Τροπολογία στο νομοσχέδιο για την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ με την οποία θα ορίζεται με ακρίβεια η χρονική στιγμή του Brexit υπέβαλε το βράδυ της Πέμπτης η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι.
Η έξοδος της χώρας από την ΕΕ θα γίνει στις 11 τη νύχτα τοπική (μεσάνυχτα Βρυξελλών) την 29η Μαρτίου 2019, δηλαδή ακριβώς δύο χρόνια μετά από την ενεργοποίηση της διαδικασίας του Άρθρου 50.
Ο Υπουργός Brexit Ντέιβιντ Ντέιβις είπε ότι η πρόσθεση στο νομοσχέδιο γίνεται «για να αφαιρεθεί οποιαδήποτε σύγχυση ή ανησυχία για το τι σημαίνει ‘ημερομηνία εξόδου’».
«Αυτό το σημαντικό βήμα», πρόσθεσε ο κ. Ντέιβις, «δείχνει την πραγματιστική προσέγγισή μας στο ζωτικής σημασίας νομοθέτημα».
Η κίνηση της κυβέρνησης ερμηνεύεται ως πρόκληση προς τους ευρωπαϊστές βουλευτές του Συντηρητικού Κόμματος που έχουν προειδοποιήσει την κυβέρνηση ότι θα στηρίξουν ορισμένες τροπολογίες που έχει υποβάλει η αντιπολίτευση.
Όπως αναφέρει το ΚΥΠΕ, οι προειδοποιήσεις αυτές έχουν ήδη προκαλέσει την αναβολή συζήτησης του νομοσχεδίου δύο φορές. Εν τέλει, το νομοσχέδιο επιστρέφει προς συζήτηση στη Βουλή των Κοινοτήτων την προσεχή Τρίτη.
Με άρθρο της στην Daily Telegraph η κα Μέι προειδοποιεί τους βουλευτές ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιήσουν τη διαδικασία έγκρισης του νομοσχεδίου «για να καθυστερήσουν ή για να σταματήσουν» το Brexit.
«Δεν θα ανεχθούμε απόπειρες από καμία πλευρά να χρησιμοποιηθεί αυτή η διαδικασία των τροπολογιών σε αυτό το νομοσχέδιο ως μηχανισμός προσπάθειας να μπλοκαριστούν οι δημοκρατικές επιθυμίες του βρετανικού λαού», προσθέτει η Πρωθυπουργός.
Πάντως, ο εκ των συντακτών του Άρθρου 50 της ΕΕ λόρδος Κερ θα πει σε ομιλία του στο Λονδίνο ότι η χώρα «μπορεί να αλλάξει γνώμη (ως προς την έξοδο από την ΕΕ) σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας» και ότι ο λαός δεν πρέπει να «παραπλανηθεί» πιστεύοντας ότι η διαδικασία του Brexit είναι μη αναστρέψιμη.
Όλα αυτά συμβαίνουν ενώ η Τερέζα Μέι τελεί υπό πρόσθετη πίεση λόγω σκανδάλων και αποκαλύψεων που είχαν ως αποτέλεσμα τις παραιτήσεις δύο υπουργών της σε διάστημα μίας εβδομάδας.
Δημοσιεύματα του βρετανικού Τύπου ανέφεραν μέσα στην εβδομάδα ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες προετοιμάζονται ακόμα και για το ενδεχόμενο κατάρρευσης της κυβέρνησης Μέι, ίσως και πριν από το τέλος του έτους.
Την ίδια ώρα συνεχίζεται στις Βρυξέλλες ο έκτος γύρος των διαπραγματεύσεων για το Brexit, με τα χρήματα που θα κληθεί να καταβάλει η Βρετανία φεύγοντας να αποτελεί το μεγαλύτερο αγκάθι. Η ευρωπαϊκή πλευρά φέρεται να έχει προειδοποιήσει τη βρετανική ότι πρέπει να καταστήσει σαφείς τις δεσμεύσεις της ως προς τον οικονομικό διακανονισμό εντός των επόμενων δύο εβδομάδων εφόσον θέλει να περάσουν οι συνομιλίες στην επόμενη φάση, για τη μελλοντική εμπορική σχέση, μετά από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου.
Παράλληλα δε, όπως σχολιάζουν τα βρετανικά ΜΜΕ, το Δουβλίνο και η Κομισιόν σκληραίνουν τη στάση τους αναφορικά με το ζήτημα των μελλοντικών συνόρων με τη Βόρεια Ιρλανδία, ζητώντας συγκεκριμένες δεσμεύσεις από τη Βρετανία πριν από τη σύνοδο του ερχόμενου μήνα για την αποφυγή επιστροφής στα σκληρά σύνορα του παρελθόντος. Αυτό, κατά την ιρλανδική κυβέρνηση, προϋποθέτει ότι η Βρετανία θα παραμείνει συμμετέχουσα στην τελωνειακή ένωση της ΕΕ και θα συνεχίσει να αποδέχεται κανόνες της ενιαίας αγοράς και μετά από το Brexit.
Η κα Μέι συνεχίζει να αντιμετωπίζει πιέσεις και από τον επιχειρηματικό κόσμο για μια γρήγορη συμφωνία για τους όρους του Brexit. Τη Δευτέρα θα συναντηθεί με εκπροσώπους μεγάλων εργοδοτικών φορέων από τη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία που υπάγονται στην πρωτοβουλία BusinessEurope. Ο Γενικός Διευθυντής του οργανισμού Μάρκους Μπέιρερ δήλωσε ότι πρόθεση είναι να ασκηθεί πίεση και στις δύο πλευρές για μία συμφωνία αποχώρησης το συντομότερο δυνατό ώστε να διευκρινιστούν οι μεταβατικές και μελλοντικές σχέσεις Βρετανίας-ΕΕ.
Εν τω μεταξύ, ο πρώην Πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν προέβλεψε μιλώντας στο BBC ότι οι ψηφοφόροι της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ θα συνειδητοποιήσουν κάποια στιγμή έως το καλοκαίρι του 2018 ότι δεν θα πάρουν αυτά που τους είχαν υποσχεθεί οι πολιτικοί. Τότε, εκτίμησε, η πορεία προς το Brexit θα φτάσει σε ένα «σημείο κρίσης» και ίσως να υπάρξει εκείνη τη στιγμή «περιθώριο επαναξιολόγησης» της πορείας προς την έξοδο από την ΕΕ.