Στην αρχαιότητα ονόμαζαν ιερό τόπο ένα ναό, ένα πυθόχρηστο μαντείο, ένα θεραπευτήριο, έναν τύμβο, όπως επίσης ένα γυμναστήριο και ένα θέατρο. Ιερός τόπος ήταν και μια πόλη, η οποία συγκέντρωνε όλα τα προηγούμενα σε μια βασική δομή- οργάνωση συντελώντας στην πολύπλευρη ανάπτυξη των ικανοτήτων του ανθρώπου, στο σώμα, στη ψυχή και στο νου-πνεύμα.
Κύρια χαρακτηριστικά ενός ιερού τόπου είναι ο χώρος, ο χρόνος και η χωροχρονική δίνη ενέργειας που δημιουργεί.
Ο χώρος δεν είναι μια μονοσήμαντη έννοια. Υπάρχει ο εξωτερικός χώρος, αντικειμενικός και ουδέτερος, τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και αποτελεί το πεδίο έρευνας των επιστημών. Υπάρχει και ο εσωτερικός χώρος, ο υποκειμενικός, που παύει να είναι ουδέτερος, διότι είναι φορτισμένος από τα δικά μας βιώματα. Ο εσωτερικός χώρος τότε παύει να είναι χώρος και γίνεται τόπος, ένας τόπος της συνείδησης. Όλες οι τελετουργίες που είχαν ως σκοπό την ίδρυση και λειτουργία των ιερών τόπων αναφέρονταν στον χώρο ως τόποι συνείδησης.
Αλλά και ο χρόνος δεν είναι ομοιογενής ούτε γραμμικός. Δεν υποδηλώνει απλώς μια διάρκεια. Έχει πλέον αποδειχθεί η σχετικότητά του σε όλα τα επίπεδα. Στο φυσικό επίπεδο ο Einstein απέδειξε ότι ο χρόνος παραμορφώνεται και σε διαφορετικά μέρη του σύμπαντος τρέχει με διαφορετικούς ρυθμούς, καθώς επηρεάζεται από τη βαρύτητα.
Στο ψυχολογικό επίπεδο ο χρόνος εξαρτάται από τη συνείδηση μας, π.χ. διαφορετικά «τρέχει» ο χρόνος σε μια αίθουσα αναμονής, στην εργασία ή με μια ευχάριστη συντροφιά. Έτσι ο χρόνος γίνεται ο χώρος ή το πεδίο της συνείδησης. Εσωτερικά (ως αθάνατο πνεύμα και ουσία) ο άνθρωπος είναι αμετάβλητος και η συνείδηση (ως ένα σημείο που κινείται πάνω στην καμπύλη του χρόνου), μας δίνει την ψευδαίσθηση της συνεχόμενης κίνησης.
Χώρος και χρόνος βρίσκονται σε μια δυναμική σχέση μεταξύ τους. Ο χρόνος καθιστά δυνατή τη λειτουργία του χώρου ως ιερού τόπου μέσα από το ιερό ημερολόγιο, το οποίο δίνει ζωή και κίνηση στο χώρο - χρόνο. Το ιερό ημερολόγιο με τις περιοδικές εορτές δίνει τη δυνατότητα της συγκέντρωσης, της επανάληψης του μύθου, της ανανέωσης, της επαφής με το θείο, καλύπτοντας έτσι το θρησκευτικό συναίσθημα του ανθρώπου, την ανάγκη του να επιστρέψει ξανά στην Αρχή. Με αυτόν τον τρόπο ο χρόνος παύει να είναι γραμμικός και καθημερινός, καμπυλώνεται και καθίσταται ιερός χρόνος.
