Το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ δεν σχεδιάζει να υποβαθμίσει τη χρήση της αγγλικής γλώσσας μετά το Brexit, παρά τα όσα έχουν ακουστεί κατά καιρούς ότι η γλώσσα θα είναι λιγότερο σημαντική στην Ευρώπη όταν το Ηνωμένο Βασίλειο την εγκαταλείψει.
Στο έντυπο του προτεινόμενου προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2021-27, επιβεβαιώνεται ότι η ΕΕ δεν σκοπεύει να μειώσει τη χρήση των αγγλικών στις συνεδριάσεις ή τα έγγραφά της.
«Η απόσυρση του Ηνωμένου Βασιλείου θα οδηγήσει σε περιορισμένο αναπροσανατολισμό ορισμένων λειτουργιών της διοίκησης, αλλά το πεδίο των δραστηριοτήτων δεν θα αλλάξει», αναφέρει το απόσπασμα για τη διοίκηση της ΕΕ.
«Οι υπηρεσίες μετάφρασης και διερμηνείας στην αγγλική γλώσσα θα παραμείνουν επίσης ανεπηρέαστες». Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ είχε υπονοήσει πέρυσι πως η αγγλική γλώσσα χάνει τη βαρύτητά της. Οι φήμες ότι οι διαπραγματεύσεις του Brexit θα διεξάγονται αποκλειστικά στα γαλλικά φαίνεται επίσης να ήταν ένα αστείο εις βάρος των Βρετανών.
Όταν το Ηνωμένο Βασίλειο εγκαταλείψει την ΕΕ το 2019, μόνο το 1% του πληθυσμού της ΕΕ - στην Ιρλανδία και τη Μάλτα - θα ζει σε χώρες όπου η αγγλική είναι η επίσημη γλώσσα. Η ΕΕ διαθέτει 24 επίσημες γλώσσες, αλλά μόνο τρεις κατατάσσονται ως γλώσσες εργασίας - αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά.
Ωστόσο τα αγγλικά χρησιμοποιούνται ευρύτερα από τα γαλλικά, δεδομένου ότι η Σουηδία, η Φινλανδία και η Αυστρία προσχώρησαν στην ΕΕ το 1995, φέρνοντας περισσότερους ομιλητές της αγγλικής γλώσσας ως δεύτερη γλώσσα. Η κυριαρχία των αγγλικών έγινε εδραιωμένη όταν προσχώρησαν οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στα μέσα του 2000.