Τον Νοέμβριο του 1978, η ανακάλυψη ανθρωπίνων λειψάνων σε παλαιό τάφο μέσα σε τοίχο μοναστηριού της ερήμου, δημιούργησε εικασίες ότι επρόκειτο για τα λείψανα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.
Το ξύλινο φέρετρο, μέσα στο οποίο υπήρχαν τα λείψανα, ανακαλύφθηκε κατά τη διάρκεια εργασιών ανακαινίσεως, στο μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου, 100 χιλιόμετρα βόρεια του Καΐρου. Αξιωματούχοι της Κοπτικής Εκκλησίας ανέφεραν ότι εκλήθησαν ειδικοί, για να εξετάσουν το φέρετρο και το περιεχόμενό του, μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης από την έγκυρη εφημερίδα του Καΐρου «Αλ Αχράμ».
«Εκείνο που κάνει τους ιερείς να σκέπτονται ότι πρόκειται για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, είναι παράγραφος σε γραπτά της εκκλησίας, που αναφέρει ότι ο Ιωάννης ετάφη σε απόσταση έξι μέτρων από την Αγία Τράπεζα», δήλωσε ο Επίσκοπος Σαμουήλ, αξιωματούχος της Κοπτικής Εκκλησίας στο Κάιρο, ο οποίος είχε οργανώσει την αποστολή των ειδικών.
Το φέρετρο βρέθηκε στο μέρος στο οποίο αναφέρουν τα χειρόγραφα ότι θα έπρεπε να βρίσκεται το σώμα του Ιωάννη Βαπτιστή. «Οι ιερείς δεν μπορούσαν να ανοίξουν τους τοίχους, διότι φοβούνταν ότι το κτήριο θα κατέρρεε», ανέφερε επίσης ο Επίσκοπος Σαμουήλ, ο οποίος ήταν βοηθός του Κόπτη Πατριάρχη Σενούντα του Β’. Για τις έρευνες, είχε συγκροτηθεί επιτροπή από αρχαιολόγους και λογίους της Εκκλησίας, οι οποίοι θα άρχιζαν να εξετάζουν τα ευρήματα και θα ανέφεραν τα αποτελέσματα των ερευνών τους, ως προς την αυθεντικότητα των ευρημάτων, στην Εκκλησία. «Υπάρχουν πολλά πτώματα θαμμένα στην περιοχή και πρέπει να είμαστε βέβαιοι», συμπλήρωνε ο Επίσκοπος Σαμουήλ.
Το μοναστήρι, που περιβάλλεται από υψηλά τείχη, ιδρύθηκε κατά τον 4ο μ.Χ. αιώνα, κατά τη διάρκεια της εξάπλωσης του Χριστιανισμού στην Αίγυπτο. Σύμφωνα με την ιστορία, που αναφέρουν χειρόγραφα του μοναστηριού, τα λείψανα του Ιωάννη του Βαπτιστή μεταφέρθηκαν από την Παλαιστίνη κατά τον 4ο μ.Χ. αιώνα από χριστιανούς, που έφυγαν εξαιτίας της καταπίεσης από τις Ρωμαϊκές Αρχές. Έφεραν το σώμα στην Αλεξάνδρεια και κατά τις αρχές του 16ου αιώνα, τα λείψανα του Ιωάννη μεταφέρθηκαν στο μοναστήρι.
Η εφημερίδα του Καΐρου «Αλ Αχράμ», έγραφε ότι το κείμενο που αναφέρεται στην ταφή του Ιωάννη του Βαπτιστή, έλεγε τα εξής:
«Η Αγία Τράπεζα του Ιωάννη του Βαπτιστή. Ονομάστηκε έτσι, διότι το σώμα του Ιωάννη του Βαπτιστή, που μεταφέρθηκε από την Παλαιστίνη στις ημέρες του Πατριάρχη Θεοφίλου του 23ου, ετάφη στην Αλεξάνδρεια και ακολούθως μεταφέρθηκε από εκεί και ετάφη στο μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου, στις ημέρες της ρωμαϊκής καταπιέσεως.»
Εκκλησίες κάηκαν στην Αίγυπτο και οι χριστιανοί αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη μυστικότητα, από τους μουσουλμάνους, στην εποχή του Al-Hakim bi-Amr Allah, στις αρχές του 11ου αιώνα. Το κείμενο, σύμφωνα με την «Αλ Αχράμ», ανέφερε ακόμη ότι το σώμα «είναι θαμμένο σε απόσταση τριών καμάτ (περίπου έξι μέτρα) και είναι αδύνατο να ανακαλυφθεί, αν δεν γκρεμιστεί ολόκληρο το ιερό.»
Τα χειρόγραφα περιείχαν εκκλησιαστική ιστορία και χρονολογούνταν από τον 5ο μ.Χ. αιώνα, σύμφωνα με τον Επίσκοπο Σαμουήλ. Αν η ανακάλυψη αποδεικνυόταν αληθινή, όπως παρατηρούσε η «Αλ Αχράμ» στο δημοσίευμά της, θα επρόκειτο για το δεύτερο σώμα Προφήτη, που θα είχε ανακαλυφθεί ποτέ. Η σορός του Μωάμεθ, ιδρυτή του Ισλάμ, είναι θαμμένη στη Μεδίνα.
Ο δημοσιογράφος της «Αλ Αχράμ», που επισκέφθηκε το μοναστήρι, ανέφερε ότι το φέρετρο βρέθηκε περίπου ένα μέτρο κάτω από την επιφάνεια της γης, αλλά δεν του επετράπη να κοιτάξει μέσα και δεν ήταν βέβαιο αν είχε ανοιχτεί.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», στις 14/11/1978…