Ο Αλέξανδρος Δουμάς ο υιός έμεινε γνωστός, όχι τόσο για το συλλογικό του έργο, όπως ο διάσημος πατέρας του, αλλά κυρίως για το παγκοσμίου φήμης βιβλίο του
“Η Κυρία με τις Καμέλιες”.
Το έργο του αυτό, το οποίο σημείωσε τεράστια επιτυχία στην εποχή του ως μυθιστόρημα, ως δράμα και ως κινηματογραφική ταινία κατόπιν, εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να συγκινεί όλο τον κόσμο, όχι μόνο γιατί είναι μια παθιασμένη ερωτική ιστορία, την οποία έγραψε ο συγγραφέας με όλη του τη θέρμη και τον ενθουσιασμό της πρώτης του νεότητας, αλλά και γιατί, αποτελούμενη κατά μέγα μέρος από τη διήγηση ενός ερωτικού επεισοδίου του ίδιου του δημιουργού, έχει κάτι το βαθύ και το ειλικρινές, έναν τόνο που διατηρούν μονάχα οι εξομολογήσεις.Το επεισόδιο αυτό είναι ο έρωτας του συγγραφέα με την περίφημη γυναίκα του παρισινού υποκόσμου, τη χαριτωμένη εταίρα πλουσίων αντρών, Μαρί Ντυπλεσί, η οποία ήταν γνωστή στον κύκλο των ευγενών ως
“Η Κυρία με τις Καμέλιες”.Αυτή ακριβώς η πολυσύνθετη γυναίκα αποτέλεσε την έμπνευση για την πρωταγωνίστρια και ηρωίδα του βιβλίου του, της Μαργαρίτας Γκοτιέ. Επίσης, αποτέλεσε τη βάση για τη λυρικότατη όπερα
“Τραβιάτα” του Τζουζέπε Βέρντι.Πολλοί βιογράφοι του συμπέραναν ότι ο έρωτας του Αλέξανδρου Δουμά του υιού ήταν ο σφοδρότερος της πολυτάραχης ζωής του. Μα, κατά άλλους, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα εφήμερο πάθος.Ιδού, λοιπόν, πώς συνδέθηκε ο Δουμάς με τη γλυκιά εταίρα της παρισινής νυχτερινής ζωής.Τη γνώρισε ένα βράδυ του 1844. Βρισκόταν με τον φίλο του Ντεζαζέ σ’ ένα θεωρείο του θεάτρου Βαριετέ, περιεργαζόμενος με θαυμασμό το εξαιρετικά κομψό κοινό της αίθουσας, το οποίο περίμενε ανυπόμονα την έναρξη της παράστασης.Αίφνης, μακρύς ψίθυρος διέδραμε την πλατεία του θεάτρου και συγχρόνως, τα βλέμματα όλων στράφηκαν προς ένα θεωρείο της πρώτης σειράς, όπου εισήλθε μια νέα και όμορφη γυναίκα.Φορούσε μια λευκή μεταξωτή τουαλέτα με μεγάλο, αποκαλυπτικό ντεκολτέ και η σάρκα της ήταν τόσο χιονώδης, ώστε δεν μπορούσε να διακρίνει κανείς που τελείωνε το φόρεμα και πού ξεκινούσε το αψεγάδιαστο δέρμα της, ενώ τα λευκά μαργαριτάρια που κοσμούσαν τον ψηλό λαιμό της μετά βίας στραφτάλιζαν.Στο χέρι της βαστούσε ένα μπουκέτο από άσπρες καμέλιες και μες στο κύμα των φίνων δαντελών και ευωδιαστών άνθεων φάνταζε σαν έμψυχη, στητή, κινούμενη λαμπάδα, καθώς τα μάτια της σκορπούσαν φλόγες εδώ κι εκεί.Με όλη αυτή την πάλλευκη εμφάνιση, τα εβένινα μαλλιά της υπογράμμιζαν ακόμη πιο έντονα τα χαρακτηριστικά της, αβρά και μελένια. Η καλλονή αυτή είχε ύφος εκτάκτως αριστοκρατικό και οι κινήσεις της είχαν τη χάρη μιας μυθικής πριγκίπισσας.