Ο υποψήφιος της γαλλικής δεξιάς στις προεδρικές εκλογές Φρανσουά Φιγιόν θα αρνηθεί, σε περίπτωση που νικήσει, να υποδεχθεί περισσότερους πρόσφυγες, παρά τις εκκλήσεις της Γερμανίας για αλληλεγγύη, προειδοποίησε ο στενός συνεργάτης του Μπρουνό Λε Μερ.
«Ένας πρόεδρος Φιγιόν δεν θα αποδεχόταν περισσότερους πρόσφυγες απ’ όσους υπάρχουν με τις σημερινές αναλογίες, επειδή η Γαλλία δεν είναι πολιτικά και οικονομικά σε θέση να το πράξει», δήλωσε ο Λε Μερ, αρμόδιος για τα ευρωπαϊκά και τα διεθνή θέματα στην ομάδα της προεκλογικής εκστρατείας του υποψηφίου, σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται σήμερα από τη γερμανική εφημερίδα Bild.
Ερωτηθείς αν η Γαλλία θα μπορούσε να κάνει μια προσπάθεια σ’ αυτόν τον τομέα προς την κατεύθυνση της Γερμανίας που επιθυμεί περισσσότερη αλληλεγγύη από τους ευρωπαίους εταίρους της, ο Λε Μερ απάντησε: «Σε καμιά περίπτωση».
Στη διάρκεια των ένδεκα πρώτων μηνών του 2016, η Γαλλία κατέγραψε σχεδόν 78.000 αιτήσεις για άσυλο, αριθμό αυξημένο κατά 10% σε σχέση με την ίδια περίοδο της προηγούμενης χρονιάς.
Ολόκληρο το 2016, η Γερμανία από την πλευρά της υποδέχθηκε 280.000 νέους αιτούντες άσυλο, έπειτα από ένα ρεκόρ 890.000 που είχε υποδεχθεί το 2015, όταν η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ άνοιξε τις πύλες της χώρας για τους μετανάστες, πολλοί από τους οποίους διέφευγαν από τον πόλεμο στη Συρία.
Ο Φιγιόν, ο οποίος είναι αυτή τη στιγμή το φαβορί στις δημοσκοπήσεις για να διαδεχθεί τον Φρανσουά Ολάντ την άνοιξη στη θέση του αρχηγού του γαλλικού κράτους, πρόκειται να μεταβεί στις 23 Ιανουαρίου στο Βερολίνο για να συναντήσει την Άγγελα Μέρκελ. Ο Μπρουνό Λε Μερ μετέβη τις τελευταίες ημέρες στο Βερολίνο για να προετοιμάσει αυτή την επίσκεψη συναντώντας τους κύριους υπουργούς της γερμανικής κυβέρνησης.
Η συντηρητική καγκελάριος έχει διαμαρτυρηθεί επανειλημμένα κάνοντας λόγο για απουσία στήριξης από τους ευρωπαίους εταίρους στο μεταναστευτικό ζήτημα.
Ένας άλλος υποψήφιος στις γαλλικές προεδρικές εκλογές, ο Εμμανουέλ Μακρόν, με την ευκαιρία επίσκεψης που πραγματοποίησε την Τρίτη στο Βερολίνο, απέτισε από την πλευρά του φόρο τιμής στην πολιτική υποδοχής των προσφύγων που εφάρμοσε η Άγγελα Μέρκελ, συγχαίροντάς την επειδή «έσωσε τις κοινές αξίες μας αναλαμβάνοντας να περιθάλψει πρόσφυγες που υπέφεραν».