
Έζησε μέσα στον θρύλο και την έξαψη της λαϊκής φαντασίας, αγαπήθηκε όσοι λίγοι άνθρωποι στην παλιά Αθήνα, η ζωή του εκσπάζοντας τα όρια του «εθνικού ήρωα», μεταλαμπαδεύτηκε στις εστίες του παροικιακού ελληνισμού και αποθεώθηκε, όσο τίποτε άλλο, του απέδωσαν μεταξύ σοβαρού και αστείου υψηλά κρατικά αξιώματα της εποχής, όπως Νομάρχη και Εισαγγελέα, για να χαθεί σαν μετέωρο από την ζωή της πρωτεύουσας – χωρίς ποτέ να ανακαλύψει κανείς τα ίχνη του – και να μείνει έτσι έκτοτε στους Αθηναίους ως ανάμνηση, η γλυκιά γεύση της ανθρώπινης και καλοκάγαθης φυσιογνωμίας του.
Δεν ήταν άλλος από τον θρυλικό Μπαρμπαγιάννη τον Κανατά, που στα χρόνια της παρουσίας του στην πόλη, με την γραφική φιγούρα του, τα ευφυή καμώματά του, αλλά και τις ευτράπελες πιρουέτες του, γέμιζε την κοινωνική ζωή της Αθήνας και είχε γίνει σημείο αναφοράς της. Το περίφημο τραγούδι της ζωής του, του οποίου η μουσική ήταν πάνω σε μια παραδοσιακή ιταλική καντσονέτα, τραγουδήθηκε από γενεά, σε γενεά και έγινε σύμβολο μιας ανέμελης και αθώας εποχής, που εκφράζονταν από την «γειτονιά», τις ζεστές και ανιδιοτελείς ανθρώπινες σχέσεις, την αδελφοσύνη και την αλληλεγγύη.