Ήταν θεσπεσίως ωραία, αλλά η ομορφιά της είχε κάτι το παράξενο, που μαζί με τον θαυμασμό γεννούσε σε όσους την έβλεπαν και κάτι σαν δυσφορία, σαν αόριστη ανησυχία. Το ασάλευτο πρόσωπό της, με τις μικρές, αέρινες εκφράσεις, τις σχεδόν ανεπαίσθητες, όπου, τα δύο μεγάλα της μελαγχολικά μάτια ίσα που σάλευαν κάτω από τα σκούρα της βλέφαρα, ανέδιδε μια κέρινη ωχρότητα, μια ευθραυστότητα.Από καιρού εις καιρόν, ένας ξερός βήχας, που πάσχιζε να τον καταπνίξει με το ολόλευκο μαντίλι της, έκανε ακόμα πιο μελαγχολική τη θλιμμένη της όψη.Ο Δουμάς θαμπώθηκε από την καθηλωτική ομορφιά της. Η περιέργειά του κεντρίστηκε. Τότε, ρώτησε τον φίλο του:“Ποια είναι αυτή η γυναίκα, που βάφεται σαν θεατρίνα και έχει ύφος βασίλισσας;”Ο Ντεζαζέ, όχι μόνο τον πληροφόρησε δεόντως, αλλά και προσφέρθηκε να τον συστήσει στην
“Κυρία με τις Καμέλιες”. Νέος, κομψός, πνευματώδης, ο Δουμάς έθελξε αμέσως την περίφημη αυτή επίγεια θεά, η οποία έπληττε θανάσιμα με τους πλούσιους, αλλά και γηραλέους, ως επί το πλείστον, φίλους της.Ο δεσμός τους δε διήρκεσε πολύ. Λίγους μήνες κατόπιν, ο Δουμάς, σε μια επιστολή χωρισμού που της απηύθυνε, της εξηγούσε ότι
“δεν ήταν αρκετά πλούσιος για να την αγαπήσει όπως ήθελε αυτός, αλλά ούτε αρκετά φτωχός για να τον αγαπήσει όπως ήθελε εκείνη”. Οι συνηθισμένες δικαιολογίες… Κατά βάθος, μάλλον την είχε βαρεθεί.Όταν, ένα χρόνο αργότερα, επέστρεψε από ένα ταξίδι του στην Ιταλία, έμαθε πως η Μαρί Ντυπλεσί είχε πεθάνει. Ο θάνατός της τον λύπησε, φυσικά, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να τη λησμονήσει πολύ γρήγορα.Δυο χρόνια αργότερα, ο Δουμάς φιλοξενούνταν από έναν φίλο του σε κάποιο γραφικό χωριό, στις όχθες του Σηκουάνα. Μια μέρα, λοιπόν, ένας ξενοδόχος, στο ξενοδοχείο του οποίου σύχναζαν πολλές επιφανείς Παριζιάνες, έκανε λόγο στον Δουμά για την περίφημη Μαρί Ντυπλεσί, που του είχε μείνει αξέχαστη για την ομορφιά της.Τότε, εκείνος σκέφτηκε ότι δεν έπρεπε να αφήσει να λησμονηθεί για πάντα μια τέτοια γυναίκα, τόσο ωραία και παθιασμένη, με την οποία είχαν περάσει άλλωστε τόσο δυνατές στιγμές. Αισθάνθηκε, λοιπόν, την ανάγκη να διηγηθεί την ιστορία του έρωτά τους.Και την αισθάνθηκε τόσο επιτακτική, ώστε αγόρασε αμέσως τρία χοντρά τετράδια, κλείστηκε στο δωμάτιό του και σε τρεις εβδομάδες είχε καταφέρει να ολοκληρώσει το αριστούργημα, που τον καταξίωσε στον συγγραφικό χώρο.
“Η Κυρία με τις Καμέλιες”, η εντυπωσιακή Μαρί Ντυπλεσί, πέθανε μόλις 23 ετών από φυματίωση. Για πολλά χρόνια, ο τάφος της ήταν κατάμεστος από κάθε λογής λουλούδια, αλλά κυρίως από καμέλιες. Η πανέμορφη αυτή γυναίκα, με την τόσο έντονη, αλλά και σύντομη ζωή, εξακολουθούσε να συγκινεί και να σαγηνεύει.Και ο Αλέξανδρος Δουμάς ήταν αυτός που τοποθέτησε τη νεαρή αυτή εταίρα του Παρισιού πάνω σ’ ένα βάθρο εξιλέωσης, αλλά και ρομαντικής αθανασίας.Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 06/01/1927…