Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας, με την ευκαιρία του εορτασμού των 200 ετών από την επανάσταση, τελέστηκε μνημόσυνο για τους μαρτυρικώς πεσόντες Κουλακιώτες, τους οποίους έσφαξε ο Λουμπούτ πασάς τη Μεγάλη Παρασκευή του 1822 στην Κουλακιά (σημερινή Χαλάστρα) στο διάβα του με κατεύθυνση την ηρωική Νάουσα και σκοπό την ολοκληρωτικής της καταστροφή.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Δύνασθε πιεῖν τό ποτήριον ὅ ἐγώ πίνω καί τό βάπτισμα ὅ ἐγώ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι;»
Πλησιάζουμε πρός τή Μεγάλη Ἑβδομάδα καί τό πάθος τοῦ Κυρίου μας καί ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς προετοιμάζει μέ τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα γιά τά μεγάλα καί κοσμοσωτήρια γεγονότα τά ὁποῖα καλούμεθα νά ζήσουμε. Μᾶς προετοιμάζει μέ τρόπο ἀνάλογο μέ αὐτόν μέ τόν ὁποῖο προετοίμαζε καί ὁ Χριστός τούς μαθητές του, πρίν ἀπό τό πάθος του, καί συγχρόνως μᾶς ἐφιστᾶ τήν προσοχή γιά νά μήν ὑποκύψουμε στόν πειρασμό στόν ὁποῖο ὑπέπεσαν οἱ δύο μαθητές του. Διότι, ἐνῶ ὁ διδάσκαλός του τούς ἔλεγε τί ἐπρόκειτο νά συμβεῖ καί τί ἐπρόκειτο νά ὑπομείνει γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης, δύο ἀπό τούς πιό στενούς του μαθητές, ζητοῦν νά τούς ὑποσχεθεῖ ὅτι, ὅταν θά ἔρθει στή δόξα του, αὐτοί θά καθήσουν δίπλα του.
Οἱ δύο μαθητές δέν εἶχαν λάβει ἀκόμη τή χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καί γι᾽ αὐτό δέν μποροῦσαν νά κατανοήσουν τό νόημα τῶν λόγων τοῦ διδασκάλου τους, καί ἔτσι ἀντέδρασαν, θά λέγαμε, μέ κοσμικό τρόπο στά λεγόμενα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀπάντησή του ὅμως προσπαθεῖ νά τούς ἐπαναφέρει στήν πραγματικότητα. «Δύνασθε πιεῖν τό ποτήριον ὅ ἐγώ πίνω καί τό βάπτισμα ὅ ἐγώ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι;» Μπορεῖτε νά πιεῖτε τό ποτήριο πού πίνω ἐγώ καί νά βαπτισθεῖτε τό βάπτισμα πού βαπτίζομαι; ρωτᾶ ὁ Χριστός, ἐννοώντας τό πικρό ποτήριο τῆς ὀδύνης καί τοῦ πόνου καί τό βάπτισμα τοῦ αἵματος καί τοῦ μαρτυρίου τό ὁποῖο θά λάμβανε μέ τή σταύρωσή του.
Οἱ μαθητές του νόμιζαν ὅτι ἡ ἀγάπη πού ἔδειξαν στό πρόσωπό του, ἀκολουθώντας τον ἐπί τρία χρόνια, ἦταν ἀρκετή γιά νά τούς ἐξασφαλίσει μία προνομιακή θέση δίπλα στόν οὐράνιο θρόνο τοῦ Κυρίου, καί γι᾽ αὐτό τή ζητοῦν μέ τόν ἴδιο τρόπο πού καί ἐμεῖς ζητοῦμε πολλές φορές ἀπό διάφορα ὑψηλά πρόσωπα νά μᾶς ἐξασφαλίσουν μία πλεονεκτική θέση κοντά τους, χωρίς νά σκεφτόμαστε ἐάν διαθέτουμε τά ἀπαιτούμενα προσόντα γι᾽ αὐτήν.
