνών κόμμα, άλλωστε, φαίνεται ότι χάνει δύο στους τρεις ψηφοφόρους που το επέλεξαν στις τελευταίες εκλογές, αφού η συσπείρωσή του κατρακυλά στο 34,3%. Οι μεγαλύτερες απώλειες είναι μεν προς την αδιευκρίνιστη ψήφο (17,8% δηλώνουν αναποφάσιστοι και 15,7% ότι θα επιλέξουν άκυρο ή λευκό), αλλά και μόνο οι απώλειες της τάξης του 10,5% που έχει προς τη Ν.Δ. αρκούν για να περάσει στη δεύτερη θέση. Πολύ περισσότερο που η αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίζει υψηλότατη συσπείρωση (83,8%) και έχει εισδοχές από κάθε κατεύθυνση.
Πέρα από τον ελαφρώς ενισχυμένο «δικομματισμό», σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (+0,6% για τη Ν.Δ. και +0,3% για τον ΣΥΡΙΖΑ), στην έρευνα της Marc αποτυπώνονται μικρές μεν, πλην όμως αξιοσημείωτες μεταβολές που, αν επιβεβαιωθούν, αποκτούν σημασία για τη διάρθρωση του μετεκλογικού σκηνικού.
Το ΚΚΕ προσπέρασε τη Χρυσή Αυγή
– Για πρώτη φορά πλασσάρεται στην τρίτη θέση το ΚΚΕ, το οποίο με το 6,2% που συγκεντρώνει (+0,2% από την προηγούμενη δημοσκόπηση του Δεκεμβρίου) εξοβελίζει τη Χρυσή Αυγή, η οποία υποχωρεί ελαφρώς στο 5,8% (-0,2%).
– Καταγράφονται ανοδικές τάσεις στον ενδιάμεσο χώρο του Κέντρου, με πιο σημαντική την κατά σχεδόν μία μονάδα αύξηση της απήχησης της Δημοκρατικής Συμπαράταξης που ανεβαίνει στο 5,6% (+0,9%), αλλά και, τηρουμένων των συνθηκών, αξιοπρόσεκτη ενίσχυση του Ποταμιού στο 2% (+0,2%).
Η Κεντροαριστερά θέλει συνεργασία
Σε αυτό το πλαίσιο, αποκτά ενδιαφέρον ο τρόπος που αντιμετωπίζει η κοινή γνώμη τις εξελισσόμενες διεργασίες για τη συνεργασία των κομμάτων της Κεντροαριστεράς: το 32,5% των ερωτηθέντων απαντά ότι τις βλέπει θετικά και μάλλον θετικά, αλλά το 45,1% έχει αρνητική προαίρεση. Ακόμη, δεν περνά απαρατήρητη η ελαφρά μείωση των μετακινήσεων ψηφοφόρων προς τη Ν.Δ.
Με βάση τις επιδόσεις της δημοσκόπησης, το εισιτήριο για την επόμενη Βουλή θα λάβουν πιθανότατα τα επτά από τα οκτώ κόμματα της υφιστάμενης σύνθεσης, ενώ από τους υπολογισμούς προκύπτει ότι ελπίδες για να λάβουν το εισιτήριο εισόδου διατηρούν τόσο το Ποτάμι όσο η νεοσύστατη Πλεύση Ελευθερίας που κινούνται πέριξ του 2,7%, αλλά μπορεί να φτάσουν έως και το 3,7%.