«Αν υπάρχει λογική και τρέλα, πως μπορούμε να τις διακρίνουμε;» Το ερώτημα αυτό απασχολούσε τον ψυχίατρο Ντέιβιντ Ρόζενχαν στη μελέτη του το 1973, στην οποία ψευδοασθενείς με απίθανα συμπτώματα διαγνώστηκαν ως σχιζοφρενείς.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ο Ντέιβιντ Ρόζενχαν πίστευε ότι οι ιατρικοί ορισμοί των ψυχικών παθήσεων ήταν απελπιστικά ασαφείς και εξαρτώμενοι από τις «ιδιοτροπίες» του κάθε γιατρού. Αποφάσισε να διαπιστώσει κατά πόσο οι ψυχίατροι μπορούσαν να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ «λογικών» και «τρελών» ανθρώπων στέλνοντας οκτώ δικούς του ανθρώπους στα επείγοντα περιστατικά, με υποτιθέμενο σύμπτωμα ότι άκουγαν μια φωνή που να λέει «άδειος», «κούφιος» και «γδούπος». Ανάμεσα τους ένας φοιτητής ψυχολογίας, τρεις ψυχολόγοι, ένας παιδίατρος, ένας ψυχίατρος, ένας ζωγράφος και μία νοικοκυρά.
Και στους οκτώ διαγνώστηκε σχιζοφρένεια και εισήχθησαν σε ψυχιατρικά νοσοκομεία, όπου ακολουθώντας τις οδηγίες του Ρόζενχαν άρχισαν να φέρονται φυσιολογικά και να αναφέρουν ότι οι «φωνές» είχαν σταματήσει. Οι ψευδοασθενείς παρέμειναν στο νοσοκομείο, κάποιοι για εβδομάδες, ενώ το ιατρικό προσωπικό ερμήνευε σταθερά τη φυσιολογική συμπεριφορά ως μέρος της ανύπαρκτης ασθένειας τους.
Όταν έγινε γνωστή η έρευνα, ένα τοπικό πανεπιστημιακό νοσοκομείο είχε χαρακτηρίσει πάνω από 40 πραγματικούς ασθενείς ως ψευδείς, ενώ άλλοι 23 θεωρήθηκαν ύποπτοι. Η έρευνα με τον προκλητικό τίτλο «On being sane in insane Places», δηλαδή «Λογικοί σε τρελά μέρη», προκάλεσε αναστάτωση. Οδήγησε σε ένα νέο σύστημα διάγνωσης, το οποίο βασίζεται σε λίστες ελέγχου και επιστημονικές μελέτες που εξετάζουν πόσο αξιόπιστα χρησιμοποιούν οι ψυχίατροι τις λίστες αυτές.
40 χρόνια μετά η Λόρεν Σλέιτερ επαναλαμβάνει το πείραμα
Σαράντα χρόνια αργότερα, η ψυχολόγος και συγγραφέας εκλαϊκευμένων επιστημονικών βιβλίων Λόρεν Σλέιτερ θέλησε να επαναλάβει μόνη της το πείραμα του Ρόζενχαν. Παρουσιάσθηκε σε οκτώ νοσοκομεία των Η.Π.Α. λέγοντας, όπως και οι ψευδοασθενείς του Ρόζενχαν, ότι εδώ και κάποιο διάστημα ακούει μια φωνή να της επαναλαμβάνει την λέξη «thud», χωρίς να αναφέρει κανένα άλλο σύμπτωμα Η Σλέιτερ παρατήρησε ότι πολλά πράγματα είχαν αλλάξει από την εποχή που ο Ρόζενχαν δημοσίευσε τη μελέτη του. Οι ψυχίατροι ήταν κατά κανόνα ευγενικοί απέναντί της, με ειλικρινή διάθεση να τη βοηθήσουν και πουθενά δεν συνάντησε την απαξιωτική συμπεριφορά του προσωπικού που στιγμάτιζε στην μελέτη του ο Ρόζενχαν.
Κανείς από τους ψυχιάτρους που την εξέτασαν δεν θεώρησε ότι υπήρχε αναγκαιότητα εισαγωγής της στο νοσοκομείο. Σχεδόν όλοι τους όμως «διέγνωσαν», μετά από μια σύντομη συνέντευξη που σε καμία περίπτωση δεν ξεπέρασε τα 13 λεπτά, κατάθλιψη με ψυχωτικά χαρακτηριστικά ή ψυχωτική κατάθλιψη και της συνταγογράφησαν με μεγάλη ευκολία αντιψυχωτικά και αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Ο Ρόζενχαν περιγράφει το πείραμα του και τις εμπειρίες του μέσα από αυτό:
mixani-tou-xronou