Τό ἐρώτημα τοῦ Ἰησοῦ πρός τούς μαθητές του δέν ἀπαντᾶ μόνο ἔμμεσα σ᾽ αὐτούς, ἀλλά δίνει μία ἀπάντηση καί σέ ὅλους ἐμᾶς γιά τά κριτήρια τοῦ Θεοῦ. Γιατί καί ἐμεῖς πολλές φορές πιστεύουμε, κάτι ἀνάλογο μέ αὐτό πού πίστευαν οἱ μαθητές του. Νομίζουμε ὅτι ἡ πίστη στόν Χριστό εἶναι κάτι ἁπλό καί εὔκολο, πού ἐξαντλεῖται σέ μία ἐπιφανειακή θρησκευτικότητα, πού ἀρκεῖται σέ πράξεις τυπικῆς εὐσεβείας, πού συχνά ἀναμιγνύεται καί μέ στοιχεῖα πού δέν ἔχουν καμία σχέση μέ τόν χριστιανισμό. Νομίζουμε ὅτι ἡ πίστη εἶναι ἕνας τρόπος γιά νά περάσουμε αὐτή τή ζωή ἄνετα ἔχοντας τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ζωή τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανοῦ προϋποθέτει ὅμως καί τόν πόνο καί τή θλίψη. «Ἐν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἔχετε ἀλλά θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον», μᾶς προειδοποιεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Θλίψη καί πόνος εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο δοκιμάζεται ἡ γνησιότητα τῆς πίστεώς μας, εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο δοκιμάζεται ἡ σταθερότητα καί ἡ ἀντοχή της, εἶναι ἡ δική μας δηλαδή συμμετοχή στό πάθος τοῦ Κυρίου, γιά τήν ὁποία κάνει σήμερα λόγο ὁ Χριστός στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Καί τό βλέπουμε αὐτό καί στή ζωή καί τό μαρτύριο τοῦ ἑορταζομένου σήμερα ἁγίου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Γρηγορίου τοῦ Ε´, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο δοκίμασε ἄπειρες θλίψεις καί ἐξορίες καί ὀδύνες στή ζωή του, ἀλλά καί ὑπέμεινε τελικά ἕνα ἐπώδυνο μαρτύριο καί χάρη τῆς πίστεως στόν Χριστό καί ἀπό ἀγάπη γιά τό σκλαβωμένο Γένος τῶν Ἑλλήνων.
Γι᾽ αὐτό καί θά πρέπει καί ἐμεῖς, ὅταν ἀντιμετωπίζουμε θλίψη ἤ πόνο νά τά ἀντιμετωπίζουμε μέ ὑπομονή καί ταπεινοφροσύνη, διότι δέν μᾶς δημιουργοῦν δικαιώματα καί δέν δικαιολογοῦν ἀπαιτήσεις ἀπό μέρους μας ἐνώπιον του Θεοῦ. Ὁ Θεός μᾶς κρίνει μέ εὐσπλαγχνία καί ἀγάπη, ἀλλά κυρίως μέ δικαιοσύνη, καί οἱ ὁποιεσδήποτε πράξεις μας, τά ὅποια καλά μας ἔργα, οἱ ὅποιες ἀρετές μας δέν δικαιολογοῦν ἀπαιτήσεις ἀπέναντι στόν Θεό, σάν αὐτές πού ἐξέφρασαν στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἐν ἀγνοίᾳ τους οἱ δύο μαθητές τοῦ Κυρίου.
Ἐμεῖς θά πρέπει νά ζοῦμε πάντοτε σύμφωνα μέ τό θέλημά του, ὑπομένοντας μέ πίστη καί ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοιά του ὅ,τι καί ἐάν ἀντιμετωπίσουμε στή ζωή μας, καί νά ἀφήνουμε στά χέρια του καί τό παρόν καί τό μέλλον μας, γιατί Ἐκεῖνος ἐνδιαφέρεται γιά ἐμᾶς περισσότερο ἀπό ὅ,τι μποροῦμε νά φαντασθοῦμε καί ἐνεργεῖ πάντοτε μέ κριτήριο τό ἀληθινό καί αἰώνιο συμφέρον μας. Ἐνεργεῖ τά πάντα κινούμενος ἀπό ἀγάπη γιά μᾶς, ἀπό τήν ἀγάπη πού τόν ἔφερε μέχρι τοῦ Σταυροῦ καί τοῦ θανάτου, γιά νά ἐξασφαλίσει καί σέ μᾶς τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τήν ὁποία ἐξαρτᾶται ἀπό τή δική μας προσπάθεια νά κερδίσουμε. Πάντοτε μέ ὑπομονή σέ ὅλες τίς θλίψεις, σέ ὅλες τίς δοκιμασίες, ὅπως ἔκαναν οἱ πρόγονοί μας. Ἑορτάζουμε φέτος τά 200 χρόνια ἀπό τήν ἐπανάσταση, ἀλλά καί τοῦ μαρτυρίου τῶν Κουλακιωτῶν, τούς ὁποίους ἐσφαγίασε ὁ Λουμπούτ πασάς περνώντας ἀπό ἐδῶ, ἀπό τήν Κουλακιά. Γιατί; Γιατί ἦσαν Ἕλληνες ἤ γιατί ἦσαν στήν ἐκκλησία ἤ γιατί προσηύχοντο στόν Χριστό. Ἐμεῖς νά ζητοῦμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, νά ζητοῦμε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Ἐκεῖνος θά δώσει κατά τήν καρδίαν ὅλων μας.