«Η μη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα θα ήταν καλή εξέλιξη», είπε στην ενημέρωση των πολιτικών συντακτών ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ακόμα ότι η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να δεχθεί μηχανισμό αυξημένων εγγυήσεων (σ.σ. κόφτη) προκειμένου να απεμπλακεί η διαπραγμάτευση από τις απαιτήσεις του ΔΝΤ. Έθεσε ως προϋπόθεση να έχει υπάρξει συμφωνία τόσο για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος όσο και για το δημοσιονομικό μονοπάτι που θα ακολουθηθεί μετά το 2018. Είπε ακόμα ότι εάν συμφωνηθούν τα πάντα τόσο η συμπερίληψη των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος όσο και το «δημοσιονομικό μονοπάτι για μετά το 2018» και απομείνουν μόνο οι «αυξημένες απαιτήσεις του ΔΝΤ για εγγυήσεις» τότε «είμαστε διατεθειμένοι να μπούμε σε συζήτηση για το μηχανισμό αυτόν. Σε σχετική ερώτηση ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανέφερε πως δεν έχει τεθεί ακόμη επισήμως στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης ο μηχανισμός αυξημένων εγγυήσεων και σημείωσε ότι με βάση τα σημερινά δεδομένα της οικονομίας δεν θα έχει και λόγο να εφαρμοστεί. Επ αυτού μάλιστα τόνισε ότι «ο μόνος λόγος που θα το κάνουμε θα είναι για να αμβλύνουμε τις επιφυλάξεις του ΔΝΤ.
Είπε ακόμα ότι: «Η κυβέρνηση συνεχίζει να εργάζεται σκληρά για την επιτάχυνση της αναπτυξιακής πορείας της χώρας, την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και την προστασία των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας».
Επισήμανε ότι τα στοιχεία του Κρατικού Προϋπολογισμού επιβεβαιώνουν πως το πρωτογενές πλεόνασμα διαμορφώνεται σε τροποποιημένη ταμειακή βάση στα 4,39δισ Ευρώ, ότι τα στοιχεία δείχνουν πως υπερκαλύπτεται κατά πολύ ο στόχος του 1,98 δισ Ευρώ, ενώ τα έσοδα απέδωσαν 1,6 δισ πάνω από το στόχο που είχε τεθεί.
Ο κ. Τζανακόπουλος σημείωσε ότι η θετική πορεία σε πείσμα των καταστροφολογικών προβλέψεων της ΝΔ και του ΔΝΤ, επιβεβαιώνεται και από τις δηλώσεις των κυρίων Ρέγκλινγκ και Ντάισελμπλουμ. Τόνισε ότι πάνω σε αυτό το έδαφος συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις και ότι στόχος της κυβέρνησης είναι στο επόμενο Eurogroup να γίνουν τα απαραίτητα βήματα υπέρβασης της συμφωνίας μεταξύ ευρωπαϊκών θεσμών και ΔΝΤ και των άλλων μερών. Το θετικό είναι, είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ότι όλοι δέχονται ότι η ασυμφωνία δεν έχει τεχνικό χαρακτήρα και επομένως πρέπει να επιλυθεί στο υψηλότερο επίπεδο με πολιτικούς όρους. Εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να ολοκληρωθεί άμεσα η β’ αξιολόγηση χωρίς νέα μέτρα και με την αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων, τόνισε, ώστε να μπούμε στο πρόγραμμα ποσοστικής χαλάρωσης το α’ τρίμηνο και να επιταχύνουμε έξοδο στις αγορές.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε εξάλλου ότι κορυφαία εθνική προτεραιότητα είναι η επιτυχής κατάληξη των συνομιλιών γαι το Κυπριακό. Τόνισε ότι ο πρωθυπουργός είναι σε διαρκή επαφή με τον πρόεδρο της Κύπρου, Νίκο Αναστασιάδη. Είπε ότι τα βήματα προόδου στη Γενεύη για το Κυπριακό ήταν σημαντικά και πως οι συνομιλίες θα συνεχιστούν 18-20 Ιανουαρίου σε τεχνικό και διπλωματικό επίπεδο.
Αναφορικά με την αυριανή προ ημερησίας συζήτηση στη Βουλή για τα αγροτικά θέματα, παρουσία του πρωθυπουργού, σημείωσε ότι η κυβέρνηση προσβλέπει σε γόνιμη και ουσιαστική συζήτηση για το θέμα, στο οποίο «η κυβέρνηση δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα, υπό το πρίσμα του σχεδιασμού και της υλοποίησης ενός νέου παραγωγικού μοντέλου για τη χώρα».
Σε ό,τι αφορά τις διεθνείς επαφές του πρωθυπουργού, πέραν της σημερινής συνάντησής του με τον Ιταλό πρόεδρο, ο Αλέξης Τσίπρας θα μεταβεί στη Λισαβόνα στις 28 Ιανουαρίου, για τη δεύτερη Σύνοδο των Μεσογειακών Χωρών της ΕΕ, που αποτελεί συνέχεια της πρώτης που είχε πραγματοποιηθεί στην Αθήνα, με πρωτοβουλία του Έλληνα πρωθυπουργού. Στις 30 Ιανουαρίου, ο κ. Τσίπρας θα επισκεφθεί το Βελιγράδι όπου θα έχει επαφές με την πολιτική ηγεσία, στο πλαίσιο της ενίσχυσης της συνεργασίας και της φιλίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Σερβία.