
Αξίζει να τονίσουμε ότι η αλιεία του Πετροσωλήνα είναι ιδιαίτερα καταστροφική, δεδομένου ότι το όστρακο αυτό ζει μέσα στους βράχους – εξ’ ου και η επιστημονική του ονομασία Lithophaga lithophaga. Ψαρεύεται από δύτες που χρησιμοποιούν σφυριά ή ακόμα και κομπρεσέρ με τα οποία σπάνε τους βράχους μέσα στους οποίους ζουν οι πετροσωλήνες, προκαλώντας με τον τρόπο αυτό εκτεταμένη καταστροφή στα οικοσυστήματα της παράκτιας ζώνης. Επιπλέον, προκειμένου να φτάσει σε μέγεθος κατάλληλο για βρώση ο πετροσωλήνας, απαιτούνται πάνω από 50 χρόνια καθώς ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης του είδους ανέρχεται στα 0.2cm/έτος, γεγονός που καθιστά σχεδόν αδύνατη την αποκατάσταση του πληθυσμού έπειτα από την εντατική αλίευση που υφίσταται, δεδομένου ότι το απόθεμα αυτό αντιμετωπίζει παράλληλα και την πίεση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και των ανθρωπογενών επιπτώσεων στα παράκτια οικοσυστήματα.
Για το θέμα της ευρείας παράνομης πώλησης των συγκεκριμένων προστατευόμενων ειδών στην Ελλάδα και τη σχετική ανεπάρκεια του ελεγκτικού μηχανισμού, το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος έχει υποβάλλει καταγγελίες, τόσο προς την Συνθήκη της Βέρνης (την οποία καθώς έχει προσυπογράψει η χώρα μας και έτσι δεσμεύεται για την προστασία των εν λόγω ειδών), όσο και προς τη Γενική Διεύθυνση Θαλάσσιας Πολιτικής και Αλιείας της Ε.Ε. Στόχος μας είναι να ασκηθεί πίεση έτσι ώστε να ενεργοποιηθεί ο κρατικός μηχανισμός ελέγχου και να δοθεί ένα τέλος σε αυτή την αναίτια καταστροφή. Τα στοιχεία αυτά βρίσκονται στη διάθεση των ελληνικών εισαγγελικών ή άλλων αρμόδιων αρχών, έτσι ώστε να προβούν στις απαραίτητες κυρώσεις.
Από τη βουλιμία μας να φάμε οτιδήποτε ζει σε αυτό τον πλανήτη και σε αυτή τη χώρα, δημιουργήσαμε αυτή την παράλογη μαύρη αγορά, που όχι μόνο προκαλεί καταστροφή στα οικοσυστήματα και τα είδη που παράνομα καταλήγουν στο πιάτο μας, αλλά και στους ίδιους τους καταναλωτές! Τα είδη όπως ο Πετροσωλήνας και η Πίννα που χρειάζονται πολλές δεκαετίες για να αναπτυχθούν σε βρώσιμο μέγεθος, λόγω του μεγάλου χρόνου ζωής τους, μπορούν να συσσωρεύσουν επικίνδυνες συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων (μόλυβδο, ψευδάργυρο, κάδμιο) αλλά και οργανοχλώριων (PDB, DDT). Αυτό τα καθιστά επιβαρυντικά για την υγεία αυτών που τα καταναλώνουν, πολλοί εκ των οποίων θεωρούν ότι τρώγοντας τα (και τις τοξικές ουσίες που περιέχουν) θα λύσουν τα αφροδισιακά τους προβλήματα.
Σε μία χώρα που θεωρούμε ότι έχουμε μεγάλη θαλασσινή παράδοση, η συμπεριφορά μας δείχνει ότι είμαστε παντελώς αστοιχείωτοι για το πώς θα έπρεπε να διαχειριστούμε αυτή τη μοναδική φυσική κληρονομιά των θαλασσών μας, αλλά και να ζήσουμε αξιοποιώντας σωστά τους θαλάσσιους πόρους μας. Καθώς το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος εμβαθαίνει την πολυετή έρευνα για την κατανόηση των αιτιών που καταστρέφουν τις ελληνικές θάλασσες, κάνοντας παράλληλα μία δύσκολη προσπάθεια για την άμυνα των θαλάσσιων πόρων μας, συνειδητοποιούμε μέρα με τη μέρα πόσο πολυεπίπεδα είναι τα αίτια αυτής της συνεχιζόμενης υποβάθμισης. Ρίζα του προβλήματος είναι ένα πλέγμα ημιμάθειας και αλαζονείας που εκτείνεται σε όλα τα επίπεδα, καλύπτοντας μέρος των αλιέων, των δημόσιων λειτουργών και των πολιτικών που θα έπρεπε να πρωτοστατούν στη διαχείριση των θαλάσσιων πόρων, αλλά και των εμπόρων και των καταναλωτών. Άλλοι στοχεύουν σε βραχυπρόθεσμα οφέλη και άλλοι κρύβονται πίσω από αναποτελεσματικές γραφειοκρατικές διαδικασίες και το διαμοιρασμό αρμοδιοτήτων και ευθυνών ανάμεσα σε διάφορες υπηρεσίες, ενώ μεγάλο μέρος των επιστημόνων επικεντρώνονται στην υλοποίηση προγραμμάτων για την αλιεία χωρίς να θεωρούν ότι έχουν ευθύνη για την προστασία των ιχθυαποθεμάτων και για την ανάληψη αποτελεσματικών πρωτοβουλιών, αγνοώντας την διεθνώς θεσμοθετημένη αρχή της πρόληψης στην προστασία των φυσικών πόρων.
Είμαστε η μοναδική χώρα της Ε.Ε. και μία από τις ελάχιστες στον κόσμο όπου η διαχείριση της αλιείας είναι τόσο ανεπαρκής, ενώ οι κρατικές αρχές επιμένουν να εθελοτυφλούν, αντί να αντιμετωπίζουν σταδιακά τα προβλήματα της καταστροφικής και παράνομης αλιείας τα οποία είναι γνωστά εδώ και δεκαετίες, τόσο σε μεγάλο μέρος των πολιτών όσο και στην πολιτεία. Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από το παράδειγμα της ευρείας και απροκάλυπτης εμπορίας προστατευόμενων ασπόνδυλων ειδών που πλέον είναι διαθέσιμα ακόμα και διαδικτυακά για κατ’ οίκον διανομή. Αυτό το τόσο σύνηθες παράνομο εμπόριο είναι ένα ζήτημα για το οποίο οι αρμόδιες αρχές διαφωνούν για το ποιός είναι τελικά αρμόδιος να το ελέγξει (δηλαδή κατά πόσο είναι ευθύνη είναι του Υπουργείου Περιβάλλοντος (που είναι υπεύθυνο για τα προστατευόμενα είδη), ή του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (που είναι υπεύθυνο για θέματα αλιείας), ή του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (υπεύθυνο για ελέγχους αλιευτικών δραστηριοτήτων), ή του Υπουργείου Οικονομικών (υπεύθυνο για τους αγορανομικούς ελέγχους). Συνολικό αποτέλεσμα είναι αντί οι έλεγχοι και οι διαχείριση αυτής της προβληματικής κατάστασης να γίνεται από τις υπηρεσίες των 4ων υπουργείων, να μην γίνεται από κανένα, και η εμπορία και κατανάλωσή αυτών των ειδών να θεωρείται αυτονόητη!».