«Πέπλο μυστηρίου» καλύπτει τη συνάντηση της Άνγκελα Μέρκελ με την Κριστίν Λαγκάρντ στο Βερολίνο, η οποία ολοκληρώθηκε, κατά πληροφορίες, περί τις 7 το απόγευμα της Τετάρτης (ώρα Ελλάδος).
Μετά το πέρας της συνάντησης δεν υπήρξαν δηλώσεις, τουλάχιστον άμεσα, ενώ είναι άγνωστο εάν στη συνέχεια θα ακολουθήσουν ανακοινώσεις από την πλευρά της γερμανικής καγκελαρίας ή από εκείνη του ΔΝΤ. Παράλληλα, στη δημοσιότητα δεν δόθηκαν φωτογραφίες από τη συνάντηση των δύο κυριών, οι οποίες στην ουσία «κινούν τα νήματα» αναφορικά με το μέλλον της Ελλάδας.
Ακολούθως, η κυρία Μέρκελ είχε προγραμματισμένη συνάντηση με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος αναμενόταν να ζητήσει «χαλάρωση» των όρων για τα πρωτογενή πλεονάσματα που καλείται να πετύχει η Αθήνα, τόσο ως προς το ύψος 3,5% του ΑΕΠ όσο και ως προς το χρονικό διάστημα που θα καλείται να τα πετυχαίνει, μετά τη λήξη του προγράμματος.
Σύμφωνα με πληροφορίες της Deutsche Welle, από τη συνάντηση της Γερμανίδας καγκελαρίου με την γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δεν αναμενόταν να προκύψει κάτι περισσότερο, από αυτό στο οποίο φαίνεται να έχουν ήδη συμφωνήσει οι δυο τους προηγούμενη εβδομάδα. Δηλαδή, όπως έγραψε η Die Welt, το ΔΝΤ εξακολουθεί να συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα, τουλάχιστον προς το παρόν, ενώ η συζήτηση για το ελληνικό χρέος μεταφέρεται για μετά το 2018 -και αφού προηγηθούν οι γερμανικές εκλογές.
Από την πλευρά της, η Tageszeitung, αναφερόμενη νωρίτερα σήμερα στη συνάντηση της επικεφαλής του ΔΝΤ με την καγκελάριο, σημείωνε ότι στόχος είναι «η διευθέτηση της διαμάχης αναφορικά με τη βοήθεια προς την Αθήνα».
Σύμφωνα με την εφημερίδα, αυτή η διαμάχη είναι που «εμποδίζει εδώ και χρόνια την εύρεση λύσης στην ελληνική κρίση». Για τον λόγο αυτό η Κριστίν Λαγκάρντ «έρχεται αυτοπροσώπως στην άτυπη πρωτεύουσα της ΕΕ, μόλις δύο ημέρες μετά το Eurogroup», το οποίο κλήθηκε να λύσει τον γόρδιο δεσμό του ελληνικού ζητήματος.
Όπως επισήμαινε η εφημερίδα του Βερολίνου, η συνάντηση των δύο κυριών στο Βερολίνο δεν θα αφορά όμως «μόνο τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο τρέχον, τρίτο ελληνικό πρόγραμμα. Τίθεται όμως και το ερώτημα εάν η ίδια η Γερμανία θα συμμετάσχει περαιτέρω στο όχι και τόσο προσφιλές πρόγραμμα διάσωσης και ως εκ τούτου ακολουθεί το ερώτημα της μελλοντικής ύπαρξης ή μη ύπαρξης της Ελλάδας στην ευρωζώνη και την ΕΕ».
Η ΤΑΖ έκλεινε με την εκτίμηση ότι, εάν η Κριστίν Λαγκάρντ και το ΔΝΤ επιδείξουν σκληρή στάση και αποφασίσουν να απέχουν από τη συνέχιση του ελληνικού προγράμματος, «τότε και η Γερμανία θα θέλει να αποχωρήσει. Κάτι τέτοιο θα έριχνε όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά ολόκληρη την Ευρώπη σε μια νέα κρίση».