Μόνο με το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, αλλά και την διαπίστωση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους μπορεί να υπάρχει οποιαδήποτε συζήτηση για την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το λεγόμενο Quantitative Easying, ή αλλιώς, QE, ξεκαθάρισε ο Πρόεδρος Μάριο Ντράγκι.
Ο κεντρικός τραπεζίτης μιλώντας στην Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και απαντώντας σε ερώτηση του Ευρωβουλευτή Νότη Μαριά σχετικά με το PSI, τους μικρομολογιούχους και την ένταξη της Ελλάδας στο QE, τόνισε πως επιπλέον προϋπόθεση για την ένταξη της Ελλάδος στο QE πρέπει να εξεταστεί και να διαπιστωθεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Αυτό προϋποθέτει την εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων και έπειτα την αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων ελάφρυνσης του. Συνεπώς είναι εκ των ουκ άνευ να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση, έτσι ώστε το Δ.Σ. της ΕΚΤ να προχωρήσει σε μια ανεξάρτητη αξιολόγηση της βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Ο Ιταλός πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συμπληρώνει πως «ενδέχεται να είμαστε κοντά στο στόχο αυτό αν ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση σύντομα» και η ΕΚΤ θα μπορεί να αγοράζει ελληνικό χρέος, όμως από την άλλη, θα χρειαστεί επιπλέον χρόνος στη περίπτωση που δεν τελειώσει αρκετά γρήγορα η αξιολόγηση.
Η κρισιμότητα της δήλωσης Ντράγκι για μεσοπρόθεσμα
Επιπλέον αξιοσημείωτο των δηλώσεων του Μάριο Ντράγκι είναι πως με την απαίτηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους για ένταξη στο QE, πράγμα που προδιαθέτει την σύνταξη ενός ελέγχου βιωσιμότητας του χρέους από την ίδια την Κεντρική Τράπεζα, ο Μάριο Ντράγκι ουσιαστικά ασκεί πίεση στην ευρωζώνη για ταχύτερη και αναλυτικότερη αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης χρέους.
Η πλευρά της Ευρωζώνης υποστηρίζει πως τα μεσοπρόθεσμα θα αποσαφηνιστούν και θα εφαρμοστούν στο τέλος του ελληνικού προγράμματος το 2018. Με τη δήλωση Ντράγκι για σύνταξη ελέγχου βιωσιμότητας ως προαπαιτούμενο για ένταξη στο QE, πετάει τη μπάλα στην ελληνική κυβέρνηση για την άμεση ολοκλήρωση της αξιολόγησης.