Ο χώρος στο κοσμικό επίπεδο είναι ο φορέας της Δημιουργίας και οι κοσμογονικοί μύθοι συμβολίζουν την εγκαθίδρυση της τάξης του κόσμου που βγήκε από το χάος (ο άχρονος προ της δημιουργίας μυθικός χρόνος). Ο χώρος, στο ανθρώπινο επίπεδο δημιουργίας, είναι η επιφάνεια της γης όπου θεμελιώνεται ένας ιερός τόπος. Υπό αυτήν την έννοια ο ιερός τόπος είναι ένας ενεργειακός κόμπος στο δίχτυ του χώρου ο οποίος επιτρέπει το πέρασμα, την επικοινωνία των ενεργειών μεταξύ του ουρανού και της γης.
Αλλά δεν είναι όλη η επιφάνεια της γης κατάλληλη προς αυτήν την χρήση. Η επιλογή του χώρου αλλά και της χρονικής στιγμής της εγκαθίδρυσής του ήταν μια σημαντική ευθύνη των ιερέων-μυστών, αυτών που κατείχαν τη μυστική γνώση της ιερής επιστήμης που καλείται Ιερή Γεωγραφία.
Ο βασικός σκοπός της Ιερής Γεωγραφίας ήταν η αναπαράσταση της θείας δημιουργίας και τάξης στο γήινο - ανθρώπινο επίπεδο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι τρεις πυραμίδες της Γκίζας που αντικατοπτρίζουν τα τρία αστέρια της ζώνης του Ωρίωνα. Με αυτόν τον τρόπο, όπως έγραψε ο Πλάτωνας, «ο αισθητός κόσμος είναι ένα ακριβές αντίγραφο του ουράνιου σχεδίου» ή όπως το εξέφρασε ποιητικά ο Ελύτης: «Ναοί στο σχήμα του Ουρανού…» και ο άνθρωπος γίνεται ένας δημιουργός στο επίπεδό του.
Υπάρχει μια φανερή σχέση ανάμεσα στον μακρόκοσμο του σύμπαντος και στον μικρόκοσμο του ανθρώπου, η οποία αντανακλάται και στην Ιερή Γεωγραφία, στους ναούς και στις οικίες (που ήταν οι μικροί καθημερινοί ναοί). Εάν ο άνθρωπος είναι δημιούργημα και εικόνα του Θεού, τότε ένα ιερός τόπος, που είναι δημιούργημα του ανθρώπου, δεν μπορεί παρά να είναι η εικόνα του.
Σήμερα έχει χαθεί αυτή η αρχαία μυητική γνώση. Ένας ιερέας κάποτε ήταν αρχιτέκτονας με όλη τη σημασία της λέξης, διότι έχτιζε γέφυρες ανάμεσα στον ουρανό και στη γη λαμβάνοντας υπόψη όλους τους παράγοντες που θα την επηρέαζαν. Παράγοντες όπως η θέση των άστρων, η ηλιακή, η κοσμική και η γήινη ακτινοβολία, τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία, τα υπόγεια ύδατα, οι κοιλότητες και τα τεκτονικά ρήγματα, η σύσταση των πετρωμάτων κ.α. ήταν σημαντικά και λαμβάνονταν υπόψη.
Τόπους δύναμης αποτελούν επίσης τα τελουρικά ρεύματα, οι θετικές γραμμές ενέργειας της γης, οι κόμβοι των οποίων δημιουργούν ευνοϊκές ενεργειακές συνθήκες προς τον άνθρωπο. Πάνω σε αυτούς τους κόμβους οι αρχαίοι σοφοί θεμελίωσαν τους ιερούς τόπους δύναμης, αυτούς που αποτέλεσαν τα κέντρα των μυητικών πολιτισμών όλων των εποχών. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι υπήρχε σύνδεση αυτών των κέντρων σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο εντός των ορίων μιας φυσικής περιοχής, όπως η Ελλάδα, αλλά και μεταξύ απομακρυσμένων γεωγραφικά περιοχών. Αυτό αποδεικνύει την κοινή καταγωγή των μυστηριακών θεσμών ως πανανθρώπινη αξία.
