Την ώρα που ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε διαμηνύει σε κάθε ευκαιρία ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ είναι απαραίτητη έως υποχρεωτική για το ελληνικό πρόγραμμα, το Ταμείο αποκτά νέα επιχειρήματα προκειμένου να επιμείνει στις ακραίες απαιτήσεις και στη σκληρή στάση του.
Τα προσφέρει η έκθεση της «ομάδας Βελκουλέσκου», η οποία θα παρουσιασθεί στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του τη Δευτέρα. Στην έκθεση διατυπώνονται αισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας της επόμενη τριετία – υπό την προϋπόθεση ότι θα τηρηθούν οι μνημονιακές δεσμεύσεις και θα γίνουν οι συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις.
Αμφισβητείται όμως η δυνατότητα επίτευξης υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, που θα καθιστούσαν βιώσιμο το δημόσιο χρέος.
Η ομάδα στελεχών του ΔΝΤ που διενήργησε επιτόπια «αυτοψία» για να καταλήξει σε εκτιμήσεις-προβλέψεις, εκτιμά ότι το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,4% το 2016 –ποσοστό υψηλότερο από αυτό που έχει αναγράφεται στην εισηγητική έκθεση του τρέχοντος προϋπολογισμού.
Υπολογίζει όμως ότι το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν μόλις 1% – περίπου το μισό απ΄ ό,τι εκτιμά η κυβέρνηση.
Για τα επόμενα χρόνια – και ιδιαίτερα μετά το 2018, στην έκθεση της ομάδας Βελκουλέσκου διατυπώνεται η πρόβλεψη ότι η Ελλάδα δεν θα εμφανίσει πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 1,5%. Επιβεβαιώνει δηλαδή την άποψη στην οποία βασίζει μέχρι τώρα το ΔΝΤ τις απαιτήσεις του για λήψη πρόσθετων μέτρων, που θα ισχύσουν μετά το 2018.
Στο κείμενο που θα τεθεί υπόψη του ΔΣ του ΔΝΤ, διατυπώνονται οι ακόλουθες βασικές προβλέψεις:
Πρωτογενές πλεόνασμα: Η ομάδα της Ντέλιας Βελκουλέσκου ξεκινάει από πολύ χαμηλή «αφετηρία»: Παραδέχεται ότι το 2016 θα υπάρξει υπεραπόδοση και προσδιορίζει το πρωτογενές πλεόνασμα σε 0,9%, έναντι μνημονιακού στόχου 0,5%.
Όμως η ελληνική κυβέρνηση έχει ενημερώσει τους Θεσμούς ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί κοντά στο 2% – ποσοστό υπερδιπλάσιο της πρόβλεψης του ΔΝΤ,
Για το 2017 εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί κάτω από τον μνημονιακό στόχο του 1,75% και συγκεκριμένα στο 1%.
Αυτό θα σήμαινε ενεργοποίηση του περιβόητου «κόφτη», με περικοπές σε δαπάνες για να καλυφθεί η απόκλιση
Η λειτουργία του «κόφτη» θα καταστεί αναγκαία και το 2018, αν επιβεβαιωθεί η πρόβλεψη της ομάδας του ΔΝΤ ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι μόλις 1,5%, έναντι στόχου για 3,5%.
Ανάπτυξη: Το 2016 ήταν 0,4% (υψηλότερη απ’ ό,τι προέβλεπαν η Κομισιόν και η ελληνική κυβέρνηση). Φέτος η ελληνική οικονομία θα «τρέξει» με ρυθμό 2,7% – υπό την προϋπόθεση ότι θα εφαρμοστούν όσα προβλέπονται στο μνημόνιο, ότι η Ελλάδα θα ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και ότι θα επιταχυνθεί η διαδικασία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου
Για τα επόμενα χρόνια όμως, το ΔΝΤ προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης χαμηλότερους απ’ ό,τι η Κομισιόν και η κυβέρνηση. Ειδικότερα, στην έκθεση διατυπώνονται προβλέψεις για
• 2,4% το 2019
• 2% το 2020
Οι συντάκτες της έκθεσης, έχουν καταστρώσει και ένα δυσμενές σενάριο το οποίο κατεβάζει τον πήχη της ανάπτυξης στο 1,1% για το 2017 και στο 1,2% για το 2018.
Το σενάριο αυτό στηρίζεται στην παραδοχή ότι θα παραμείνουν τα capital controls, δεν θα μπουν τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, δεν εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις κλπ. Με αυτές τις παραδοχές, το ΔΝΤ κατεβάζει τον πήχη της ανάπτυξης στο 1% για το 2017 και στο 0,3% (κατά μέσο όρο ) σε μακροπρόθεσμη βάση
Ιδιωτική κατανάλωση: Το 2016 εκτιμάται ότι κατά 0,8%. Για φέτος προβλέπεται αύξηση 1,5%, το 2018 1,4%, το 2019 1,2% και για το 2020 μόλις 1%
Επενδύσεις: Εκτιμάται ότι ανέκαμψαν το 2016 (+3%) και φέτος θα είναι αρκετά αυξημένες (+9,5%). Η ανάκαμψη θα συνεχισθεί το 2018 με +7,9%, το 2019 θα είναι +8% και ο ρυθμός αύξησης θα επιβραδυνθεί σε 6,2% το 2020.
Εξαγωγές- Εισαγωγές: Οι εξαγωγές εκτιμάται ότι αυξήθηκαν μόλις κατά 1% το 2016, έναντι αύξησης των εισαγωγών κατά 1,2%. Για το 2017 προβλέπεται αύξηση εξαγωγών κατά 6,5% έναντι αύξησης εισαγωγών κατά 4,6%. Για τα επόμενα χρόνια εκτιμάται ότι οι εξαγωγές θα αυξάνονται με ρυθμούς λίγο ταχύτερους από τις εισαγωγές. Τα ποσοστά για το 2020 διαμορφώνονται στο 4,2% και 3,7% αντίστοιχα.
Ανεργία: Στην έκθεση του ΔΝΤ, διαπιστώνεται δομικό πρόβλημα ανεργίας ενώ προβλέπεται ότι το ποσοστό θα μειωθεί από το 23,2% το 2016, στο 21,3% το 2017, στο 19,8% το 2018, στο 19% το 2019 και στο 18,4% το 2020.
Αναφέρεται μάλιστα και το στοιχείο που περιέγραψε προ ημερών ο Πολ Τόμσεν – προκαλώντας την αντίδραση του υπουργού Οικονομικών Ευ. Τσακαλώτου – ότι η ανεργία θα παραμείνει σε διψήφια επίπεδα μέχρι και το 2040!
ΠΗΓΗ:enikonomia.gr