Η ιστορία έχει ως εξής: μετά την φραγκική κατάκτηση της Πόλης το 1204, το Δεσποτάτο της Ηπείρου από τα δυτικά και η Αυτοκρατορία της Νίκαιας στο ανατολικό τμήμα του διαλυμένου κράτους των Ρωμιών, ήταν τα δύο ελληνικά, ελληνόφωνα και ορθόδοξα, «απομεινάρια» που διεκδικούσαν, έναντι πολλών εχθρών αλλά κυρίως ανταγωνιζόμενα μεταξύ τους, τον θρόνο της Βασιλεύουσας. Και πριν αρχίσουμε να ξετυλίγουμε το κουβάρι των γεγονότων από την αρχή, νομίζω θα είναι χρήσιμο να αναφερθούμε σε ένα επεισόδιο που διαδραματίστηκε το 1217 και αναδεικνύει εμφατικά την ανάμειξη του Δεσποτάτου και της Άρτας στον πυρήνα εξελίξεων παγκόσμιας, τότε, σημασίας.
Το Δεσποτάτο της Ηπείρου είχε δημιουργήσει το 1204, αμέσως μετά την κατάκτηση της Πόλης από τους Σταυροφόρους, ο Μιχαήλ Άγγελος Κομνηνός Δούκας, νόθος γιος του σεβαστοκράτορα Ιωάννη Δούκα και ξάδελφος των αυτοκρατόρων Ισαάκιου Β΄ Άγγελου και Αλεξίου Γ΄ Άγγελου. Ο Μιχαήλ Α΄Κομνηνός Δούκας, όπως ονομαζόταν σαν Δεσπότης της Ηπείρου, ήταν ήδη έμπειρος στρατιωτικός, διοικητής βυζαντινού Θέματος και, πιθανότατα, αντιμετώπισε την βυζαντινή κατάρρευση ως μοναδική του ευκαιρία να αυξήσει την εξουσία και το κύρος του, μέχρι και να εκπληρώσει την κοινή για την κοινωνική του τάξη φιλοδοξία, να γίνει αυτός «Αυτοκράτορας των Ρωμαίων». Όντας μέλος μιας ελληνικής αριστοκρατίας που τα προνόμιά της υποβιβάστηκαν έναντι της νεοφερμένης λατινικής, είχε ίσως και «πατριωτικά», σίγουρα πάντως ωφελιμιστικά κίνητρα να εκδιώξει τους Λατίνους από τη ρωμαίικη επικράτεια.
Ο ιδρυτής του, Μιχαήλ Α΄, σχεδόν ενάμιση αιώνα πριν, είχε ξεκινήσει μια δυναστεία όπου οι απανωτοί διάδοχοι έζησαν και πέθαναν «κινηματογραφικά»- η πλοκή του «Game of Thrones» θα μπορούσε να αντλήσει ενδιαφέροντα «καρέ» από τον βίο τους.
Ο ίδιος ο Μιχαήλ, που η κόρη του, Θεοδώρα Κομνηνή Δούκαινα έγινε βασίλισσα της Σερβίας, δολοφονήθηκε από υπηρέτη του το 1215. Τα κίνητρα της δολοφονίας δεν είναι γνωστά, πάντως στην εξουσία αναρριχήθηκε ο ετεροθαλής αδελφός του, Θεόδωρος. Αυτός κατέλαβε το 1224 την Θεσσαλονίκη, στέφθηκε αυτοκράτορας και παραλίγο να επανακτήσει την Κωνσταντινούπολη. Αιχμαλωτίστηκε από τους Βούλγαρους μετά την ήττα του στη μάχη της Κλοκοτνίτσας, τυφλώθηκε από τους δεσμώτες του όταν κατηγορήθηκε για συνωμοσία και απελευθερώθηκε μόνο όταν δέχτηκε να παντρέψει την κόρη του Ειρήνη με τον Βούλγαρο βασιλιά Ιβάν Β΄. Ο Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας πέθανε τελικά στη Μικρά Ασία το 1252, εξορισμένος εκεί από τον αυτοκράτορα της Νίκαιας.
Τα πολιορκητικά μηχανήματα του βυζαντινού αυτοκρατορικού στρατού και τον Μέγα Δομέστιχο, Ιωάννη Καντακουζηνό έξω από τα ίδια τείχη το 1339- 1340. Και τους αμυνόμενους στους πύργους και τις πολεμίστρες, που «από των τειχών ημύνοντο καρτερώς και απράκτους απεδείκνυον πάσας μηχανάς και τειχομαχίας», όπως ο ίδιος ο Καντακουζηνός έγραψε. Τον Αλβανό ηγεμόνα Γιακούπη, που «βασίλεψε» στην Άρτα στα πρότυπα των Κομνηνοδουκάδων, να χάνει την εξουσία του μετά από εξέγερση των αρχόντων της πόλης – και όταν ο απλός λαός που τον αγαπούσε «τον έμπασε στη χώρα» ξανά, να φυλακίζει τους άρχοντες, να πνίγει και να γκρεμίζει πολλούς από τα τείχη του κάστρου.
Δεν υπήρξαν αυτοί οι αιώνες καθόλου ρομαντική, ούτε ιδεατή περίοδος. Η ζωή – των απλών ανθρώπων ειδικά – ήταν σκληρή. Η ύπαρξή τους αναλώσιμη, φτηνή και απόλυτα εξαρτώμενη από τα κελεύσματα και τα συμφέροντα αρχόντων που αναδεικνύονταν με πρωταρχικό «προσόν» την «ευγενική» καταγωγή και κυβερνούσαν «ελέω Θεού». Δεν έχουν απομείνει πολλά από τότε. Η σύγχρονη Άρτα δεν είναι Μυστράς, όμως το μεσαιωνικό της παρελθόν είναι εμφανές, σε κάποια σημεία της στέκει ακόμη απαράλλαχτο και λειτουργεί, ακόμη, βιωματικά. Το κάστρο και οι διάστικτες στον αστικό ιστό αλλά και τα γύρω χωριά εκκλησιές, μαζί με το ιστορικό γεφύρι (που όμως δεν είναι κατεξοχήν βυζαντινό κτίσμα) είναι όσα απέμειναν. Πως να έμοιαζε η μεσαιωνική εκδοχή της πόλης και η ζωή των κατοίκων της; Γιατί δεν ήταν μόνο οι πολιορκίες και οι εκκλησιές- όσο κι αν οι δρόμοι της Άρτας, όπως και όλων των βυζαντινών πόλεων της εποχής, μάλλον ήταν μαύροι απ’ το πολύ ράσο…