Σήμερα, σε αυτούς τους παράγοντες που προαναφέρθηκαν, έρχεται να προστεθεί η σύγχρονη επιβάρυνση από τις έντονες ανθρώπινες δραστηριότητες, π.χ. υπόγειες στοές και metro, αποχετευτικά δίκτυα, ηλεκτρικές και πυρηνικές ακτινοβολίες κ.α. Υπάρχουν ωστόσο σύγχρονοι ερευνητές, οι οποίοι βαδίζουν στα αρχαία χνάρια, όπως ο καθηγητής Hartmann που μελέτησε τα παθογόνα ενεργειακά πεδία.
Από ενεργειακή άποψη οι ιεροί τόποι είχαν σκοπό να διοχετεύουν και να εναρμονίζουν στον χωροχρόνο την ενέργεια, ώστε να λειτουργεί θετικά και ευεργετικά προς τον άνθρωπο, να εξασθενεί τις αρνητικές ακτινοβολίες και να εκμεταλλεύεται στο έπακρο τις θετικές, προς ανανέωση, θεραπεία και ανύψωση της συνείδησης.
Η ιερή ένωση ουρανού και γης, Θεού και ανθρώπου, αόρατου και ορατού, ουσίας και παρουσίας ήταν εφικτή χάρη στην εγκαθίδρυση, με τις τελετές προσανατολισμού, ενός κέντρου, άξονα ή βωμού.
Έτσι ο άνθρωπος μπορούσε να βρει σε έναν ιερό τόπο το δικό του κέντρο, τον δικό άξονα-συνείδηση, δηλαδή τον εαυτό του. Όμως το ιερό, το θείο, η αλήθεια βρίσκονται μέσα στον άνθρωπο, αλλά όσο αυτός δεν δύναται να βρει αυτήν την αλήθεια μέσα του, θα πρέπει να αναζητήσει ένα αληθινό μονοπάτι που θα τον οδηγήσει σε αυτήν.
Πάνω από όλα ένας ιερός τόπος είναι μια κατάσταση της συνείδησης. Είναι ο άνθρωπος που τοποθετεί έναν τόπο στο κέντρο της συνείδησής του και τον καθιστά ιερό. Ένας ιερός τόπος λειτουργεί ως κατάσταση συνείδησης, όσο ο άνθρωπος έχει και εκφράζει την ανάγκη της θεοφάνειας και του θρησκευτικού συναισθήματος μέσα από αυτόν.
Στις σύγχρονες συνθήκες της καθημερινότητας έχουν λησμονηθεί και παρεξηγηθεί οι έννοιες του θρησκευτικού, του ιερού, της τελετής, του μύθου και της μύησης. Φαντάζουν αλλόκοσμες, του «παρελθόντος» ή μια μακρινή ανάμνηση της ψυχής.
Ο σημερινός άνθρωπος έχει χάσει το κέντρο και τον προσανατολισμό του, τον εσωτερικό του άξονα που είναι η συνείδηση, το δρόμο της ηθικής και της αρετής που θα τον οδηγήσει εκεί. Σήμερα έχει ριχτεί σε ένα κυνήγι εξωτερικών εντυπώσεων και κατακτήσεων χάνοντας τον εαυτό του. Αντί για αυτό ο άνθρωπος χρειάζεται να κατακτήσει πρώτα τον εαυτό του, να ξαναβρεί το κέντρο και τον προσανατολισμό του. Να ξέρει ποιος είναι και τι θέλει. Να ξαναβρεί την ιερή Ακρόπολη, εκείνο το υψηλό σημείο στο οποίο βρίσκονται τα πιο πνευματικά στοιχεία του και, πατώντας στη γη, να ξαναχτίσει μια γέφυρα προς τον ουρανό εκπληρώνοντας το πεπρωμένο του.
«Αυτό που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από το ζώο είναι η ικανότητά του να προσεύχεται». J. A. Livraga.